DEBTOCRACY // ΧΡΕΟΚΡΑΤΙΑ

Όταν η δημοκρατία

υποτάχθηκε στο χρέος

Για πρώτη φορά στην Ελλάδα, ένα ντοκιμαντέρ με παραγωγό το θεατή. Το DEBTOCRACY αναζητά τα αίτια της κρίσης χρέους και προτείνει λύσεις που αποκρύπτονται από την κυβέρνηση και τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης. Το ντοκιμαντέρ θα διανέμεται δωρεάν από τα τέλη Μαρτίου χωρίς δικαιώματα χρήσης και αναμετάδοσης και θα υποτιτλιστεί σε τουλάχιστον τρεις γλώσσες.

Ο Αρης Χατζηστεφάνου και η Κατερίνα Κιτίδη μιλούν με οικονομολόγους, δημοσιογράφους και προσωπικότητες από όλο τον κόσμο περιγράφοντας τα βήματα που οδήγησαν την Ελλάδα στην παγίδα του χρέους- τη χρεοκρατία. Το DEBTOCRACY παρακολουθεί την πορεία χωρών όπως ο Ισημερινός, που δημιούργησαν Επιτροπές Λογιστικού Ελέγχου αλλά και την αντίστοιχη προσπάθεια που ξεκίνησε στην Ελλάδα.

Στο Debtocracy μιλούν, μεταξύ άλλων, οι ακαδημαϊκοί Ντέιβιντ Χάρβεϊ, Σαμίρ Αμίν, Κώστας Λαπαβίτσας και Ζεράρ Ντιμενίλ, ο φιλόσοφος  Αλέν Μπαντιού, ο επικεφαλής της επιτροπής λογιστικού ελέγχου του Ισημερινού Ούγκο Αρίας, ο πρόεδρος του CADTM Ερίκ Τουσέν, ο Αργεντίνος σκηνοθέτης Φερνάντο Σολάνας, δημοσιογράφοι όπως  o Άβι Λιούις (συγγραφέας/σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ The Take – Η κατάληψη) και ο Ζαν Κατρμέρ (Liberation). Ακόμη προσωπικότητες όπως ο Μανώλης Γλέζος και η αντιπρόεδρος του γερμανικού κόμματος Die Linke Ζάρα Βάγκενκνεχτ.

Τη μουσική επένδυση προσφέρει ο Γιάννης Αγγελάκας και επιστημονική επιμέλεια έχει ο δημοσιογράφος και οικονομολόγος Λεωνίδας Βατικιώτης.

Την παραγωγή του DEBTOCRACY ανέλαβε η εταιρεία BitsnBytes. Το μοντάζ υπογράφει ο Άρης Τριανταφύλλου.

Σε αυτή την προσπάθειά ζητάμε τη βοήθειά σου. Οι δημιουργοί του DEBTOCRACY εργάστηκαν αφιλοκερδώς αλλά τα έξοδα ανέρχονται ήδη σε χιλιάδες ευρώ. Προκειμένου να αποφύγουμε κάθε είδους εξαρτήσεις απευθυνόμαστε σε συνδικάτα και εργατικές ενώσεις. Κυρίως όμως απευθυνόμαστε σε πολίτες που θέλουν να γίνουν συμπαραγωγοί. Ενίσχυσε και εσύ την παραγωγή  ενός ανεξάρτητου ντοκιμαντέρ, καταθέτοντας όσα χρήματα επιθυμείς μέσω Paypal ή σε τραπεζικό λογαριασμό. Όσοι το επιθυμούν θα αναφέρονται ως συμπαραγωγοί.


O Αρης Χατζηστεφάνου είναι δημιουργός της εκπομπής Infowar στο Ρ/Σ Σκάι και αρχισυντάκτης του Thepressproject.gr

H Κατερίνα Κιτίδη είναι αρχισυντάκτρια του tvxs.gr και του τηλεοπτικού Infowar.

 

@ Vimeo

[vimeo]http://vimeo.com/22036773[/vimeo]


@ Dailymotion

[dailymotion]http://www.dailymotion.com/video/xhztyb_debtocracy_shortfilms#from=embed[/dailymotion]

 

Download @ Rapidshare

Download DEBTOCRACY

Πως θα εξουδετερώσετε δυο,τρια, χιλιάδες ερωτευμένα παιδιά;

πως μπορείς να σκοτώσεις τον έρωτα ή την ελπίδα;

έρωτας για την εξέγερση, αγάπη για ελευθερία

γεννηθήκαμε με όνειρα με ελπίδες, ελπίδες που άλλαζαν μορφές αλλά ποτέ δεν πέθαιναν, ελπίδες για έναν καλύτερο κόσμο, έναν πιο όμορφο κόσμο.

Κάποιοι σταμάτησαν να αγωνίζονται ναι το ξέρω ίσως επειδή κουραστήκαν ή βολεύτηκαν ή μπορεί να τους έκαψε ο χρόνος αυτό δεν το ξέρω,

εγώ έχω όνειρα όλοι έχουμε όνειρα αλλά ποιοι αγωνίζονται πραγματικά;

Μας αποκαλούν κωλόπαιδα γιατί; επειδή πιστέψαμε στα όνειρα και δεν σταματήσαμε ούτε μια στιγμή κουραστήκαμε αλλά συνεχίσαμε,

ονειρευτήκαμε εκεί που οι άλλοι δεν μπόρεσαν, ζήσαμε εκεί που οι άλλοι πέθαιναν

αγαπήσαμε εκεί που άλλοι έλεγαν πως η αγάπη πέθανε…

όχι δεν θέλω να τους πιστέψω μου ακούγονται τόσο ψεύτικα τα λόγια τους

εγώ βλέπω μόνο παιδιά ερωτευμένα, ακούω μόνο φωνές χαράς

ναι ξέρω όλα αυτά θα σου ακουστούν παιδιάστικα ίσως και να μην δώσεις σημασία

αλλά κατάφερα να ζήσω με ψυχή παιδιού

με καρδιά που δεν την άγγιξαν τα ψέμματα μάλλον για αυτό δεν έγινα σαν εσάς.

Είδα τόσα παιδιά να αγωνίζονται, να θυσιάζουν την ζωή τους για την Ελευθερία,

να ματώνουν αλλά να μην κάνουν ούτε ένα βήμα πίσω.

Ακόμα και την πιο συννεφιασμένη μέρα κάποια στιγμή βγαίνει ο ήλιος,

νύχτες που δεν μπορείς να δεις τα αστέρια να είσαι σίγουρος πως κάποιο άλλο παιδί σε κάποιο άλλο μέρος τα βλέπει…

η καρδιά μας είναι γεμάτη από αγάπη περίσσευε και για εσάς αλλά την πετάξατε

και προσπαθήσατε να μας γεμίσατε οργή και μισός αλλά η αγάπη είναι πιο δυνατή (:

πάντα όπου και να είμαι ΘΑ ΑΓΑΠΩ, ΘΑ ΟΝΕΙΡΕΥΟΜΑΙ, ΘΑ ΕΛΠΙΖΩ ΚΑΙ ΘΑ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΙ γιατί έτσι νιώθω, γιατί έτσι μ’αρέσει.

Πως θα εξουδετερώσετε δυο,τρια, χιλιάδες ερωτευμένα παιδιά;

 

Ανω νυμη

ΕΞΩ ΟΙ ΦΑΣΙΣΤΕΣ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΓΕΙΤΟΝΙΑ.

ΟΥΤΕ ΣΤΟΝ Α.ΒΕΛΗΣΣΑΡΙΟ ΟΥΤΕ ΠΟΥΘΕΝΑ….

ΕΞΩ ΟΙ ΦΑΣΙΣΤΕΣ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΓΕΙΤΟΝΙΑ.


 

Μετά την τοποθέτηση   της προτομής του Χίτη Γρίβα στον Άγιο Βελησάριο ο πατριωτικός σύνδεσμος Λάρισας έχει μετατρέψει την πλατεία σε τόπο ρατσιστικής και φασιστικής προπαγάνδας. Ο Γρίβας κατά την Γερμανική κατοχή ίδρυσε την φιλοβασιλική και αντικομμουνιστική οργάνωση Χ.Η Χ λειτούργησε εκ μέρους της εξόριστης κυβέρνησης του Κάιρου και των Άγγλων ενώ δεν πολέμησε ποτέ τους Γερμανούς.Μετά την απελευθέρωση και κατά τα Δεκεμβριανά οι Χίτες πολέμησαν τον ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στην μάχη της Αθήνας στο πλευρό των ταγματασφαλιτών και των Άγγλων,ενώ συνέχισαν την τρομοκρατική και δολοφονική της δράση ενάντια στους αντάρτες κατά περίοδο της “λευκής τρομοκρατίας”  μετά την προδοτική συμφωνία της Βάρκιζας. Τη δεκαετία του ’60 συνέχισε την φασιστική του δράση με τον ΕΟΚΑ Β’ όπου δολοφονούσε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους κομμουνιστές. Μετά το 67′ ο ΕΟΚΑ Β’ συνεργάστηκε με την Χούντα και συμμετείχε στο πραξικόπημα και την ανατροπή του Μακάριου όπου εν τέλει οδήγησε στην Τόυρκικη εισβολή.

Ο πατριωτικός σύνδεσμος ιδρύθηκε το 1998 και από τότε μέχρι σήμερα είχε στενή συνεργασία με τη φιλοναζιστική  ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ . Στις τελευταίες ευρωεκλόγες ο πρόεδρος του Αστέριος Χάμος έθεσε υποψηφιότητα, στο ψηφοδέλτιο της Χρυσής Αυγής.Ως ανταμοιβή τα “φιλαράκια” του επισκέπτονται συχνά πυκνά την Λάρισα πραγματοποιώντας συγκεντρώσεις και πορείες. Κατά την διάρκεια αυτών χτυπήθηκαν ανυποψίαστοι μετανάστες ενώ ελληνικές σημαίες κυμάτιζαν μαζί με ναζιστικές. Φυσικά όλα αυτά δεν έχουν μείνει αναπάντητα, όποτε βγήκαν στο δρόμο για να προπαγανδίσουν το ρατσισμό και την ξενοφοβία, το μίσος για οτιδήποτε διαφορετικό ήμασταν απέναντι τους. Μια φορά μάλιστα οι δοιμιρίες των ΜΑΤ δεν πρόλαβαν να τους γλιτώσουν.

Ο αντιφασισμός όμως δεν αφορά μόνον εμάς, πρέπει να γίνει κομμάτι όλης της κοινωνίας. Ξέρουμε οτί στις δύσκολες μέρες που διανύουμε αλλά και στις πιο δύσκολες που θα έρθουν η ρατσιστική και φασιστική προπαγάνδα μπορεί να βρεί πρόσφορο εδαφος στην αγανάκτηση του κόσμου.Ας μην ξεχνάμε οτι η άνοδος των Ναζί στην Γερμανία ήρθε όταν η χώρα υπέφερε από τις κακουχίες του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου.Ο εχθρός όμως δεν κρύβεται στους ανθρώπους με διαφορετικό χρώμα, συνήθειες, ήθη και έθιμα.

Το καπιταλιστικό σύστημα είναι αυτό που καταλήστεψε τις χώρες τους όπως κάνει σήμερα και με την Ελλάδα και τους ανάγκασε να μεταναστέψουν. Εχθρός της κοινωνίας,είναι τα μεγαλοαφεντικά και το κράτος που με πρόσχημα την κρίση επιτίθονται σε όλα τα εργασιακά και κοινωνικά κεκτημένα, μέσο των Μ.Μ.Ε. προσπαθούν να αποσπάσουν τη συννένεση των καταπιεσμένων μιλώντας για Εθνική ενότητα.

Υπάρχνουν άραγε κοινά συμφέροντα του κόσμου της δουλειάς, ή της ημιαπασχόλησης, ή της μαύρης εργασίας με τον Κ.Πάγκαλο και τους κάθε λογής Ελληνες εφοπλιστές;

Στην πραγματικότητα η μόνη ιδεολογία της άκρας δεξιάς, του Πατριωτικού συνδέσμου, της Χρυσής Αυγής είναι αυτή της διατήρησης της αστικής τους καταγωγής και τα όσα τους προσφέρει…

Τον τελευταίο καιρό θέλωντας να ριζοσπαστικοποιήσουν την προπαγάνδα τους, μπας και μπερδέψουν κανέναν, κατέβηκαν στους δρόμους μαζί με παπάδες και καλόγριες διαδηλώνοντας ενάντια στη κάρτα του πολίτη.Το παπαδαριό μιλάει για τον ερχομό του αντίχριστου σε ένα σενάριο επιστημονικής φαντασίας, και ο πατριωτικός κατακρίνει το φακέλωμα των Ελλήνων πολιτών τη στιγμή που ο γενικός γραμματέας της Χρυσής Αυγής Μιχαλολιάκος ήτανε πράκτορας των μυστικών υπηρεσιών της ΕΥΠ όπου είχε φακελωμένους τους πάντες.

 

 

ΤΟ ΦΑΣΙΣΜΟ ΒΑΘΙΑ ΚΑΤΑΛΑΒΕ ΤΟΝ – ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙ ΜΟΝΟΣ ΤΣΑΚΙΣΕ ΤΟΝ…

 

 

 

ΙΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ   ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ

Έλληνες “λαθρο” – μετανάστες

Είναι απίστευτη η υποκρισία της ελληνικής πολιτείας και της ελληνικής κοινωνίας και μάλλον φτάνει η ώρα που θα πληρωθεί ακριβά.

Σε μια εποχή που σχεδόν όλοι μιλούν για την ανάγκη να επικρατήσει νομιμότητα στη χώρα, ελάχιστοι είναι αυτοί που επιθυμούν τη νομιμοποίηση των μεταναστών. Τους προτιμούν παράνομους. Μα οι περισσότεροι μετανάστες θέλουν τη νομιμοποίηση, για να φύγουν από την Ελλάδα και να πάνε σε μια πλούσια ευρωπαϊκή χώρα.

Από τη στιγμή που η πλειοψηφία των μεταναστών θα φύγουν από την Ελλάδα μόλις νομιμοποιηθούν, γιατί τόσοι Έλληνες δεν επιθυμούν τη νομιμοποίηση των μεταναστών; Δεν λένε πολλοί «να φύγουν οι μετανάστες»; Ε, αν νομιμοποιηθούν, θα φύγουν.

Η πραγματικότητα είναι πως θέλουμε –και χρειαζόμαστε- τους μετανάστες αλλά τους θέλουμε χωρίς δικαιώματα. Δηλαδή, θέλουμε σκλάβους. Να δουλεύουν φτηνά, χωρίς εργασιακά δικαιώματα, να είναι υπάκουοι και –αν είναι δυνατόν- να μην κυκλοφορούν στους δρόμους μας.

Όλη αυτή η υστερία για τους «μετανάστες που έχουν έρθει στην Ελλάδα, για να απειλήσουν τις ζωές μας και τις δουλειές μας» είναι ένα ψέμα – είναι ένα ψέμα που λέγεται συνέχεια. Οι μετανάστες δεν έρχονται στην Ελλάδα – οι μετανάστες περνάνε από την Ελλάδα. Αλλά δεν τους αφήνουμε να περάσουν. Τους εγκλωβίζουμε εδώ.

Πριν από μερικά χρόνια, η εθνική οδός περνούσε μέσα από την πόλη της Πάτρας. Αν θυμάμαι καλά, οι κάτοικοι της Πάτρας ήταν αντίθετοι στη δημιουργία της νέας εθνικής οδού –η οποία περνάει έξω από την Πάτρα-, επειδή επιθυμούσαν να περνάνε τα αυτοκίνητα και τα λεωφορεία μέσα από την πόλη, ώστε να κάνουν στάση και οι οδηγοί και οι επιβάτες να αφήνουν τα ωραία τους χρήματα. Φυσικά, τα υπεραστικά λεωφορεία έκαναν υποχρεωτικά στάση στην Πάτρα.

Περνούσα κι εγώ μέσα από την Πάτρα, για πάρα πολλά χρόνια. Από την ημέρα που φτιάχτηκε η νέα εθνική οδός, δεν έχω περάσει ούτε μια φορά μέσα από την Πάτρα. Δεν είναι η Πάτρα ο προορισμός μου – αλλού πηγαίνω. Το ίδιο ισχύει και για χιλιάδες μετανάστες (όπως αυτοί στη φωτογραφία που προσπαθούν να ανέβουν σε μια νταλίκα κοντά στο λιμάνι της Πάτρας, για να μπουν στο πλοίο και να πάνε στην Ιταλία).

Η μεγάλη ανοησία των ξεπουλημένων συνδικαλιστών και των Ελλήνων εργαζομένων ήταν ότι δεν απαίτησαν από την πρώτη στιγμή από τις κυβερνήσεις οι μετανάστες να έχουν τους ίδιους όρους εργασίας, τις ίδιες συλλογικές συμβάσεις και τα ίδια δικαιώματα με τους Έλληνες. Με αυτόν τον τρόπο, οι μετανάστες χρησιμοποιήθηκαν επί δεκαετίες ως φτηνά χέρια, έγιναν αντικείμενο αισχρής εκμετάλλευσης και –μοιραία- υπονόμευσαν τα εργατικά κεκτημένα των Ελλήνων εργαζομένων. Στερνή μου γνώση, να σ’ είχα πρώτα. Τώρα πια το πουλάκι πέταξε και στην Ελλάδα του Μνημονίου οι εργασιακές σχέσεις, τα εργατικά δικαιώματα –αλλά ακόμα και η εργασία πια- είναι ανέκδοτο τόσο για τους Έλληνες όσο και για τους μετανάστες.

Δεν ήθελε και ιδιαίτερο μυαλό για να αντιληφθεί κάποιος πως, αν οι μετανάστες εργάζονται ανασφάλιστοι, είναι σίγουρο πως θα έρθει η στιγμή που και εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες εργαζόμενοι θα είναι ανασφάλιστοι. Δεν ήθελε και ιδιαίτερη ευφυία, για να καταλάβει κάποιος πως η νόμιμη εργασία των μεταναστών συμφέρει και τους Έλληνες εργαζόμενους, αφού θα τόνωνε τα ασφαλιστικά ταμεία και τις συντάξεις. Επίσης, θα δημιουργούσε ένα ισχυρό κοινό μέτωπο απέναντι σε όσους θα προσπαθούσαν να καταπατήσουν τα εργατικά δικαιώματα.

Αντί να ζητηθούν ίσα δικαιώματα και για τους μετανάστες, τους βλέπαμε –και τους βλέπουμε- επί χρόνια να κάνουν τις πιο σκληρές δουλειές. Φτηνά εργατικά χέρια και ανασφάλιστη εργασία. Όταν κάποιος μετανάστης έπεφτε θύμα εργατικού ατυχήματος –και ήταν εκατοντάδες αυτοί-, σχεδόν κανείς δεν έδινε σημασία. Άλλωστε, τις περισσότερες φορές δεν το μαθαίναμε καν –οι εργάτες μετανάστες χωρίς δικαιώματα είναι σαν να μην υπάρχουν. Ακόμα και πριν από 3 μήνες, ο Αιγύπτιος καθαριστής τζαμιών με τα τέσσερα παιδιά που σκοτώθηκε ενώ δούλευε ανασφάλιστος -ημέρα Κυριακή στο υπουργείο …Εργασίας- δεν απασχόλησε κανέναν παρά μόνο δέκα μέρες μετά τον θάνατό του.

Την ίδια εποχή που οι μετανάστες πέθαιναν στη δουλειά ή στα εργατικά ατυχήματα, εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες εργάτες νόμιζαν πως είναι πια Κροίσοι και χόρευαν τσιφτετέλια πάνω στα τραπέζια, έχοντας την οικτρή αυταπάτη πως έχουν γίνει ίδιοι με τον εφοπλιστή που καθόταν στο διπλανό τραπέζι. Οι καιροί άλλαξαν και πολλοί απ’ αυτούς τους εργάτες βρίζουν σήμερα τους μετανάστες και είναι έτοιμοι να ψηφίσουν ΛΑΟΣ και Χρυσή Αυγή. Όταν δεν έχεις συναίσθηση και συνείδηση του ποιος είσαι, από πού έρχεσαι και πού πας, ο κατήφορος δεν έχει τέλος.

Η εγκληματικότητα στην Ελλάδα του 2011 είναι ένα τεράστιο θέμα –με πολλές γνωστές αιτίες- και ένα μέρος αυτού του θέματος είναι η εγκληματικότητα των μεταναστών. Βέβαια, όσοι την επικαλούνται ξεχνούν να αναφέρουν πως άνθρωποι που είναι εγκλωβισμένοι σε μια χώρα και δεν μπορούν να φύγουν, ζουν στην απόλυτη εξαθλίωση, τους κυνηγάει η αστυνομία και ο κάθε υπερπατριώτης, δεν μπορούν να βρουν δουλειά, δεν έχουν πού να μείνουν και δεν έχουν φαγητό θα στραφούν σχεδόν αναγκαστικά στην παρανομία και το έγκλημα. Εντάξει, κάποιοι μπορεί να αυτοκτονήσουν και κάποιοι άλλοι να κάνουν απεργία πείνας -για να κερδίσουν κάποια στοιχειώδη δικαιώματα- αλλά ακόμα κι αυτοί μας ενοχλούν. Τι θέλουμε τελικά; «Θέλουμε να φύγουν!» «Μα, δεν τους αφήνουμε! Τους κρατάμε παράνομους εδώ!»

Η νομιμοποίηση των μεταναστών και η καταγραφή των στοιχείων τους θα τους απέτρεπε από το να στραφούν στην παρανομία και θα έκανε πιο ασφαλή την ελληνική κοινωνία. Αλλά, όταν δεν ξέρουμε πόσοι είναι, πώς ονομάζονται και πού μένουν, τι ακριβώς ζητάμε από αυτούς τους ανθρώπους; Βέβαια, η ελληνική κυβέρνηση δεν γνώριζε –μέχρι πριν από μερικούς μήνες- πόσοι είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι, οπότε πώς θα μπορούσε να έχει στοιχεία για τους μετανάστες; Κι όμως, αυτή είναι μια από τις δουλειές των κυβερνήσεων σε όλον τον κόσμο.

Είμαι βέβαιος πως η σχεδόν ανύπαρκτη πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων στο μεταναστευτικό θέμα δεν είναι καθόλου τυχαία. Ο κανονισμός «Δουβλίνο ΙΙ» -τον οποίο επικαλούνται οι ελληνικές κυβερνήσεις- είναι ένα ισχυρό επιχείρημα, αλλά το ερώτημα είναι «γιατί ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης ψήφισαν το ‘Δουβλίνο ΙΙ’ το 2003; Τι έκανε η κυβέρνηση Καραμανλή, όταν το μεταναστευτικό ζήτημα γιγαντώθηκε;». Σε κάθε περίπτωση, ο κανονισμός «Δουβλίνο ΙΙ» θα τροποποιηθεί οπωσδήποτε –και υπό την πίεση του μεγάλου μεταναστευτικού ρεύματος από τις αραβικές χώρες-, οπότε οι μάσκες θα πέσουν.

Οι μετανάστες ήταν ένας από τους κύριους παράγοντες για το «οικονομικό θαύμα» της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια. Σήμερα, χρησιμοποιούνται από την κυβέρνηση –και μέρος του πολιτικού συστήματος- για να απορροφήσουν την οργή ενός μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας, ώστε να μην στραφεί εναντίον τους. Θέλει κότσια για να τα βάλεις με την εξουσία που σε οδήγησε στη χρεοκοπία, την ανεργία και τον εξευτελισμό αλλά είναι πιο εύκολο να ξεσπάσεις σε μετανάστες χωρίς δικαιώματα από το Πακιστάν και τη Σρι Λάνκα.

Είναι άσχημο να την πατάς συνέχεια και να πέφτεις σε όλες τις λούμπες που θέλουν να σε ρίξουν. Την ώρα που κάποιοι θα κυνηγούν τους εξαθλιωμένους μετανάστες, εγώ θα έχω το νου μου σε κάτι άλλους μετανάστες, πλούσιους και νόμιμους. Τους λένε «επενδυτές». Και έρχονται για να αγοράσουν ό,τι έχει απομείνει από την ξεπουλημένη χώρα μας.

Οι μετανάστες είναι παράνομοι στην Ελλάδα, επειδή δεν θέλουμε να είναι νόμιμοι. Δεν μας συμφέρει – ή τουλάχιστον έτσι νομίζουμε. Είναι τέτοια η κατρακύλα της ελληνικής κοινωνίας που –μακάρι να βγω ψεύτης- δεν θα αργήσει η μέρα που οι Έλληνες θα εργάζονται παράνομα στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Παράνομα και φτηνά. Έλληνες λαθρομετανάστες. Τι; Κανένας άνθρωπος δεν είναι λαθραίος; Άργησες.

 

pitsirikos.net/2011/03/έλληνες-λαθρομετανάστες/

Αρνούμαστε να πληρώσουμε εισιτήριο στα ΜΜΜ. ΠΩΣ ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΣΤΑΣΗ ΜΑΣ!!!

Εάν ελεγκτής μας ζητήσει το εισιτήριο ή τα στοιχεία μας:

1.             Αρνούμαστε να δώσουμε τα στοιχεία μας στον ελεγκτή. Στοιχεία δίνουμε μόνο αν μας τα ζητήσει οποιοσδήποτε αστυνομικός (ακόμα και εκτός υπηρεσίας), πταισματοδίκης ή ειρηνοδίκης, που θα βρίσκεται ή θα έλθει στο λεωφορείο/τρένο.

2.            Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να ακολουθήσουμε τον ελεγκτή οπουδήποτε. Ούτε βέβαια οποιονδήποτε security.  Αν μας εξαναγκάσει να τον ακολουθήσουμε με τη βία, του κάνουμε μήνυση για παράνομη βία, εκβίαση και παράνομη κατακράτηση. Καλούμε τότε εμείς την αστυνομία και απαιτούμε τη σύλληψή του. Συγκρατούμε σε κάθε περίπτωση τα διακριτικά του (αριθμός στο καρτελάκι του).  Αν βιαζόμαστε να φύγουμε, συγκρατούμε τα διακριτικά του και του κάνουμε μήνυση αργότερα.

3.            Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να περιμένουμε την άφιξη της αστυνομίας.

4.            Για μεγαλύτερη ταχύτητα στη λήξη του επεισοδίου, κατεβαίνουμε στην επόμενη στάση, χωρίς δισταγμό.

5.            Η αστυνομία δεν μπορεί να μας συλλάβει (μόνο να πάρει τα στοιχεία μας) διότι το αδίκημα διώκεται κατ’ έγκληση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να έχει υποβληθεί μήνυση από τον νόμιμο εκπρόσωπο της εταιρίας (όχι υπάλληλο) συγκεκριμένα για το δικό μας πρόσωπο (πράγμα αδύνατο).

6.            Εάν ο οδηγός αρνείται να ανοίξει τις πόρτες (παγιδεύοντας έτσι και τους άλλους επιβάτες), του δηλώνουμε ότι διαπράττει παράνομη κατακράτηση και ότι θα τον μηνύσουμε (πράγμα που κάνουμε εφόσον οδηγηθούμε τελικά στο τμήμα), απευθυνόμενοι ταυτόχρονα και τους συνεπιβάτες μας, εξηγώντας ότι αυτό που κάνει ο οδηγός και ο ελεγκτής είναι παράνομο και ότι όπως σε όλα τα άλλα ζητήματα, η κυβέρνηση, μας τα παίρνει εκβιαστικά και τα δίνει σε εταιρίες και τράπεζες. Με επίγνωση του δίκιου μας, κάνουμε συμμάχους τους συνεπιβάτες μας.

7.             Εάν έλθουν οι αστυνομικοί, τους δίνουμε τα στοιχεία μας και απαιτούμε να συλλάβουν αμέσως, τον ελεγκτή ή και τον οδηγό, διότι μας κράτησαν παράνομα εντός του λεωφορείου (ή γραφείου ή σταθμού κλπ), και ζητούμε να εφαρμόσουν την αυτόφωρη διαδικασία και να οδηγηθούν οι υπαίτιοι, αμέσως στο αστυνομικό τμήμα.

8.            Αστυνομικοί που αρνούνται να συλλάβουν τον ελεγκτή/οδηγό κατόπιν της μήνυσής μας, διαπράττουν παράβαση καθήκοντος. Μπορούμε να τους μηνύσουμε και να υποβάλουμε έγγραφη Αναφορά εναντίον τους στο ΑΤ., κοινοποιούμενη στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη.

9.            Σε κάθε περίπτωση επικοινωνούμε με τα τηλέφωνα των Επιτροπών Αγώνα του «Δεν πληρώνω», απ’ όπου δεχόμαστε τη βοήθεια συναγωνιστών και δικηγόρων μελών του κινήματος.

 

http://denplirono.wordpress.com/2011/03/05/%ce%b1%cf%81%ce%bd%ce%bf%cf%8d%ce%bc%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%b5-%ce%bd%ce%b1-%cf%80%ce%bb%ce%b7%cf%81%cf%8e%cf%83%ce%bf%cf%85%ce%bc%ce%b5-%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%b9%cf%84%ce%ae%cf%81%ce%b9%ce%bf-%cf%83/#more-613

ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΑΓΩΝΑ ΤΩΡΑ ΣΤΗΝ ΑΤΤΙΚΗ ΟΔΟ: ΜΗΝΥΣΗ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΥΠΕΥΘΥΝΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΡΟΧΑΙΑΣ

Σήμερα 10.2.2011 τα μέλη των Επιτροπών Αγώνα «Δεν πληρώνω» Ιωσήφ Παπαδόπουλος και Κώστας Κωνσταντόπουλος στη διέλευση τους από την Αττική Οδό ζήτησαν την έκδοση πιστωτικού λόγω αδυναμίας πληρωμής. Οι υπάλληλοι αρνήθηκαν την έκδοση του νόμιμου φορολογικού στοιχείου, αρνήθηκαν να επιτρέψουν την διέλευση των συμπολιτών μας, ενώ ταυτόχρονα άνδρες της τροχαίας που παρευρίσκονταν τους κάλεσαν να περάσουν από τα διόδια προκειμένου να μην δημιουργήσουν πρόβλημα στις διελεύσεις .Τα μέλη των ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ ΑΓΩΝΑ ζήτησαν την συνδρομή των αστυνομικών οργάνων για την άρνηση έκδοσης πιστωτικού και για την παράνομη κατακράτηση και αντί αυτού εισέπραξαν από τους «προστάτες του πολίτη το ντροπόσημο Ρέππα ¨ενώ αφαιρέθηκαν και οι πινακίδες των οχημάτων τους. Σημειωτέον ότι τα μέλη των Επιτροπών μας συνοδεύουν Γαλλικό τηλεοπτικό δίκτυο που κάνει ρεπορτάζ για τα διόδια στην Ελλάδα. Αυτή τη στιγμή τα μέλη μας μαζί με τον προϊστάμενο των διοδίων και τον υπάλληλο θα κατευθυνθούν μετά από δική τους απαίτηση στο Αστυνομικό τμήμα Παπάγου προκειμένου να υποβάλλουν μηνύσεις κατά: Των υπευθύνων της Αττικής Οδού για παράνομη κατακράτηση και άρνηση έκδοσης νόμιμων φορολογικών στοιχείων όσο και κατά των αστυνομικών της τροχαίας για παράνομη κατακράτηση και παράβαση καθήκοντος. Ο εθνικός εργολάβος μπορεί να πιστεύει ότι εκτός από το πολιτικό προσωπικό της χώρας μπορεί να χρησιμοποιεί και τα θεσμικά όργανα υπέρ των συμφερόντων του. Γελιέται οικτρά. Η ΑΤΤΙΚΗ ΟΔΟΣ ανήκει στους εργαζόμενους και τους φορολογούμενους πολίτες που την έχουν χρυσοπληρώσει. Δεν θα επιτρέψουμε να κερδοσκοπούν σε βάρος μας. Δεν θα επιτρέψουμε να λεηλατούν τη δημόσια περιουσία. Την απάντησή μας θα παίρνουν καθημερινά με συλλογικά μαζικά ανοίγματα της οδού μέχρι να τα μαζέψουν και να φύγουν. Οι εργολάβοι και η κυβέρνησή τους.

Επιστολή των 3 φυλακισμένων μελών του Επαναστατικού Αγώνα

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ

ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΟΠΛΗ ΣΥΜΠΛΟΚΗ ΤΗΣ ΔΑΦΝΗΣ

ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΕΠΕΣΕ ΜΑΧΟΜΕΝΟΣ Ο ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ ΛΑΜΠΡΟΣ ΦΟΥΝΤΑΣ

 

 

Η καλύτερη πολιτική τιμή

για έναν σύντροφο που έχασε

τη ζωή του στον αγώνα

είναι η συνέχιση του αγώνα του.

Τα ξημερώματα της 10 Μάρτη του 2010 στη Δάφνη ο σύντροφος μας στον Επαναστατικό Αγώνα Λάμπρος Φούντας έχασε τη ζωή του πολεμώντας τα ένοπλα σκυλιά του καθεστώτος.

Τα ξημερώματα της 10 Μάρτη του 2010 ήταν ο Επαναστατικός Αγώνας που έχασε ένα κομμάτι του εαυτού του στη Δάφνη. Είμαστε εμείς που πέσαμε και σηκωθήκαμε για να συνεχίσουμε τον αγώνα μας, για να συνεχίσουμε τον αγώνα του συντρόφου.

Ήταν οι μέρες που ο Επαναστατικός Αγώνας βρισκόταν στην τελική ευθεία για την πραγματοποίηση ενός ακόμα χτυπήματος. Ενός χτυπήματος που θ’ αποτελούσε έναν ακόμη σταθμό στην αγωνιστική πορεία που ξεκινήσαμε εν όψει της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Την πορεία αυτή χαράξαμε μαζί με τον σύντροφο Λάμπρο Φούντα σε μια περίοδο που η χρηματοπιστωτική κρίση βρισκόταν στα αρχικά της στάδια. Τότε, δεν είχε γίνει ακόμη κατανοητή σε πολλούς ούτε η έκταση ούτε το βάθος της. Στην Ελλάδα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας είχε πειστεί από την καθεστωτική προπαγάνδα της τότε κυβέρνησης, πως η κρίση δεν πρόκειται να πλήξει τη χώρα, της οποίας η οικονομία στηρίζοταν σε «γερά θεμέλια», ενώ αντιμετωπιζόταν ως μια δύσκολη μεν, αντιμετωπίσιμη δε επιπλοκή στη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, που με τους κατάλληλους χειρισμούς από την οικονομική και πολιτική ελίτ μπορούσε να μην επεκταθεί σε άλλους τομείς της οικονομίας.

Ως πολιτική συλλογικότητα είμαστε πεπεισμένοι πως η παγκόσμια κρίση που πυροδοτήθηκε από το σκάσιμο της φούσκας των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων χαμηλής φερεγγυότητας στης ΗΠΑ, ήταν ένα μεγάλο χτύπημα σε μια από τις πλέον κεντρικές λειτουργίες του συστήματος -για να είμαστε πιο ακριβείς στον αιμοδότη της παγκόσμιας οικονομίας- τον χρηματοπιστωτικό τομέα, που ήρθε ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα της συστημικής κρίσης, η οποία υπέβοσκε για δεκαετίες, πλήττοντας τη μια μετά την άλλη κάθε διάσταση του συστήματος: την κοινωνική, την οικονομική, την πολιτική, την περιβαλλοντολογική.

Είμαστε πεπεισμένοι πως η κρίση αυτή θα έπληττε με ιδιαίτερη σφοδρότητα και την Ελλάδα, καθώς η χώρα για χρόνια βούλιαζε λόγω του υπέρογκου δημόσιου χρέους. Το 2009 για το συγκεκριμένο ζήτημα γράφαμε: «Στην Ελλάδα, όπως και σε πολλές άλλες χώρες, βρισκόμαστε υπό ένα καθεστώς δουλείας, με το υπερεθνικό κεφάλαιο να επιβάλλει με τον βούρδουλα του χρέους και των ελλειμμάτων, τους πιο απεχθείς όρους φορολόγησης, εργασίας, αμοιβών και συνταξιοδοτήσεων, όρους που καμιά κοινωνία δεν μπορεί και δεν πρέπει να ανέχεται. Όπως δεν πρέπει να ανέχεται για το συμφέρον των μεγάλων τοκογλύφων, ντόπιων και ξένων, να κόβονται οι δημόδιες δαπάνες, να ξεψυχούν τομείς όπως η δημόσια υγεία, να κλείνουν νοσοκομεία. Οι εγκληματίες που ηγούνται της διεθνούς χρηματαγοράς, ήδη έχουν ξεκινήσει τη μεγάλη κερδοσκοπική εφόρμηση στην αγορά του χρέους, καθώς τα στοιχήματα για την κατάρρευση διαφόρων χωρών βρίσκονται στην κορυφή των προτιμήσεων της αγοράς». (1)

Στο ίδιο κείμενο, στους πρώτους μήνες του 2009, μιλούσαμε για τους όρους που η υπερεθνική οικονομική και πολιτική εξουσία θα απαιτούσε απο την καταχρεωμένη Ελλάδα, όρους που ένα χρόνο αργότερα είδαμε στο μνημόνιο της τρόικας: «Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είναι διατεθειμένη να δεχτεί εν λευκώ κάθε όρο του μεγάλου κεφαλαίου, όσο δυσβάσταχτος και αν είναι, να επιβάλει δια πυρός και σιδήρου και τις πιο ακραίες νεοφιλελεύθερες επιταγές που τις υποδεικνύει η αγορά και οι πολιτικές συμμαχίες που την υπηρετούν, όπως η Ε.Ε και να ματώσει την ελληνική κοινωνία, προκειμένου ν’ ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις της προς τους δανειστές της. Πιστεύει βέβαια πως, για πολιτικούς λόγους που αφορούν την καθεστωτική σταθερότητα στη χώρα και στην ευρύτερη περιοχή, οι αγορές δεν θα την εγκαταλείψουν».

Βέβαια, η κυβέρνηση της Ν.Δ. μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη, απαξιώθηκε πλήρως στα μάτια της διεθνούς οικονομικής και πολιτικής ελίτ, αφού φάνηκε ανίκανη να διαχειριστεί μια κοινωνική έκρηξη και κατ’ επέκταση κρίθηκε ακατάλληλη να διαχειριστεί ένα ιδιαίτερα ευμετάβλητο κοινωνικό πεδίο, έτσι όπως αυτό διαμορφωνόταν καθώς η χώρα βυθιζόταν όλο και πιο βαθιά στην κρίση. Γι’ αυτό και η ίδια η ελίτ «έσπρωχνε» την τότε κυβέρνηση πρός την έξοδο απο την εξουσία, προωθώντας το ΠΑΣΟΚ ως το πιο κατάλληλο κόμμα, για να διασφαλίσει την όσο το δυνατό ομαλότερη πορεία της χώρας πρός την νέα οικονομική και πολιτική συνθήκη που ζούμε σήμερα και που ορίζεται απο την κατοχική συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-Τρόικας ( ΔΝΤ, ΕΕ, ΕΚΤ ).

Ένα χρόνο πρίν την υπογραφή του μνημονίου στο ίδιο κείμενο αναφερόμαστε στην αναγκαιότητα μιας επαναστατημένης κοινωνίας να επιβάλλει στάση πληρωμών, λέγοντας: «η πολιτική βούληση για μια κοινωνία ν’ αποτινάξει μια για πάντα το ζυγό του χρέους απο πάνω της, όχι μόνο γιατί δεν τον αντέχει αλλά γιατί δεν τον θέλει, είναι συνυφασμένη με την απόφαση ν’ αντιπαρατεθεί με το σύνολο της πολιτικής εξουσίας, με την απόφαση να έρθει σε ρήξη με το οικονομικό και πολιτικό σύστημα, με την απόφαση ν’ ανατρέψει το καθεστώς που την κρατάει σκλαβωμένη».

Όσον αφορά την αναπόφευκτη και τυπική πλέον χρεωκοπία του ελληνικού οικονομικού συστήματος, τον Ιανουάριο του 2009 γράφαμε: «Η προσεχής κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας και η κοινωνική αναταραχή που θ’ ακολουθήσει, μπορεί να πυρροδοτήσουν αλυσιδωτές αντιδράσεις και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς οι κοινωνίες τους βρίσκονται ήδη σε δεινή οικονομική και κοινωνική θέση».(2)

Είμαστε πεπεισμένοι σαν συλλογικότητα και το είχαμε καταγράψει ήδη απο το 2005 (3), πως η ελληνική οικονομία όχι μόνο δεν ήταν ισχυρή αλλά πως ήταν ιδιαίτερα επιρρεπής στις αναταράξεις μιας επικείμενης παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Το σκάσιμο της φούσκας των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων χαμηλής φερεγγυότητας στις ΗΠΑ, για εμάς απλώς σήμανε την έναρξη της μεγάλης κρίσης, «της μεγαλύτερης στην ιστορία του καπιταλισμού και της οικονομίας της αγοράς. Και αυτό γιατί αφορά την πρώτη πραγματικά παγκόσμια κρίση μεγάλου μεγέθους, η οποία διαχέεται σε κάθε φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας και εξαπλώνεται σε όλον τον πλανήτη λόγω της έντονης αλληλεξάρτησης σε συνθήκες οικονομικής παγκοσμιοποίησης. Επίσης, παρά τις σοβαρές ποιοτικές διαφορές με την κρίση του ’29, είναι πιο σοβαρή απο εκείνη, όχι μόνο λόγω της ευρήτητας αλλά και λόγω του γεγονότος ότι το σύστημα εκείνη την περίοδο μπορούσε πιο εύκολα να ελεγχθεί». (4)

Την ίδια περίοδο μιλούσαμε για την επόμενη κρίση στην αγορά των τροφίμων που θα ερχόταν ως αποτέλεσμα των κερδοσκοπικών «παιχνιδιών» της οικονομικής ελίτ στα χρηματιστήρια, όπου «επενδύονται» στην πείνα και στην εξόντωση ολόκληρων φτωχών πληθυσμών τα πλεονάσματα κεφαλαίων που συσσώρευονται στην χρηματοοικονομική σφαίρα.

Είχαμε μιλήσει για τις επόμενες εξεγέρσεις στις χώρες της καπιταλιστικής περιφέρειας που θα πυροδοτούσαν οι ελλείψεις στο ψωμί και στα βασικά τρόφιμα. Σήμερα ο λαϊκός ξεσηκωμός στις χώρες της Β. Αφρικής, που στη Λιβύη έχει πάρει τον χαρακτήρα της ένοπλης σύγκρουσης για την ανατροπή του καθεστώτος, αποτελεί μια εικόνα από το μέλλον των χωρών του καπιταλιτικού κέντρου. Είναι μια εικόνα από το μέλλον το δικό μας που δεν πρόκειται να αργήσει να έρθει.

Η κρίση για εμάς, για τον σύντροφο Λάμπρο Φούντα, θα άνοιγε νέους ορίζοντες για τους επαναστάτες και θα μας πρόσφερε τη μοναδική ευκαιρία, να προωθήσουμε την επαναστατική υπόθεση. «Αυτή άλλωστε είναι και η ευκαιρία που προσφέρει κάθε μεγάλη οικονομική κρίση. Είναι η εποχή που κορυφώνεται η κοινωνική, πολιτική αλλά και η ηθική απαξίωση απέναντι σε ένα καθεστώς που βρίσκεται στη μέγιστη παρακμή του. Είναι η εποχή που αναμένονται οι μέγιστες κοινωνικές αντιδράσεις και οι κοινωνικές εκρήξεις. Είναι η εποχη που μια πραγματικά αισχρή μειοψηφία ωφελείται πλέον από το οικονομικό και πολιτικό αυτό σύστημα. Είναι η εποχή που ανοίγουν οι μεγαλύτερες ρωγμές ανάμεσα στην ελίτ και τους υπερασπιστές τους από τη μία και στο μεγαλύτερο τμήμα της κοινωνίας που μαστίζει η κρίση από την άλλη. Είναι η εποχή που δίνεται η μοναδική ευκαιρία στις επαναστατικές δυνάμεις να δράσουν προς την κατεύθυνση της επανάστασης». (5)

Έχοντας ως πυξίδα πάντα την τελική σύγκρουση με το καθεστώς για την ανατροπή και την κοινωνική επανάσταση, είχαμε εκπονήσει ως οργάνωση μαζί με τον σύντροφο Λάμπρο Φούντα ένα σχέδιο δράσης το οποίο είχε δυο κεντρικές πολιτικές κατευθύνσεις. Η πρώτη αφορούσε την όσο το δυνατό μεγαλύτερη συμβολή μας στην αποσταθεροποίηση ενός ήδη ασταθούς, λόγω κρίσης, καθεστώτος. Για το σκοπό αυτό προγραμματίζαμε βάση της ανάλυσής μας, χτύπηματα που στόχευαν σε θεσμούς, οργανισμούς και μηχανισμούς οι οποίοι έπαιζαν ένα σημαντικό ρόλο στη δημιουργία της κρίσης, τόσο διεθνώς όσο και στην Ελλάδα, που κατέχουν κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση των σύγχρονων οικονομικών και πολιτικών συνθηκών, που ευθύνονται γαι το νέο ολοκληρωτισμό. Για εμάς ήταν καθήκον επαναστατικό, όχι απλώς να μην μείνουμε θεατές στη κρίση, αλλά να επιχειρήσουμε με όλες μας τις δυνάμεις και με κάθε κόστος να κάνουμε τη κρίση αυτή όσο πιο σοβαρή γίνεται για το ίδιο το σύστημα, να σαμποτάρουμε κάθε δυνατότητα ξεπεράσματός της. Ήταν χρέος μας να πλήξουμε την οικονομική και πολιτική ελίτ, να πλήξουμε αυτούς που ευθύνονται για τη φτώχεια, τη δυστυχία, την ανέχεια, το θάνατο που μαστίζει τη χώρα μας και όλο τον πλανήτη. Ήταν χρέος μας να χτυπήσουμε την ελίτ που όχι μόνο είναι υπεύθυνη για την κρίση αλλά βλέπει σ’ αυτήν την ευκαιρία για ν’ αυξήσει την οικονομική της δύναμη, για ν’ αυξήσει την κοινωνική ισχύ της. Ήταν χρέος μας να την πλήξουμε όσο μπορούμε και να βαθύνουμε τα ρήγματα στο ήδη ευάλωτο καθεστώς, να συμβάλουμε όσο το δυνατό περισσότερο στην παραπέρα αποσταθεροποίησή του. Ήταν χρέος μας ως επαναστατική οργάνωση να σπρώξουμε το καθεστώς προς την κατάρρευση.

Για τους παραπάνω λόγους οι επιλογές των στόχων μας γίνονταν με τέτοιο τρόπο ώστε να ικανοποιείται η πολιτική ανάγκη να δράσουμε εναντίον κομβικής πολιτικής σημασίας στόχους και συγχρόνως να είναι δυνατή η πραγματοποίηση χτυπημάτων που δεν θα είχαν απλώς συμβολικό χαρακτήρα, αλλά θα κατάφερναν να πλήξουν στο μέγιστο δυνατό βαθμό που μας επέτρεπε κάθε φορά η αντίστοιχη χωροταξία, τις ίδιες τις υποδομές του συστήματος.

Η δεύτερη πολιτική κατεύθυνση αφορούσε την όσο το δυνατό μεγαλύτερη συμβολή μας στην πολιτική και κοινωνική απονομιμοποίηση του καθεστώτος. Φιλοδοξία μας ήταν να συμβάλουμε όσο μπορούμε στη θεωρητική και ιδεολογική αποδόμησή του και όσων το στηρίζουν. Επίσης, επιδιώκαμε να συμβάλουμε στον εμπλουτισμό της επαναστατικής επιχειρηματολογίας ενάντια στους διάφορους αριστερούς καλοθελητές του συστήματος, που βλέπουν τη κρίση ως ευκαιρία για να αναβαθμιστούν πολιτικά και για να αποκτήσουν ένα ρόλο – ρυθμιστή στη «βελτίωση» και τον «εξανθρωπισμό» του συστήματος. Για αυτούς τους πολιτικούς αριβίστες οι εκδηλώσεις της κοινωνικής αγανάκτησης και οργής είναι απλώς εργαλεία χρήσης για τον δικό τους στόχο που συνδέεται με τη συνδιαχείρηση του συστήματος και με το μοίρασμα της εξουσιαστικής πίτας.

Φιλοδοξία της συλλογικότητάς μας ήταν να βοηθήσουμε στη θεωρητική «οχύρωση» της ανατρεπτικής δράσης που πρόκειται να δοκιμαστεί ιδιαίτερα εν μέσω του ρευστού πολιτικού περιβάλλοντος, έτσι όπως αυτό διαμορφώνεται λόγω της πολυδιάστατης συστημικής κρίσης, η οποία βαθαίνει όλο και περισσότερο.

Με βάση αυτό το πολιτικό πλαίσιο και το συλλογικό σχέδιο δράσης, ο Επαναστατικός Αγώνας άνοιξε έναν κύκλο δράσης εν μέσω της παγκόσμιας κρίσης με επιθέσεις εναντίον στόχων όπως η Citibank, η Eurobank και το Χρηματιστήριο. Στη συνέχιση αυτού του κύκλου δράσης εντασσόταν η προπαρασκευαστική ενέργεια της απαλλοτρίωσης του οχήματος στη Δάφνη, στις 10 Μάρτη του 2010, κατα τη διάρκεια της οποίας ο σύντροφος Λάμπρος Φούντας έδωσε τη μάχη με τους μπάτσους.

Τελικός μας στόχος, τελικός στόχος του ίδιου του συντρόφου μας, ήταν να μην επιτρέψουμε η κρίση του συστήματος να γίνει ευκαιρία για το κράτος και τ’ αφεντικά για μια γενικευμένη πολιτική και οικονομική αναδιάρθρωση προς την κατεύθυνση της ακόμη μεγαλύτερης συγκέντρωσης κοινωνικής ισχύος στα χέρια της κυρίαρχης αισχράς μειοψηφίας. Να μεγαλώσουμε την κρίση αξιοπιστίας του συστήματος, να συμβάλουμε στην τελική χρεοκοπία του.

Ως Επαναστατικός Αγώνας, ως συλλογικότητα μαζί με τον σύντροφο Λάμπρο Φούντα είχαμε μια κοινή επιλογή: Να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις για να κάνουμε την κρίση ευκαιρία για την ανατροπή του καθεστώτος, ευκαιρία για την Κοινωνική Επανάσταση.

Τελικά, ο σύντροφος Λάμπρος έδωσε την ίδια του την ζωή σ’ αυτό τον σκοπό. Έδωσε τη ζωή του προετοιμάζοντας ένα ακόμη χτύπημα – απάντηση στο καθεστώς. Έδωσε τη ζωή του πολεμώντας όχι απλώς τους μπάτσους σ’ ένα στενό της Δάφνης. Έδωσε τη ζωή του για να μην περάσει η κατοχή της ελληνικής κυβέρνησης, του ΔΝΤ, της Ε.Ε και της ΕΚΤ. Για να μην περάσει η σύγχρονη χούντα του κράτους και του κεφαλαίου. Για να μην περάσει ο νέος ολοκληρωτισμός που η οικονομική και πολιτική ελίτ θέλει να επιβάλλει σε όλο τον πλανήτη με αφορμή την παγκόσμια οικονομική κρίση. Ο σύντροφος έδωσε τη ζωή του πολεμώντας ώστε να γίνει η κρίση ευκαιρία για την Κοινωνική Επανάσταση.

Αυτό ήταν το πολιτικό και ιστορικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται ο επαναστάτης Λάμπρος Φούντας. Η δράση του ήταν άμεσα συνεδεμένη με τα μεγαλύτερα ζητήματα που αφορούν την ελληνική κοινωνία αλλά και όλο τον πλανήτη. Γι’ αυτό και του αρμόζει να γίνει «σημαία» αντίστασης στην κατοχική κυβέρνηση, «σημαία» αντίστασης και αγώνα ενάντια στην οικονομική και πολιτική ελίτ, «σημαία» αντίστασης και αγώνα ενάντια στο κράτος και το κεφάλαιο. Γι’ αυτό και του αρμόζει να γίνει «σημαία» στον αγώνα για την απελευθέρωση όλων των ανθρώπων. Να γίνει «σημαία» της Κοινωνικής Επανάστασης.

Τον σύντροφο Λάμπρο Φούντα δεν τον γνωρίσαμε φυσικά, στους κόλπους του Επαναστατικού Αγώνα. Όλοι μας έχουμε τις ίδιες πολιτικές καταβολές καθώς προερχόμαστε από την ίδια κινηματική μήτρα. Όλοι μας στον Επαναστατικό Αγώνα είμασταν, είμαστε και θα είμαστε αναρχικοί και μοιραζόμαστε πολλές κοινές στιγμές αγώνα. Μια σημαντική αγωνιστική στιγμή για τον σύντροφο και για κάποιους από εμάς ήταν το Πολυτεχνείο του ’95. Πολυάριθμες άλλες πολιτικές συναντήσεις σε αγώνες είχαν προηγηθεί πριν ανταμώσουμε στον Επαναστατικό Αγώνα. Στη συλλογικότητα που σημάδεψε τη συντροφική μας σχέση με τον Λάμπρο Φούντα με τον πλέον καθοριστικό τρόπο. Στη συλλογικότητα που φράσεις όπως «η ολόψυχη αφοσίωση στον αγώνα» βρίσκει την έννοια της στο πρόσωπο του συντρόφου. Και που εμείς δεν πρόκειται να εγκαταλείψουμε, γιατί εγκαταλείπουμε μια κοινή ιστορία, εγκαταλείπουμε τις κοινές επιθυμίες, εκαταλείπουμε τους κοινούς στόχους. Εγκαταλείπουμε τον ίδιο τον σύντροφο. Εγκαταλείπουμε τον ίδιο μας τον εαυτό.

Για εμάς τους συντρόφους του στον Επαναστατικό Αγώνα δεν είναι νεκρός. Είναι στο αίμα μας και στον αέρα που αναπνέουμε σαν αγωνιστές. Είναι μέσα στους στόχους και τους σκοπούς μας. Είναι ένα με την οργάνωση και τον αγώνα μας. Είναι κάθε μέρα, κάθε στιγμή παρών. ΕΙΝΑΙ ΑΘΑΝΑΤΟΣ .

 

 

Συγκέντρωση στις 10 Μάρτη και ώρα 16:00 μ.μ. στην πλατεία Καλογήρων στη Δάφνη και πορεία στο σημείο που ο σύντροφος Λάμπρος Φούντας έδωσε τη μάχη με τους μπάτσους.

 

 

Κώστας Γουρνάς, Πόλα Ρούπα, Νίκος Μαζιώτης

 

 

 

 

(1) Προκήρυξη ανάληψης ευθύνης για την απόπειρα ανατίναξης των κεντρικών γραφείων της Citibank στην Κηφησιά στις 18/02 και την έκρηξη στο υποκατάστημα της Citibank στη Ν.Ιωνία στις 09/03 αντίστοιχα.

(2) Προκήρυξη ανάληψης ευθύνης για την ένοπλη επίθεση εναντίον των ΜΑΤ στο υπουργείο Πολιτισμού στις 05/01/2009.

(3) Προκήρυξη ανάληψης ευθύνης για την έκρηξη στο υπουργείο Απασχόλησης στις 02/06/2005 και την έκρηξη στο υπουργείο Οικονομίας στις 12/02/2005.

(4) Προκήρυξη ανάληψης ευθύνης για την απόπειρα ανατίναξης των κεντρικών γραφείων της Citibank στην Κηφησιά και την έκρηξη στο υποκατάστημα της Citibank στη Ν.Ιωνία.

(5) Προκήρυξη ανάληψης ευθύνης για την ένοπλη επίθεση εναντίον των ΜΑΤ στο υπουργείο Πολιτισμού.

159 ΓΙΑΤΡΟΙ ΚΑΤΑΓΓΕΛΟΥΝ – ΣΥΜΠΑΡΙΣΤΑΝΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΑΠΕΡΓΟΥΣ ΠΕΙΝΑΣ

Οι γιατροί που στεκόμαστε στο πλευρό των 300 μεταναστών εργατών απεργών πείνας και στο δίκαιο – ηρωϊκό αγώνα για τη νομιμοποίησή τους, καταγγέλλουμε σε όλους τους Έλληνες και ξένους εργαζόμενους τις τεράστιες ευθύνες της κυβέρνησης και της βάρβαρης πολιτικής της που αρνείται έστω και την ύστατη στιγμή την ικανοποίηση των δίκαιων αιτημάτων τους. Με παρωδίες διαλόγου και προσποιητό «ανθρωπισμό» ακόμα και τώρα, παρά το πολύμορφο και ισχυρό μέτωπο αλληλεγγύης από συνδικάτα, μαζικούς φορείς, πολιτικές και πολιτιστικές οργανώσεις, επιμένει να καλλιεργεί τα ρατσιστικά, φοβικά και διαιρετικά αντανακλαστικά στους εργαζόμενους με δηλώσεις τύπου «αν νομιμοποιήσω εσάς θα πρέπει να νομιμοποιήσω 500.000!!!».

Έπειτα από 43 ημέρες απεργίας πείνας η κατάσταση από ιατρικής-επιστημονικής πλευράς για την υγεία των συνανθρώπων μας είναι πλέον ανεξέλεγκτη και σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να αποδειχτεί μη αντιστρεπτή, ακόμα και με νοσοκομειακή υποστήριξη.

Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, στο πλαίσιο της αντιμεταναστευτικής πολιτικής της ΕΕ και της Ευρώπης – Φρούριο, θα βάψει τα χέρια της με το αίμα των ξένων εργατών; Θα επαναλάβει τον κυνισμό της Θάτσερ απέναντι στους ιρλανδούς απεργούς πείνας που συγκλόνισε όλη την πολιτισμένη ανθρωπότητα; Το πολιτικό συμφέρον και ο καιροσκοπισμός θα υπερισχύσει του ανθρωπισμού και του δημοκρατικού δικαίου; ΑΠΟ ΕΔΩ ΚΑΙ ΠΕΡΑ Η ΕΥΘΥΝΗ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΔΙΚΗ ΤΗΣ.

Καταγγέλλουμε επίσης την προσπάθεια κυβερνητικών υγειονομικών παραγόντων καθώς και ελάχιστων «συναδέλφων» που είτε με προσπάθεια βίαιης σίτισης είτε με επίδειξη αδιαφορίας για τη νοσηλεία των μεταναστών, παραβιάζοντας τον όρκο του Ιπποκράτη, επιχειρούν να ξεφτιλίσουν τον αγώνα τους και να ρίξουν τις ευθύνες στους ίδιους.

Οι 300 μετανάστες που από την Τρίτη 25 Ιανουαρίου κάνουν απεργία πείνας, στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, απαιτώντας να νομιμοποιηθούν και να μην δουλεύουν σε αυτή τη χώρα χωρίς χαρτιά και χωρίς δικαιώματα, έχουν ήδη νικήσει. Παρά τους καθημερινούς εξευτελισμούς και την υπερεκμετάλλευση διδάσκουν πολιτισμό και αξιοπρέπεια. Ο αγώνας τους είναι δίκαιος, στρέφεται ενάντια στα τείχη του αίσχους που υψώνονται στα σύνορα  και στα γκέτο της ντροπής που φτιάχνονται στις πόλεις, ενάντια στην εργοδοτική αυθαιρεσία, την αστυνομική βαρβαρότητα, τη ρατσιστική και τη φασιστική τρομοκρατία.

Αυτή η κυβέρνηση που συμμετείχε και συμμετέχει στις ιμπεριαλιστικές εισβολές στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, που υποστηρίζει το κράτος-τρομοκράτη Ισραήλ, που δεν έχει κανένα πρόβλημα να δώσει τη Σούδα στους Αμερικανούς για νέες επεμβάσεις (και άρα νέα κύματα μεταναστών) δίνει δικαιώματα μόνο στους ισχυρούς.

Είναι η ίδια κυβέρνηση που έχει κηρύξει πόλεμο κατά της κοινωνίας, που καταστρέφει εργασιακά, ασφαλιστικά και κοινωνικά δικαιώματα, που καταδικάζει στη φτώχεια και την ανασφάλεια εκατομμύρια έλληνες εργαζόμενους, άνεργους και συνταξιούχους. ΣΕ ΛΙΓΟ ΘΑ ΜΑΣ ΒΡΕΙ ΟΛΟΥΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ.

 

ΟΛΟΙ ΤΩΡΑ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ 300 ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ. ΙΣΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ.

Ένα τραγούδι για τους 300 μετανάστες εργάτες απεργούς πείνας

«Νερό κι αλάτι»

 

«…Για τους δικούς σου, από την ώρα που φεύγεις μετανάστης είσαι ήδη σαν νεκρός, στρώνουν κάθε βράδυ τραπέζι κι εσύ λείπεις. Τους είπα να με κλάψουν 40 μέρες, κι αυτό ήταν. Κι εμείς αν πεθάνουμε, θα κοιμόμαστε για πάντα ήσυχοι. Όμως, αυτοί που δε μας δίνουν μια σφραγίδα δε θα κοιμούνται ήσυχοι ποτέ. Θέλω να πω και μια κουβέντα στους Έλληνες φίλους που έκανα: μπήκατε στην καρδιά μου. Ζήσαμε ευτυχισμένοι. Και σε όλους αυτούς που μας φέρθηκαν άσχημα, μας έφαγαν λεφτά: σας τα χαρίζω, σαν να μην έχει γίνει τίποτα. Αντίο σας».
Χασάν.
Ένας από τους 300 εργάτες μετανάστες απεργούς πείνας.

Σαράντα μέρες κλάψε με πατέρα,
ρημάξανε τον τόπο μας, θα φύγω.
Ανθρώπινη ζωή θα πάω να χτίσω,
τους φράχτες και τις νάρκες θ’ αψηφήσω.
Στη φτώχεια που γεννήθηκα η ανάγκη με παιδεύει.
Αδιέξοδες οι μέρες μου κι οι νύχτες μου συντρίμμια.

Δουλέμποροι σταθήκανε μπροστά μου,
σε μαύρα σαπιοκάραβα με ρίξαν.
Με φόρτωμα της γης τους κολασμένους
στα άγρια τα πελάγη ξανοιχτήκαν.
Στο κύμα που λυσσομανά η ανάσα μας κομμένη,
να κρέμεται απ’ το βλέμμα μας μια τόση δα ελπίδα.

Σε τούτα εδώ τα χώματα που ήρθα,
στ’ αμπέλια, στις ελιές, μέσα στους κάμπους
αβγάτιζα το βιος του αφεντικού μου,
φωνή δεν είχα, μαύρη η δουλειά μου.
Κλεισμένος σ’ εργοτάξια, θαμμένος σε υπόγεια,
να τρέφονται απ’ τη σάρκα μου αχόρταγα θηρία.

Νερό κι αλάτι, 300 βράχοι και λίγοι κόκκοι ζάχαρης, πριν με μετρήσει η ζυγαριά να αργοσβήνω, πολεμώντας.

Ο ιδρώτας μου κυλούσε μες στις πόλεις,
σε δρόμους, εργοστάσια, ναυπηγεία.
Τα χέρια μου πληγιάζαν στους χειμώνες
που μάτωνα για ξένα μεγαλεία.
Και στήριγμα στους γέροντες που απόβλητοι σωπαίναν.
Στο άδειο προσκεφάλι τους μια στάλα από φροντίδα.

Αυτοί που νόμιμα μ’ απομυζούσαν
λαθραία ονομάσαν τη ζωή μου,
να ιδρώνω, να κοπιάζω, να παράγω,
μα δίκιο να μη βρίσκω στο κελί μου.
Και τρέμω τα τσιράκια τους που με παραφυλάνε.
Γυρεύω τα αδέρφια μου, τους ντόπιους τους εργάτες.

Νερό κι αλάτι, 300 βράχοι και λίγοι κόκκοι ζάχαρης, πριν με μετρήσει η ζυγαριά να αργοσβήνω, πολεμώντας.

Ο θάνατος πια δε θα με τρομάξει,
πεθαίνω τώρα πλάι σε συντρόφους.
Πατρίδα μου είναι η σφιχτή γροθιά μου
κι ο αγώνας για της τάξης μου τα δίκια.
Ζωή να χτίσω πάλεψα κι αυτοί με πολεμάνε.
Αυτοί που όλο το μόχθο μας δικό τους τον κρατάνε.

Νερό κι αλάτι, 300 βράχοι και λίγοι κόκκοι ζάχαρης, πριν με μετρήσει η ζυγαριά να αργοσβήνω, πολεμώντας.

Αντίο σας.

Αμπντούλ, Νορντίν, Αχμέντ,                          Εργάτη μετανάστη
Χαμίντ, Χασάν.                                           αδερφέ μου.

ΥΠΕΡΑΣΤΙΚΟΙ
24/2/2011

Download

[youtube]http://www.youtube.com/watch?v=Jx3cyo31zAs[/youtube]

ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ – ΠΩΣ ΠΕΡΝΑΜΕ;

Ακόμη δεν έχει τυπωθεί η τροπολογία σε ΦΕΚ συνεπώς δεν είναι νόμος. Συνεχίζουμε να σπρώχνουμε τις μπάρες μέχρι να τυπωθεί. Όταν τυπωθεί σε ΦΕΚ θα είναι νόμος και ακολουθούμε τις παρακάτω οδηγίες. Ζητάμε έκδοση Επί πιστώσει απόδειξης.

Δηλώνουμε στον υπάλληλο ότι «δεν μπορούμε να πληρώσουμε» δίνοντας τον αριθμό κυκλοφορίας του οχήματός μας. Ζητάμε να εκδοθεί απόδειξη με πίστωση και να ανοίξουν την μπάρα. Αν καθυστερούν προειδοποιούμε ότι: α) αν δεν ανοίξουν αμέσως την μπάρα καταστρατηγούν το συνταγματικό μας δικαίωμα για ελεύθερη μετακίνηση και διαπράττουν το ποινικό αδίκημα της παράνομης κατακράτησης, β) αν δεν εκδώσουν την απόδειξη διαπράττουν το φορολογικό αδίκημα της άρνησης εκδόσεως επί πιστώσει φορολογικού στοιχείου, γ) αν αρνηθούν να ανοίξουν διαπράττουν και το αδίκημα της πρόκλησης για εκτέλεση παράνομης πράξης.

Εάν καθυστερεί το άνοιγμα της μπάρας και διαπιστώσουμε ότι δεν υπάρχει τροχαία ανοίγουμε την μπάρα με απλή ώθηση προς τα εμπρός και συνεχίζουμε την πορεία μας. Εάν καθυστερεί το άνοιγμα της μπάρας και υπάρχει τροχαία τότε ζητάμε την συνδρομή του αστυνομικού, ώστε να κοπεί πιστωτικό και να ανοίξει η μπάρα.

Αν μας ζητηθεί να συμπληρώσουμε έντυπο αδυναμίας πληρωμής πριν από την υπογραφή μας γράφουμε: «Με επιφύλαξη της νομιμότητας καταβολής του τέλους». Σε περίπτωση που ο τροχονόμος δηλώσει αναρμόδιος ή αρνούνται να μας ανοίξουν την μπάρα καλούμε την αστυνομία στο 100 και ζητάμε να συλληφθεί ο ταμίας και ο υπεύθυνος των διοδίων και να οδηγηθούν στη δικαιοσύνη με την αυτόφορη διαδικασία για παράνομη κατακράτηση.

Τι άλλαξε στον ΚΟΚ; Στον κώδικα οδικής κυκλοφορίας προστέθηκε η εξής παράγραφος: «Απαγορεύεται η κυκλοφορία οχημάτων σε αυτοκινητοδρόμους, οδούς ταχείας κυκλοφορίας, σήραγγες και γέφυρες που διακρίνονται με ειδικές πινακίδες σήμανσης χωρίς την καταβολή διοδίου τέλους, όταν και όπου προβλέπεται η καταβολή αυτή. Για την καταβολή του διοδίου τέλους είναι υπόχρεοι εις ολόκληρον ο κύριος και ο οδηγός του οχήματος. Η βεβαίωση της παράβασης γίνεται από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα που τη διαπιστώνουν αυτοπροσώπως.»

Μπορεί ο παραχωρησιούχος να βεβαιώσει την τροχαία παράβαση ή να μου επιβάλλει πρόστιμο; Μπορεί ο παραχωρησιούχος να διαβιβάσει στην τροχαία ποιοι δεν πλήρωσαν και να κοπεί κλήση; Όχι, ο παραχωρησιούχος είναι ιδιωτική εταιρία και δεν μπορεί να βεβαιώσει τροχαία παράβαση ούτε μπορεί να επιβάλει πρόστιμο. Ρητά προβλέπεται από την τελευταία διάταξη του νόμου, ότι πρόστιμο επιβάλει μόνο ο τροχονόμος και μάλιστα όταν διαπιστώσει την παράβαση αυτοπροσώπως.

Ποιά είναι τα αρμόδια αστυνομικά όργανα; Αρμόδια να βεβαιώσει παραβάσεις του ΚΟΚ είναι η τροχαία.

Μπορεί να με σταματήσει μετά τα διόδια τροχονόμος και να μου ζητήσει απόδειξη ότι πλήρωσα; Δεν υπάρχει κάποια διάταξη που να μας υποχρεώνει να κρατάμε τις αποδείξεις. Εξάλλου αν έχουμε περάσει με ΤΕΟ-pass ή με e-pass δεν θα έχουμε απόδειξη. Επίσης η βεβαίωση της παράβασης πρέπει να γίνει «αυτοπροσώπως», δηλαδή να μας δει ο ίδιος ο τροχονόμος να μην πληρώνουμε.

Μπορεί ο τροχονόμος να μου κόψει κλήση στηριζόμενος σε μαρτυρία άλλου ότι δεν πλήρωσα; Όχι, ο τροχονόμος μπορεί να βεβαιώσει την παράβαση μόνο αν έχει διαπιστώσει ο ίδιος «αυτοπροσώπως» να μην πληρώνουμε.

Μπορεί να βεβαιωθεί η τροχαία παράβαση από τις κάμερες που υπάρχουν στα διόδια; Όχι, διότι οι κάμερες που ο παραχωρησιούχος έχει τοποθετήσει, είναι παράνομες, έχουν τοποθετηθεί χωρίς άδεια της Αρχής προστασίας προσωπικών δεδομένων και ως εκ τούτου, τα προϊόντα τους αποτελούν παράνομα αποδεικτικά μέσα, που απαγορεύεται να χρησιμοποιηθούν για οποιαδήποτε νόμιμη ενέργεια. Επιπλέον η διάταξη λέει ότι ο τροχονόμος το διαπιστώνει «αυτοπροσώπως» και όχι μέσω της χρήσης τεχνικών μέσων.

Μπορεί ο παραχωρησιούχος να αρνηθεί να μας επιτρέψει να χρησιμοποιήσουμε την οδό; Όχι, δεν μπορεί να μας απαγορεύσει να χρησιμοποιήσουμε την υποδομή ακόμα κι αν δεν έχουμε χρήματα να πληρώσουμε.

Έχω δικαίωμα να χρησιμοποιήσω την οδό χωρίς να πληρώσω εκείνη τη στιγμή; Ναι, έχουμε το δικαίωμα να πληρώσουμε αργότερα. Συγκεκριμένα ο Ν. 3535 (Κύρωση Σύμβασης Παραχώρησης άρθρο 3ο, παρ.2 ΦΕΚ 41Α 23/2/2007) αναφέρει: «Ο υπόχρεος δικαιούται να καταβάλει το οφειλόμενο τέλος, χωρίς άλλη επιβάρυνση, εντός της προθεσμίας των δεκαπέντε ημερών από την έκδοση της βεβαιώσεως του Παραχωρησιούχου με τον τρόπο που θα υποδείξει ο τελευταίος.»

Μπορεί ο παραχωρησιούχος να αρνηθεί να μας κόψει επί πιστώσει απόδειξη αν για οποιοδήποτε λόγο δεν πληρώσουμε; Όχι, πρέπει να μας κόψει επί πιστώσει απόδειξη. Αν δεν κόψει απόδειξη διαπράττει το φορολογικό αδίκημα της άρνησης έκδοσης επί πιστώσει φορολογικού στοιχείου. Καταγγελία του φορολογικού αδικήματος μπορούμε να κάνουμε στη ΣΔΟΕ καλώντας το 1517.

Δίνουμε τα στοιχεία μας; Όχι, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να δώσουμε τα στοιχεία μας. Αν υποχρεωθούμε να τα δώσουμε για να ξεμπερδέψουμε καλό είναι να δώσουμε τα κανονικά μας στοιχεία γιατί σε περίπτωση που η υπόθεσή μας δικαστεί θα είναι εις βάρος μας να έχουμε δώσει ψευδή στοιχεία.

Υπογράφουμε; Όχι, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να υπογράψουμε κανένα έγγραφο. Αν συμπληρώσουμε έντυπο αδυναμίας πληρωμής, υπογράφουμε, πριν όμως από την υπογραφή μας, γράφουμε: «Με επιφύλαξη της νομιμότητας καταβολής του τέλους».

Αν δεν υπάρχει τροχαία μπορώ να σπρώξω την μπάρα όπως και πριν; Ναι.

Αν είμαι απρόσεκτος και με δει ο τροχονόμος να μην πληρώνω τι μπορεί να μου συμβεί; Το πρόστιμο είναι 200 ευρώ και είναι στην κρίση του τροχονόμου το αν θα αφαιρέσει τις πινακίδες, την άδεια και το δίπλωμα για 20 ημέρες.

Αν ο τροχονόμος με γράψει ενώ έχω ακολουθήσει τις οδηγίες τι γίνεται; Με αντίγραφο της επί πιστώσει απόδειξης καταθέτουμε αναφορά στον διοικητή του τμήματος της τροχαίας για κατάχρηση εξουσίας και παράβαση καθήκοντος, με την ένδειξη «Κοινοποίηση στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη» και ζητάμε την ακύρωση της κλήσης και την επιστροφή πινακίδων, άδειας και διπλώματος.

Τι θα συμβεί αν μου στείλουν ειδοποίηση να πληρώσω; Αν το έγγραφο μας το επιδίδουν με δικαστικό επιμελητή τότε απευθυνόμαστε σε δικηγόρο, αν δεν έχουμε τηλεφωνούμε στα μέλη των επιτροπών αγώνα για να μας συστήσουν κάποιο δικηγόρο μέλος των επιτροπών αγώνα. Αν το έγγραφο μας το στέλνουν με ταχυδρομείο μπορούμε να το στείλουμε για ανακύκλωση.

Που μπορώ να απευθυνθώ για διευκρινήσεις ή για βοήθεια; Ηλεκτρονικά στο e-mail epitropes2010@gmail.com ή καλώντας στα τηλέφωνα των μελών του πανελλαδικού συντονιστικού των επιτροπών αγώνα κατοίκων, πολιτών και εργαζομένων ενάντια στα διόδια που είναι αναρτημένα στο site www.oxidiodia.gr και epitropesdiodiastop.blogspot.com

ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ

Αν ένας σεισμός στην Τασμανία κρατούσε 300 ανθρώπους εγκλωβισμένους σε ερείπια, αναγκαία και ανθρώπινα η ΕΜΑΚ μαζί με εθελοντές διασώστες θα ήταν από την πρώτη στιγμή παρόντες στην προσπάθεια για απεγκλωβισμό. Αν 100 ναυαγοί πάλευαν μεσοπέλαγα για τη ζωή τους, εναέριες και θαλάσσιες δυνάμεις, αναγκαία και ανθρώπινα, θα είχαν σπεύσει για τη διάσωσή τους. Αν δέκα εκδρομείς σε χιονοδρομικό κέντρο αποκλείονταν από αιφνίδιες χιονοπτώσεις, οι κατάλληλες για τον απεγκλωβισμό δυνάμεις, σωστά και ανθρώπινα, θα βρισκόντουσαν σε συναγερμό. Αν έστω και ένας ορειβάτης στον Όλυμπο εγκλωβιζόταν σε μια χαράδρα, θα ενεργοποιούσε άμεσα τα ανθρώπινα αντανακλαστικά για τον εντοπισμό και τη διάσωσή του.

Και μαζί με τους διασώστες θα απογειώνονταν τα θορυβώδη ελικόπτερα των τηλεοπτικών ανταποκρίσεων, θα εξορμούσαν τα κομβόι των τηλεοπτικών βαν, θα φορούσαν τα ζεστά σκουφιά τους οι αντίστοιχοι ανταποκριτές και θα έσπευδαν όλοι μαζί στον τόπο του δράματος, με μικρόφωνα σα ματσούκια για να μεταδώσουν – όχι απαραίτητα, βρε αδερφέ, τη διάσωση – την έτσι κι αλλιώς όμως θεαματική είδηση. Και το πανελλήνιο, με κομμένη την ανάσα, μέσα από έκτακτα δελτία, «επικίνδυνα» πλάνα και την παλλόμενη φωνή των ανταποκριτών θα πληροφορούνταν κάθε πέντε λεπτά την εξέλιξη των επιχειρήσεων.

Αν 300 μετανάστες απεργοί πείνας χαροπαλεύουν σήμερα μέσα στην καρδιά της Αθήνας – όπου για τη διάσωσή τους περιττεύουν ειδικές δυνάμεις, εθελοντές με αυτοθυσία, θορυβώδη ελικόπτερα, κομβόι βαν και ζεστά σκουφιά – τους κυκλώνει η κυνική καταδίκη μιας ανάλγητης πολιτείας, η εκκωφαντική σιωπή μιας κατευθυνόμενης ειδησεογραφίας, η παγερή υποκρισία μιας εκκλησίας και σύμπαντος του ποιμνίου της που ‘αγαπά τον πλησίον του σαν τον εαυτό του’ και προσεύχεται περί σωτηρίας των ψυχών ημών, η εκδικητική προσμονή των περιοικούντων φασιστοειδών, η γελοιότητα μιας υφυπουργού περί «έλλειψης κουλτούρας» και η πρόστυχη δήλωση ενός υπουργού «οι τριακόσιοι είναι μια βόμβα για τη δημόσια υγεία».

Αυτά συμβαίνουν στην Ελλάδα των 10 τουλάχιστον εκατομμυρίων απόδημων Ελλήνων στις τέσσερις γωνιές της γης, όπου – το ξανάπαμε – περιθωριοποιημένοι και αποδιοπομπαίοι, πλύναμε σχεδόν όλα τα άπλυτα πιάτα της αμερικάνικης γαστριμαργίας. Στιγματισμένοι ως υποψήφιοι εγκληματίες, βάψαμε όλες τις κρεμαστές γέφυρες της αμερικάνικης επικράτειας, θρηνώντας εκατοντάδες νεκρούς και ανάπηρους. Χωμένοι σε στρατόπεδα μεταναστών, απολυμάναμε όλους τους δημόσιους απόπατους στη γκαστερμπάϊτερ θητεία μας. Μπουζουριασμένοι στα βάθη της γης, χάσαμε πολύ κόσμο μέσα στα πιτς των βελγικών ορυχείων, από πνευμονοκονίαση ή καταπλάκωση. Ντυθήκαμε απελπισμένες νύφες σε υπερπόντια προξενιά από ρετουσαρισμένες φωτογραφίες. Επιβιώσαμε στο μεγάλο πόλεμο σε στρατόπεδα προσφύγων. Στείλαμε στην Τασκένδη τα παιδιά μας για να γλυτώσουν τον αφανισμό κι όταν επέστρεψαν δεν γνώρισαν πατρίδα. Σουλατσάραμε όλη την Ευρώπη ως εξόριστοι ή γιαλαντζί αντιστασιακοί και συνεχίζουμε – σήμερα με μεγάλη ένταση – να αποχαιρετούμε στα λιμάνια το νέο κύμα της μετανάστευσης, στην πουλημένη πια Ελλάδα του ΔΝΤ.

Και όταν από χώρα φυγής των παιδιών μας, γίναμε και χώρα «υποδοχής» κυνηγημένων και απελπισμένων ανθρώπων που τρέχουν να γλιτώσουν από τη φτώχεια, την πείνα, τον πόλεμο, τις δικτατορίες, τα διάσπαρτα ναρκοπέδια (όλες τις αιτίες που έχωναν εμάς στα αμπάρια του Μεγάλη Ελλάδα και Πατρίς για δεκαετίες, και μας αποβίβαζαν στον υπερπόντιο παράδεισο με αποπνικτικούς ψεκασμούς ψειρόσκονης) δείξαμε τα μούτρα μας και το ανύπαρκτο ιστορικό μας φιλότιμο. Ανεχτήκαμε με μορφασμούς απέχθειας όσους χρειαζόμασταν στις φράουλες της Μανωλάδας με ένα ευρώ μεροκάματο, στην εξαναγκαστική πορνεία με ιθαγενείς νταβαντζήδες, στα υπόγεια χωρίς εξαερισμό ραφτάδικα, στη φτηνή, ανασφάλιστη οικοδομή.

Κι από πίσω ξαμολύσαμε μια ολόκληρη Καμόρα, που ζει και βασιλεύει πουλώντας ελπίδα στους απελπισμένους, ακριβοπληρωμένες αιτήσεις ασύλου, ψεύτικες κάρτες, διασπάθιση πόρων, κάτι κουφές μη κυβερνητικές οργανώσεις που στήνουν συνέδρια σε πολυτελή ξενοδοχεία. Νταβαντζιλίκι και δουλεμπόριο.

Και παραπίσω ξαμολύσαμε τους θεματοφύλακες της φυλετικής καθαρότητας, κάτι αφρίζοντα σκυλιά που συνήθως παρασιτοζωούν μέσα σε μια αρχαιολαγνεία.
Κι επειδή τα περί ιστορικού φιλότιμου μπορεί να μοιάζουν πολύ ηθικολογικά για μια εποχή που κυριαρχεί «το νόμιμον και ηθικόν» της υψηλόβαθμης ρεμούλας και του οργανωμένου εμπαιγμού, να πούμε ότι ποτέ και πουθενά ο μετανάστης δεν ήταν η αιτία διόγκωσης της ανεργίας και της εκμετάλλευσης. Ήταν ο πιο ευάλωτος αποδέκτης της . Σε μια Ελλάδα που ο παραγωγικός ιστός έχει μηδενιστεί, οι κρατικοδίαιτοι βιομήχανοι τα παίρνουν για να τα κάνουν καταθέσεις στην Ελβετία ή επενδύσεις με φτηνό κόστος εκτός συνόρων και ο δημόσιος πλούτος ‘εξυγιαίνεται’ , δηλαδή ξεπουλιέται προκλητικά, ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ

Κι επειδή ακόμα κι αυτό μπορεί να είναι δυσνόητο στην εποχή του κοινωνικού ευνουχισμού και του πολιτικού αναλφαβητισμού, να πούμε ότι αν οι μετανάστες νομιμοποιούνταν, δεν θα υπήρχε ‘ ο αθέμιτος’ τάχα ανταγωνισμός του πάμφθηνου εργατικού κόστους. Όμως γι αυτό φρόντισαν από άλλο δρόμο. Καταργώντας κάθε εργασιακή αξιοπρέπεια, συντρίβοντας κάθε έννοια συλλογικής σύμβασης και σοδομώντας τα στοιχειώδη δικαιώματα ενός αιώνα, ΜΑΣ ΕΚΑΝΑΝ ΟΛΟΥΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ.

Επειδή η ζωή των 300 απεργών πείνας βρίσκεται πια σε σοβαρό κίνδυνο, όλοι οι φορείς, σωματεία, σύλλογοι, μαθητικές κοινότητες να σπάσουμε τον κύκλο της σιωπής, πνίγοντας τον κυνισμό και την αναλγησία της πολιτείας σε χιλιάδες διαμαρτυρίες.

Τέλος, σύντροφε, Λοβέρδο, η μόνη νόσος που μπορούν να μας μεταδώσουν οι τριακόσιοι μετανάστες απεργοί πείνας είναι ο αγώνας για αξιοπρέπεια. Απέναντι σ’ αυτή την πιθανή ‘επιδημία’ δεν υπάρχει ούτε εμβόλιο , ούτε ανοσία.

Νίνα Γεωργιάδου

Γραμμα για την υποθεση μου – Fee Marie Meyer

Και τώρα που τα φώτα της παράστασης έσβησαν και η αυλαία έχει πια πέσει, ήρθε η ώρα να μιλήσω εγώ. Με τον τρόπο που εγώ θέλω. Για το τι έγινε, τι παιχνίδια θεωρώ ότι παίχτηκαν στην πλάτη μου, αλλά και πέρα από
εμένα, γι’ αυτά που θα πρέπει πια να αφορούν τον κάθε νοήμονα άνθρωπο στον
ελλαδικό χώρο.

Όσον αφορά στην «υπόθεσή» μου: Είμαι πια αρκετά
σίγουρη ότι από τη στιγμή που τα στοιχεία μου έγιναν γνωστά στα τσακάλια της
αντιτρομοκρατικής, βεβαίως απόλυτα δικαιολογημένα -καταλαβαίνετε, ήπια ποτό με τους λάθος
ανθρώπους- το έργο ήταν προδιαγεγραμμένο. Πόσο μάλλον, όταν
googlαραν το επίθετό μου (σαν να λέμε Παπαδόπουλος στην ελλάδα) και –φαντάζεστε
τι χαρά- ανακάλυψαν το πλούσιο «οικογενειακό» μου ιστορικό. Δεν είχε σημασία το
διαφορετικό όνομα του πατέρα μου -άλλωστε «αυτές πάνε όλες με όλους»-, ούτε η
διαφορετική ημερομηνία γέννησης της μητέρας μου.

Από τη στιγμή που η πραγματικότητα δεν τους έκανε,
έπρεπε να προσαρμοστεί. Έπρεπε να μπω στο καλούπι και τον ρόλο που μου είχαν
ετοιμάσει. Παρασκευή 15.00 έγινε η απαγωγή μου, την ώρα που έβγαινα από το
σπίτι να πάω στο φροντιστήριο όπου διδάσκω. Τουλάχιστον δέκα άτομα με
κουκούλες, αφού μου φόρεσαν κι εμένα κουκούλα, με πήγαν στον 12ο
όροφο της Γ.Α.Δ.Α. χωρίς να μου πουν ούτε μια λέξη. Εκεί αφού με ανέκριναν έξι άτομα,
μου έδειξαν μια φωτογραφία όπου βρισκόμουν εγώ και ο φίλος και σύντροφος
Χρήστος Πολίτης. Με ρώτησαν αν τον γνωρίζω και μόλις τους απάντησα θετικά, ότι είναι
ένας ακόμη που έχετε στείλει φυλακή άδικα, ο επικεφαλής διέταξε βαρύγδουπα
«κανονικά, πάμε τις διαδικασίες». Με έγδυσαν, με κατέγραψαν, μου έκλεψαν το
φανελάκι και τις κάλτσες μου, εννοείται ότι δεν μου είχαν πει καν γιατί
κατηγορούμαι και εννοείται ότι καμία σημασία δεν έδιναν στο αίτημα μου για
δικηγόρο.

Έχει σημασία η ώρα, γιατί ήδη στις 17.00, δύο
μόλις ώρες αργότερα, είχε γίνει γνωστή η όλη ιστορία των υποτιθέμενων γονιών
μου.

Έτσι, εξηγείται πολύ καλά, γιατί ενώ
αντιστεκόμουνα στη φωτογράφηση, με τραβούσαν από τα κινητά τους τηλέφωνα, για
να κλέψουν μια εικόνα. Διαφορετικά το καυτό τους θέμα δεν θα πουλούσε τόσο…

Χρόνια τώρα ξέρουμε πώς λειτουργούν αυτοί οι
σαθροί ως το κόκκαλο μηχανισμοί, γνωρίζουμε ότι άλλοτε οι ρουφιανοδημοσιογράφοι
(με λιγοστές αλλά σημαντικές εξαιρέσεις) είναι τα φερέφωνα της αστυνομίας, και
άλλοτε οι εντολείς τους. Έτοιμοι να κομματιάσουν οποιαδήποτε ζωή πετάξουν στα
αιχμηρά δόντια τους, έτοιμοι να κατασπαράξουν αλήθειες για να ξεράσουν ψέματα.
Σιχαμένοι…

Αυτό που δεν είχα φανταστεί, τουλάχιστον
προσωπικά, ως σήμερα είναι ο απροκάλυπτος τρόπος με τον οποίον αυτό συμβαίνει
στο εδώ και το τώρα.

Όταν το φιάσκο είχε αρχίσει να γίνεται ξεκάθαρο,
κι ενώ εγώ δεν γνώριζα τίποτα απ’ όλα τα αίσχη που είχαν δει το φως της
δημοσιότητας, με κάλεσε στο γραφείο του ένας υπεύθυνος για τη «διεθνή
τρομοκρατία». Άρχισε να μου κάνει «φιλική κουβεντούλα» σε σχέση με το πότε
ακριβώς σκοτώθηκε ο πατέρας μου σε συμπλοκή! Πραγματικά, πρέπει να μου έπεσε το
σαγόνι στο πάτωμα, ιδιαίτερα όταν μειδιώντας πρόσθεσε ότι «καλά, εμένα πιο πολύ
η μητέρα σου με το διεθνές ένταλμα σύλληψης με ενδιαφέρει»… Μόνο που δεν με
κατηγόρησε, εν τέλει, ανοιχτά για υπόθαλψη εγκληματία, αφού δεν δήλωσα εξ αρχής
τα πατρώνυμα των γονιών μου…

Βέβαια, έκανα αρκετά. Όπως είπε και η εισαγγελέας,
«κατέσχεσαν πολλά, ασυνήθιστα πολλά» πράγματα από το σπίτι μου… βούρτσες, ρούχα,
οδοντόβουρτσες, μαξιλαροθήκες και… έντυπα.
Έντυπα που με αδιάσειστα στοιχεία αποδεικνύουν ότι είμαι αναρχική, κάτι που δεν
σκέφτηκα ούτε στιγμή να κρατήσω μυστικό, άρα -όπως εύγλωττα διατύπωσε αυτή η
μορφωμένη κυρία- και τρομοκράτης, αφήνοντας ανοιχτό, μέχρι να γίνει το
συμβούλιο, ακόμη και το ενδεχόμενο της στέρησης της ελευθερίας μου!

Αν θέλει να με φυλακίσει γι’ αυτό,
ναι, είμαι
ένοχη, και πάντα θα είμαι. Πάντα θα είμαι στην όχθη των καταπιεσμένων
και όχι
των εκμεταλλευτών, πάντα, μέχρι να μην υπάρχει πια εξουσία από άνθρωπο
σε
άνθρωπο και από τον άνθρωπο στα ζώα και τη φύση. Αιτούμαι όμως δημόσια
και
σοβαρά, να αλλάξει το κατηγορητήριό μου. Ας γραφούν οι αληθινές
κατηγορίες, να
μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας. Να μπει στη θέση των κατηγοριών
–είναι αναρχική και διαβάζει έντυπα. Έχει σχέσεις με πολλούςακόμη αγωνιζόμενους ανθρώπους και είναι
περήφανη για αυτό.

…Οπλίσατε επί σκοπό και εκτελέστε μας στον τοίχο
της Καισαριανής…

Κάπου κάποτε διάβασα ότι το κύρος ενός πολιτικού
καθεστώτος φαίνεται από τον τρόπο που αντιμετωπίζει τους πολιτικούς του
αντιπάλους. Ελλάς το μεγαλείο σου!

Η εποχή που ζούμε είναι ευμετάβλητη, παράξενη,
αλλάζει συνεχώς. Η εξουσία σε εποχές θεσμικής και οικονομικής κρίσης πάντα
παίζει με το καρότο και το μαστίγιο, το φόβο και την ασφάλεια. Θέλουν κανένας
να μην αντιδρά σε τίποτα, να μην μιλά, να μην κοιτάζει κανείς γύρω του, κανείς
να μην σκέφτεται διαφορετικά, να μην σκέφτεται γενικά. Λοβοτομείτε μας εκ
γενετής, να τελειώνουμε!

Προσπαθούν να επιβάλουν παντού την τρομαχτική και
απόλυτη ομοιομορφία τους, την απόλυτα, εξονυχιστικά μελετημένη απανθρωπιά τους.

Στον ελλαδικό χώρο αυτοί τη στιγμή υπάρχουν
περίπου 40 κρατούμενοι για πολιτικούς λόγους. Οι περισσότεροι δεν έχουν καν
δικαστεί, κι όμως βρίσκονται σε φυλακές υψίστης ασφαλείας, άλλοι δεν δικάζονται
με ανοιχτή και δημόσια δίκη, άλλοι κρατούνται δίχως να υπάρχει το παραμικρό εις
βάρους τους, με βάση το φρόνημά τους, την αλληλέγγυα στάση ζωής που
επιδεικνύουν και τις προσωπικές τους σχέσεις.

Θέλουν όλο και πιο συντηρητικά, όλο και πιο
φασιστικά να επιβάλουν την απομόνωση, τη μοναξιά, τη λογική του «ο καθένας για
την πάρτη του» και μονάχα να βλέπουμε όλοι τις μεσημεριανές εκπομπές τους, να
καταναλώνουμε υποκατάστατα ζωής, ψέματα, θέαμα. Να μη μιλάμε με γνωστούς, μην
πηγαίνουμε και μην καλούμε σε σπίτια, να μην ξέρουμε κανέναν, ή να του ζητάμε πιο
πριν να μας γνωστοποιήσει το φάκελό του στην ασφάλεια, άσε καλύτερα, μπορεί να
μπλέξουμε.

Θέλουν να μη νιώθουμε, να λειτουργούμε μόνο βάση
των χαμηλότερων ενστίκτων της επιβίωσης και της αυτοσυντήρησης, βάση του
σαδισμού της «κλειδαρότρυπας» να παίρνουμε μάτι τις ζωές άλλων, χάνοντας τη
δική μας.

Θέλουν να μισούμε, να εξορίσουμε στο «πυρ το
εξώτερον» κάθε τι διαφορετικό, ανθρώπους από άλλα μέρη, συναδέλφους από άλλους
κλάδους, όποιον σκέφτεται ή ζει διαφορετικά.

Όλοι αυτοί είναι επικίνδυνοι, πρέπει να τους
μισούμε, καθώς το μίσος τρέφει τον φόβο και αντίστροφα.

Σε αυτόν το φόβο βρίσκουν πάτημα για να επιβάλουν
τη νεκρική τους ασφάλεια, ως επιθανάτιο ρόγχο μιας κοινωνίας που απαρνείται τους
τελευταίους δεσμούς που την ορίζουν ως τέτοια.

Μονάχα τρεις λέξεις, πιστεύω, φτάνουν για να
καθοριστεί το Ανθρώπινο στον Άνθρωπο. Αξιοπρέπεια-Ελευθερία-Αλληλεγγύη. Η μια
δεν μπορεί να υπάρξει δίχως τις άλλες δυο, καμία δεν πέφτει από τον ουρανό.
Θέλουν τιμή και τόλμη. Αυτές είναι όμως οι δύσκολες έννοιες που δίνουν στον άνθρωπο
υπόσταση, που μετατρέπουν την επιβίωση σε ζωή.

Μπορούν να μας ελέγχουν, να μας κομματιάζουν και
να μας απομονώνουν μονάχα όσο μένουμε με την πλάτη σκυμμένη κάτω από το
μαστίγιο, να κυνηγάμε το εκάστοτε καρότο.

Ας αντισταθούμε! Μόλις σηκώσουμε το κεφάλι και
αντικρύσουμε τον εαυτό μας και τους απέναντι ξανά στα μάτια, το σαθρό τους
οικοδόμημα θα καταρρεύσει σαν χάρτινος πύργος. Γιατί, μπορεί αυτή τη στιγμή η
καταστροφή να έπεσε στο σπίτι του γείτονα, αλλά αύριο θα είναι στο δικό σου.

Ας αντισταθούμε! Γιατί, παντού στον κόσμο υπάρχουν
άνθρωποι που τολμούν να σηκώσουν το κεφάλι. Παντού και πάντα, κάθε μοναδική
στιγμούλα που κάποιος υψώνει το βλέμμα στον ουρανό και στο απέραντο του
ορίζοντα που ξέχασε από παιδί, ξαναγεννιέται το Ανθρώπινο στον Άνθρωπο.

Φτάνει, αρκετά τους ανεχτήκαμε! Αγώνας για την γη
ολάκερη και την ελευθερία, αγώνας για τη ζωή και την αξιοπρέπειά μας

Το κράτος και τα μίντια είναι οι μόνοι
τρομοκράτες.

Η αλληλεγγύη σε όσους αγωνίζονται, πέρα από όπλο
μας, είναι και δεδομένη.

Παραφράζοντας το γνωστό ποίημα: Όταν ήρθαν να
πάρουν το γείτονά μου, δεν μίλησα, ήταν ξένος. Όταν αργότερα ήρθαν να πάρουν
τον επόμενο, ήταν τσιγγάνος, πάλι δε μίλησα. Μετά πήραν και τον φτωχό, τον
αλήτη, τον αναρχικό, τον αριστερό….Τελικά ήρθαν να πάρουν κι εμένα… ΜΟΝΟ
ΤΟΤΕ ΚΑΤΑΛΑΒΑ ΠΩΣ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΜΕΙΝΕΙ ΠΙΑ ΚΑΝΕΝΑΣ ΝΑ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙ…

Fee Marie Meyer


Πηγή: ((i)) Indymedia :: Athens

Οδηγίες για το πως δεν πληρώνουμε τα διόδια

1. Φτάνουμε με το αυτοκίνητο μας μπροστά στην μπάρα – Δεν ανοίγουμε συζήτηση με τον υπάλληλο.


2. Κατεβαίνουμε από το αυτοκίνητο μας.


3. Σπρώχνουμε την μπάρα προς τα εμπρός σαν να ανοίγουμε μία πόρτα και όχι προς τα πάνω.


4. Η μπάρα πηγαίνει προς το πλάι και δεν παθαίνει καμιά φθορά


5. Ακούγεται ένας ήχος σειρήνας που δεν του δίνουμε καμιά σημασία


6. Μπαίνουμε στο αυτοκίνητο μας και συνεχίζουμε τον δρόμο μας.

Στην όλη διαδικασία (άρνησης πληρωμής) δεν επιτρέπεται να επέμβει ούτε η Αστυνομία (αφού δεν κάνουμε καμία παράβαση του Κ.Ο.Κ.) , ούτε η Εφορία (μια που η άρνηση πληρωμής είναι διαφορά μεταξύ ιδιωτών).

Πηγή: athens.indymedia.org

Νόμοι και νυστέρια ή νόμοι-νυστέρια: απ την προϊστορία στον πολιτισμό.

(Με αφορμή τη δίκη των παιδιών μας στις 9 Δεκέμβρη στη Λάρισα, που κατηγορούνται σαν τρομοκράτες).

Θέλω ν απευθύνω ένα ερώτημα προς όλους σας.
Την ευρύτερη κοινωνία, που αν είμαστε ρεαλιστές, θα παραδεχθούμε ότι δεν αντιδρά ή και προβληματίζεται: «ήταν τα παιδιά ένοχοι ή όχι; Πετούσαν πέτρες ή όχι; Πρέπει να υποστηρίξουμε τους «φασαριόζους» που οι αστυνομικοί με τις καταθέσεις τους – που δεχόμαστε «πέραν πάσης αμφιβολίας» – βεβαιώνουν ότι εγκλημάτησαν;

Για να γίνω κατανοητός θα χρησιμοποιήσω μια υπόθεση εργασίας.

Πέστε ότι στα νοσοκομεία, τις θέσεις των χειρουργών καταλαμβάνουν άνθρωποι διορισμένοι απ τα κόμματα, ότι αυτοί οι χειρουργοί δεν ακολουθούν τις οδηγίες της επιστήμης και όσα εκπαιδεύτηκαν να κάνουν, αλλά ενεργούν αυθαίρετα, ακολουθώντας κάθε φορά κάποιες πολιτικές πεποιθήσεις ή παρεμβάσεις, ακόμα και κάποιους νόμους, που όμως δεν έχουν σχέση με την επιστήμη της χειρουργικής, αλλά με συμφέροντα και πολιτικές. Κόβουν δηλαδή τους άρρωστους ή και κάποιες φορές αρπάζουν αυθαίρετα απ τους δρόμους και υγιείς και τους κόβουν σύμφωνα με τέτοιου είδους «κανόνες».
Ερώτημα: Τι θα κάνατε; Θα το θεωρούσατε κανονικό; Θα το θεωρούσατε λογική συνέπεια του πολιτικού συστήματος που επικρατεί; Θα λέγατε ότι δεν γίνεται τίποτε, έτσι είναι το σύστημα; Μήπως ότι αυτά θ αλλάξουν στο σοσιαλισμό;

Και θ αφήνατε αυτούς τους χασάπηδες να κόβουν (ή μάλλον να πετσοκόβουν), πιθανόν και τους συγγενείς σας, με τέτοιους «κανόνες»;

Υπάρχει περίπτωση στη σημερινή κοινωνία να γίνει δεκτό κάτι τέτοιο (τουλάχιστον τόσο φανερά);

Όχι; Γιατί λοιπόν γίνεται ανεκτό και δεν ξεσηκώνεται το σύμπαν, το να υπάρχουν σε μια άλλη λειτουργία της κοινωνίας, εξίσου κρίσιμη με τη χειρουργική (τη δικαιοσύνη εννοώ), νομικοί χειρουργοί, που χρησιμοποιούν ένα νυστέρι εξίσου αιχμηρό και επικίνδυνο με το φυσικό, τον νόμο και να κομματιάζουν και να σακατεύουν ανθρώπινες υπάρξεις ακόμη και ανώριμες, που τώρα ξεκινούν τη ζωή τους, ακολουθώντας «κανόνες» όπως πολιτική σκοπιμότητα, πιθανές ιδεοληψίες τους, προσδοκίες ατομικής ανέλιξης και άλλους εξίσου «καθαρούς» και «επιστημονικούς», με τους προηγούμενους που ανέφερα;

Μήπως αυτό το νυστέρι σας φαίνεται ότι σκίζει πιο μαλακά, πιο θολά, πιο θεωρητικά, με περισσότερη ασάφεια;
Κι όμως, αυτό το νυστέρι, μπορεί να καταστρέψει τόσο την ψυχική, όσο και ολόκληρη την κοινωνική ζωή ενός ανθρώπου. Η εικόνα ενός σακατεμένου ανθρώπου, ψυχικά και κοινωνικά, σας φαίνεται λιγότερο αποκρουστική απ το φυσικό σακάτεμα; Γιατί λείπουν μήπως τα αίματα;

Τι μας συγκρατεί απ το ν απαιτήσουμε και να κάνουμε απαίτηση της κοινωνίας, εδώ και τώρα, να μπουν κανόνες, επιστημονικοί και δημοκρατικοί και στη χρήση του νόμου;

Νομίζω ότι αυτή η διαφορά στην αντίληψη και αντίδραση του κόσμου, απέναντι σ αυτές τις δυο κρίσιμες λειτουργίες της κοινωνίας, δείχνει πόσο δρόμο ακόμη έχουμε να διανύσουμε, για να θεωρηθεί ότι η κοινωνία ξεπέρασε το προϊστορικό στάδιο ανάπτυξής της και μπήκε σ ένα πολιτισμένο στάδιο, όπου οι πολίτες αντιλαμβάνονται την έννοια του σακατέματος, μ έναν πιο γενικευμένο τρόπο, αλλά εξίσου συνειδητά και ενεργά, όσο και το φυσικό σακάτεμα. (Χαριτολογώντας θα λέγαμε, ως προς τα κινητά με 3G και ιντερνετική διασύνδεση, πάμε καλά. Ως προς τις κοινωνικές σχέσεις υστερούμε σακατευτικά).

Για όσους αμφιβάλλουν για το τι «κανόνες» επικρατούν στη δικαιοσύνη, παραθέτω:

«Η βαριά παραβατικότητα προέρχεται όχι μόνο από «μικρομεσαίους» απατεωνίσκους, αλλά και από φορείς της πολιτικής εξουσίας και της διαπλεκόμενης οικονομικής παραεξουσίας, οι οποίοι μένουν στο απυρόβλητο» (επίτιμος αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου κ. Γιώργος Βελής, από έρευνα της «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ», 2-12-2001).

«Ανώτατοι δικαστικοί θέτουν επί τάπητος, ζήτημα εκ βάθρων αναμόρφωσης και εκκαθάρισης της Δικαιοσύνης. Όλα δείχνουν ότι παρακολουθούμε το «χρονικό προαναγγελθέντος θανάτου» μιας κοινωνικής τερατογένεσης, που μας ταλαιπώρησε επί δεκαετίες» (απ το ίδια έρευνα της «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ, 2-12-2001).

«Ανώτερος δικαστικός, απ τους πιο θαρραλέους και άτεγκτους, σημειώνει ότι η διατήρηση της επιλογής των ανωτάτων δικαστών από το υπουργικό συμβούλιο επιτρέπει τον έλεγχο της δικαιοσύνης απ την πολιτική εξουσία» (απ την ίδια έρευνα).

«Υπάρχει βέβαια και ο θεσμός της επιθεώρησης των δικαστών: δικαστές του ανώτατου βαθμού επισκέπτονται κάθε χρόνο τα κατώτερα δικαστήρια και διαβάζουν τις αποφάσεις για να συντάξουν εκθέσεις περί της ποιότητας των δικαστών…Συχνά η επιθεώρηση δεν είναι παρά ένας τύπος (όχι άχρηστος) ή η ευκαιρία για ένα ευγενές γεύμα που παραθέτει ο δικηγορικός σύλλογος της περιφέρειας» (Γιώργος Κουμάντος, πανεπιστημιακός δάσκαλος, μαχητής της ελευθερίας και δικαστής του Ευρωπ. Δικαστηρίου Ανθρωπ. Δικαιωμάτων και πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας πνευματικής Ιδιοκτησίας).
Κ.ά, κ.ά, κ.ά που δεν έχουν τέλος.

Για να μην αναφερθώ στα έργα και ημέρες του προηγούμενου εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Σανιδά.

Ακούσατε εσείς να έχουν λύθει κάποια απ αυτά τα προβλήματα που αναφέρθηκαν;

Γιώργος Παπανικολάου

19 Νοέμβρη 2010

Επιστολή των τριών μελών του Επαναστατικού Αγώνα

Ως Επαναστατικός Αγώνας έχουμε κάποιες βασικές πολιτικές θέσεις, αρχές και αξίες που αποτελούσαν, αποτελούν και θα αποτελούν τη βάση που στηριζόμαστε και το έδαφος που πατάμε. Οι αποφάσεις και η στάση μας απορρέουν από αυτές τις θέσεις, τις αρχές και αξίες και έχουν παίξει καταλυτικό ρόλο στις μέχρι τώρα επιλογές μας. Κοινοποιώντας τες πιστεύουμε πως ίσως μπορέσουν να γίνουν κατανοητές μια σειρά επιλογών που έχουμε κάνει και να εξηγηθεί ευκολότερα η στάση που κρατάμε σε ζητήματα που μας αφορούν.

Ίσως σε πολλούς αυτές οι θέσεις, οι αρχές και αξίες να φαντάζουν μακρινές και ακατανόητες. Ίσως για κάποιους να είναι ακραίες, γεγονός που αντιλαμβανόμαστε ως απόρροια της εποχής μας. Μέσα από το ίδιο πρίσμα αρχών, αξιών και πολιτικών θέσεων, εμείς ορίζουμε τις συντροφικές μας σχέσεις αλλά και την αλληλεγγύη μεταξύ αγωνιστών.

Για εμάς η συντροφικότητα και η αλληλεγγύη γεννιούνται και αναπτύσσονται μέσα από κοινά σχέδια αγώνα. Μέσα σε αυτόν τον αγώνα και τις δοκιμασίες στις οποίες καθημερινά υποβάλλονται, επιβιώνουν και ισχυροποιούνται ή εκφυλίζονται και πεθαίνουν. Γι’ αυτό για εμάς, είναι αρκετά αυθαίρετο το «όλοι σύντροφοι είμαστε», καθώς η συντροφικότητα δεν μπορεί να κριθεί μόνο από μια γενική αντιεξουσιαστική τοποθέτηση.

Εξάλλου υπάρχουν κάποιοι που, ενώ ανήκουν στον αντιεξουσιαστικό χώρο, έχουν τοποθετηθεί εχθρικά και έχουν καταδικάσει δημόσια την ομάδα μας και τους οποίους, εννοείται, πως δεν θεωρούμε συντρόφους μας.

Και όταν εμείς λέμε «ομάδα μας», ή «οργάνωσή μας», δεν κινούμαστε από κάποια στείρα «πατριωτικά» ένστικτα, αλλά από την πεποίθησή μας πως πρέπει να υπερασπιστούμε τις πολιτικές μας επιλογές αγώνα. Γι’ αυτές τις επιλογές και γι’ αυτή την ομάδα πληρώνουμε αυτή τη στιγμή ένα πολύ υψηλό τίμημα και για τις ίδιες επιλογές έχουμε ήδη στην ιστορική μας διαδρομή ένα νεκρό σύντροφο από το κράτος, γεγονός που έχει σημαδέψει ανεξίτηλα τις συντροφικές μας σχέσεις και έχει επηρεάσει καταλυτικά και την πολιτική μας στάση. Για όλα τα παραπάνω γίνεται, πιστεύουμε, κατανοητό πως δεν έχουμε περιθώρια να αστειευόμαστε, δεν έχουμε τα περιθώρια να αντιμετωπίζουμε με ελαφρότητα θέματα που υπονομεύουν τις πολιτικές μας επιλογές και τις συντροφικές μας σχέσεις.

Αν για κάποιους είμαστε «ακραίοι» και γι’ αυτό διαφωνούν με κάποιες επιλογές μας, να τους υπενθυμίσουμε πως είναι αυτή η πολιτική φύση της υπόθεσής μας που καθορίζει το ίδιο τόσο τις επιλογές που κάνουμε και τους είναι αρεστές, όσο και αυτές με τις οποίες δεν συμφωνούν. Γι’ αυτό και για να γίνουμε πιο κατανοητοί, οφείλουμε να τοποθετηθούμε για μια σειρά από ζητήματα και επιλογές και όχι μόνο γι’ αυτές τις επιμέρους που δημιουργούν αντιδράσεις, τις οποίες εμείς θεωρούμε αναπόσπαστο μέρος της συνολικής μας υπόθεσης και του είδους του αγώνα που κάνουμε και σίγουρα δεν τις αντιλαμβανόμαστε ως προσωπικές τάσεις.

Γιατί αναλάβαμε την πολιτική ευθύνη

Από την αρχή της σύλληψής μας αποφασίσαμε για πολιτικούς λόγους ν’ αναλάβουμε την πολιτική ευθύνη για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα. Θεωρούσαμε και θεωρούμε ως ιστορικό μας χρέος να υπερασπιστούμε την ομάδα μας και να μην την αφήσουμε έρμαιο στις όποιες προσπάθειες δυσφήμησης και συκοφάντησης απ’ όπου και αν προέρχονται. Να πολεμήσουμε την καθεστωτική προπαγάνδα που θέλει να παρουσιάζει τους ένοπλους επαναστάτες ως εγκληματίες, να αναδείξουμε ποιοι είναι οι πραγματικοί τρομοκράτες, να επιμείνουμε στην πολιτική νομιμοποίηση της ένοπλης δράσης και, κυρίως, της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα. Επίσης, ήταν και είναι για εμάς αναγκαίο και επιθυμητό να προωθήσουμε και μέσα από τη φυλακή τον πολιτικό λόγο του Επαναστατικού Αγώνα και να επιμείνουμε στους στόχους μας, να συνεχίσουμε να μιλάμε για τη συστημική κρίση, για τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες έτσι όπως αυτές διαμορφώνονται και οι οποίες προσφέρουν το πιο κατάλληλο περιβάλλον για την προώθηση της κοινωνικής επανάστασης.

Να υπενθυμίσουμε ότι είμαστε η μοναδική πολιτική οργάνωση η οποία έχει μιλήσει από το 2005 με την επίθεση στο υπουργείο Οικονομίας για τη δεινή θέση στην οποία θα βρισκόταν η Ελλάδα όταν θα ξεσπούσε μια επόμενη μεγάλη κρίση με διεθνείς διαστάσεις και είμαστε η μοναδική πολιτική επαναστατική οργάνωση που έχει δράσει με βάση τη σημερινή παγκόσμια οικονομική κρίση με τις επιθέσεις του 2009, για την οποία και έχουμε καταθέσει εκτενείς αναλύσεις μέσω των προκηρύξεών μας.

Στις μέρες μας, που κάθε πτυχή του συστήματος βρίσκεται υπό πρωτόγνωρη αμφισβήτηση από την κοινωνική πλειοψηφία, η οποία βρίσκεται σε αναβρασμό και με την οργή της έτοιμη ανά πάσα στιγμή να εκδηλωθεί ως βίαιος χείμαρρος εναντίον του καθεστώτος, η δράση του Επαναστατικού Αγώνα έχει σε μεγάλο βαθμό δικαιωθεί, ενώ η πολιτική υπεράσπισή της από εμάς ως πρόσωπα και μέσα από τις φυλακές είναι πιστεύουμε, απαραίτητη για την προώθηση της ένοπλης προλεταριακής κοινωνικής αντεπίθεσης ενάντια στους λακέδες της πολιτικής και οικονομικής ελίτ. Και αυτή η ένοπλη αντεπίθεση της κοινωνικής βάσης πιστεύουμε πως είναι αναγκαία συνθήκη για να επιχειρηθεί και να πετύχει η επαναστατική απόπειρα, την οποία και βλέπουμε ως πρόκληση για εμάς αλλά και για όσους, χωρίς κατά ανάγκη να έχουν εμπλακεί σε ένοπλη αντιπαράθεση με το καθεστώς, θεωρούν τους εαυτούς τους επαναστάτες με την πραγματική έννοια του όρου.

Αυτή την επαναστατική απόπειρα, που τη βλέπουμε ως την εξέλιξη μιας επικείμενης μεγάλης κοινωνικής έκρηξης η οποία, κατά τη γνώμη μας, είναι αναπόφευκτη. Όπως έχουμε ήδη πει, οι αντικειμενικές συνθήκες δεν ήταν ποτέ πιο κατάλληλες για να επιχειρηθεί μια επαναστατική απόπειρα. Σημασία όμως έχει η διαμόρφωση των υποκειμενικών συνθηκών για να πραγματοποιηθεί αυτή η απόπειρα. Στη διαμόρφωση των υποκειμενικών συνθηκών, πιστεύουμε πως μπορούμε να συμβάλουμε με τον πολιτικό μας λόγο μέσα από τη φυλακή. Και αυτός ο πολιτικός λόγος δεν θα μπορούσε να αρθρωθεί στον ίδιο βαθμό αν δεν είχαμε κάνει την επιλογή της ανάληψης της πολιτικής ευθύνης για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα.

Με άλλα λόγια η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης μας παρέχει τον απαραίτητο βαθμό πολιτικής ελευθερίας για να συνεχίσουμε να αρθρώνουμε τον λόγο του Επαναστατικού Αγώνα στην κοινωνία μέσα από τη φυλακή και να προωθούμε χωρίς πολιτικές αναστολές τον πόλεμο με τη σύγχρονη χούντα του κράτους και του κεφαλαίου. Αυτή η απουσία πολιτικών αναστολών, εξάλλου, στον πόλεμο εναντίον του οικονομικού και πολιτικού συστήματος ήταν ένας βασικός παράγοντας που μας καθόρισε καθ’ όλη την ιστορία μας ως Επαναστατικός Αγώνας από τη δημιουργία της οργάνωσης έως και σήμερα. Γιατί, ενώ πολλοί ακόμα μέσα στον α/α χώρο έβλεπαν πως η κοινοβουλευτική δημοκρατία άφηνε περιθώρια ελευθερίας, γεγονός που δεν νομιμοποιούσε, κατά τη γνώμη τους, την ένοπλη δράση σε χώρες με αυτό το καθεστώς – ήταν όμως κοινωνικά και πολιτικά νομιμοποιημένη σε χώρες με ολοκληρωτικά καθεστώτα–, εμείς πιστεύαμε και μιλούσαμε για το σύγχρονο ολοκληρωτισμό που διαμορφωνόταν μέσα από την ενίσχυση της κρατικής βίας και ισχύος (π.χ. αντιτρομοκρατικοί νόμοι) και μέσα από την ισχυροποίηση της εξουσίας του κεφαλαίου μέσω της αγοραιοποίησης κάθε διάστασης της οικονομικής και κοινωνικής λειτουργίας. Το στοίχημα με την υπό εξέλιξη πολυδιάστατη κρίση του συστήματος για τους εξουσιαστές είναι η αξιοποίησή της για την επιτάχυνση των διαδικασιών επιβολής και την εδραίωση αυτού του ολοκληρωτισμού σε όλο τον πλανήτη. Σήμερα, με την τετραμερή χούντα (Κυβέρνηση, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ΔΝΤ) να κυβερνά τη χώρα και με το μνημόνιο να ακυρώνει ακόμα και διατάξεις του ίδιου του συντάγματος της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, κανείς δεν αμφισβητεί πλέον πως αυτό που ζούμε είναι ολοκληρωτισμός.

Για αυτό και όσοι υποστηρίζουν πως ο ένοπλος αγώνας δικαιολογείται μόνο σε ολοκληρωτικά καθεστώτα, θα έπρεπε σήμερα, εν μέσω της σύγχρονης δικτατορίας, τουλάχιστον να σταματήσουν να τον κατακρίνουν, αν ήθελαν να είναι συνεπείς με τον εαυτό τους. Όμως, αντιθέτως, εξακολουθούν να κρύβονται πίσω από τα φοβικά και ενοχικά σύνδρομα για το δίκαιο της επαναστατικής δράσης, αφού στην πραγματικότητα και η ίδια η επανάσταση δεν είναι τίποτα περισσότερο για αυτούς πέρα από μια ριζοσπαστική ρητορική αμφισβήτηση του καθεστώτος, το οποίο τελικά δεν είναι απονομοποιημένο πολιτικά και ηθικά για τους ίδιους, ούτε μέσα στις ακραίες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που ζούμε σήμερα.

Αν δεν καταφέρουμε να δημιουργήσουμε το αναγκαίο πολιτικό-κοινωνικό επαναστατικό κίνημα που θα μπορέσει να βάλει τις βάσεις για τη μετατροπή της αναμενόμενης κοινωνικής έκρηξης σε επανάσταση, δεν θα πρόκειται για «πρόβλημα της κοινωνίας» που δεν θα είναι έτοιμη να δεχθεί τις δικές μας «φωτισμένες» και «καθαρές» πολιτικές θέσεις, αλλά για δικό μας πρόβλημα ν’ ανταπεξέλθουμε στις απαιτήσεις της εποχής μας. Όσον αφορά εμάς, το ερώτημα που θέτουμε δεν είναι ένα στεγνό «ναι ή όχι στην ένοπλη δράση», καθώς για εμάς το ερώτημα τίθεται υπό κάποιες σοβαρές πολιτικές προϋποθέσεις και η συγκρότηση ένοπλων οργανώσεων δεν είναι αυτοσκοπός.

Για εμάς καμία ομάδα ένοπλη, και καμία ομάδα γενικότερα –ούτε ο Επαναστατικός Αγώνας– δεν είναι αυτοσκοπός. Αυτοσκοπός για εμάς είναι η κοινωνική επανάσταση και ο ρόλος της κάθε ομάδας είναι να δράσει και να συνεισφέρει προς αυτήν την κατεύθυνση.

Για εμάς, λοιπόν, το ερώτημα είναι ευρύτερο: Οργάνωση για την ένοπλη κοινωνική επανάσταση ή όχι επανάσταση. Μια ένοπλη επαναστατική οργάνωση οφείλει να προωθεί στην πράξη και με τον λόγο της το παραπάνω, αλλιώς δεν είναι επαναστατική οργάνωση. Ίσως να ‘ναι μια ομάδα εξεγερμένων όμως όχι επαναστατική οργάνωση. Ή μήπως να περιμένουμε την κοινωνία να πάρει από μόνη της τα όπλα και εμείς να ακολουθήσουμε;

Δεν χωράει αμφιβολία πως μια επαναστατική απόπειρα είναι πολυδιάστατη, καθώς συνδυάζει πολλά πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά και στρατιωτικά εγχειρήματα και όχι μόνο δεν είναι αναγκαίο αλλά ούτε και είναι επιθυμητό το σύνολο του επαναστατημένου κόσμου να ασχολείται με την ένοπλη αντιπαράθεση με το καθεστώς. Όμως όταν λέμε ένοπλη κοινωνική επανάσταση, εννοούμε πως κάθε είδος επαναστατικό εγχείρημα για να πετύχει, θα πρέπει να περιφρουρείται και ενόπλως από τους επαναστάτες. Εκτός και αν πιστεύουμε πως η όποια επαναστατική μετάβαση θα γίνει χωρίς να ανοίξει ρουθούνι ή ότι αρκεί από μόνη της μια κοινωνική εξέγερση και θα μπορούμε να περιοριστούμε στα ήδη γνωστά και κοινώς αποδεκτά στον α/α χώρο μέσα σύγκρουσης, με τις δυνάμεις καταστολής στους δρόμους. Ας μη ξεχνάμε πως το χουντικό καθεστώς ήδη προετοιμάζεται καταλλήλως, πραγματοποιώντας γυμνάσια στο στρατό προκειμένου να τον βγάλει στους δρόμους για την καταστολή εξεγέρσεων. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι έχει γίνει από τους περισσότερους κατανοητό πως στο νέο κοινωνικό, πολιτικό περιβάλλον οι απαιτήσεις είναι πολύ περισσότερες για όλους μας. Ας μην γίνουμε ουραγοί, ας μην αφήσουμε την εποχή και την ιστορία να μας ξεπεράσει, ας μην χάσουμε την ευκαιρία να κάνουμε την επανάσταση.

Όλα τα παραπάνω είναι ο πρώτος σημαντικός λόγος για ν’ αναλάβουμε την πολιτική ευθύνη για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα. Γιατί γι’ αυτούς τους στόχους ζούμε και αναπνέουμε. Ανυπομονούμε να βρούμε τους συντρόφους μας σε αυτή την πορεία, αυτούς που είναι διαθέσιμοι να συγκρουστούν με το καθεστώς του σύγχρονου φασισμού.

***

Η απόφασή μας ν’ αναλάβουμε την πολιτική ευθύνη για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα αφορά και την πολιτική νοοτροπία της οργάνωσής μας. Η συμμετοχή σε μια τέτοιας φύσης ομάδα, λόγω των μεγάλων απαιτήσεων που έχει, τόσο σε πολιτικό όσο και σε επιχειρησιακό επίπεδο, και λόγω του μεγάλου κόστους που συνεπάγεται κάθε λάθος κίνηση για τον καθένα και για όλους, απαιτεί μια υψηλού επιπέδου πολιτική και προσωπική συνέπεια όσον αφορά τις ευθύνες μας για την ύπαρξη της ομάδας, τη δράση και κυρίως, την πολιτική υπεράσπισή της όταν αυτή χτυπιέται από το κράτος. Για εμάς ήταν αδιανόητο να εγκαταλείψουμε την ομάδα μας ενώ δεχόταν το χτύπημα του κράτους, αφού αυτό θα σήμαινε για εμάς ότι εγκαταλείπουμε τις επιλογές μας, τις συντροφικές μας σχέσεις, τον ίδιο μας τον εαυτό.

Ιδίως όσον αφορά τη συντροφικότητα, αυτή, όπως λέμε και παραπάνω, είναι ποτισμένη με το αίμα του συντρόφου μας Λάμπρου Φούντα, δηλαδή οι δεσμοί μας είναι δεσμοί αίματος. Θα μας ήταν αδιανόητο να μην μπορούμε να μιλήσουμε για το λόγο που ο σύντροφός μας έχασε τη ζωή του, κάτι που θα συνέβαινε αν δεν είχαμε αναλάβει την πολιτική ευθύνη. Να μην μπορούμε να δώσουμε την πραγματική διάσταση των όσων έγιναν στην Δάφνη στις 10 Μάρτη και να αφήσουμε τον σύντροφό μας έρμαιο των διαφόρων φημών και σεναρίων για το πού συμμετείχε και τι ήθελε στην περιοχή. Ο σύντροφός μας θέλουμε να μείνει στην ιστορία του απελευθερωτικού κινήματος ως πολεμιστής που μαχόταν για την ελευθερία –όπως και ήταν– και όχι ως ένα θύμα της αστυνομικής βίας.

Θα μας ήταν, λοιπόν, αδιανόητο να εγκαταλείψουμε το νεκρό σύντροφό μας που έπεσε μαχόμενος για το συλλογικό πολιτικό σχέδιο και όραμα της ομάδας μας. Η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης ήταν ένας τρόπος να παραμείνει μαζί μας ο σύντροφός μας. Ήταν ένας τρόπος να διατηρήσουμε ζωντανούς τους κοινούς στόχους και τον κοινό αγώνα. Το οφείλουμε στο σύντροφο Λάμπρο Φούντα να μιλήσουμε για την κοινή μας ιστορία. Είναι ο τρόπος μας να κρατήσουμε ζωντανό το σύντροφό μας. Αυτός θα μπορούσε να είναι και ο μόνος λόγος για ν’ αποφασίσουμε ν’ αναλάβουμε την πολιτική ευθύνη για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα.

Εδώ θα θέλαμε να ανοίξουμε μια παρένθεση για να διατυπώσουμε την διαφωνία μας, με το τρόπο που αντιμετωπίστηκε ο θάνατος του συντρόφου μας από μερίδα του α/α χώρου. Ακόμα και μετά την ανάληψη ευθύνης σε πλήθος προκηρύξεων ή αφίσες παρουσιαζόταν ο Λάμπρος Φούντας ως αναρχικός και όχι ως μέλος του Επαναστατικού Αγώνα.

Αναμφισβήτητα ο Λάμπρος Φούντας ήταν αναρχικός, όπως άλλωστε και όλοι μας. Όμως δεν σκοτώθηκε γιατί ήταν αναρχικός, αλλά ως μέλος του Επαναστατικού Αγώνα. Το να είναι κανείς αναρχικός δεν είναι από μόνο του ιδιώνυμο, ούτε αποτελεί κίνδυνο για το καθεστώς. Εξαρτάται από την δράση του και πως τοποθετείται πολιτικά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Λάμπρος Φούντας δεν σκοτώθηκε ούτε σε διαδήλωση, ούτε σε κατάληψη, ούτε γιατί έκανε εκδόσεις ή γιατί ανήκε σε αναρχική ομάδα αλλά σε προπαρασκευαστική ενέργεια του Επαναστατικού Αγώνα.

Η πολιτική συνέπεια όπως εμείς την αντιλαμβανόμαστε έχει το κόστος της, που μπορεί να είναι να χάσεις τη ζωή ή την ελευθερία σου. Έχοντας ένα νεκρό σύντροφο στην ομάδα μας οι απαιτήσεις γίνονται ακόμα μεγαλύτερες για εμάς, η αφοσίωση στην κοινή ιστορία και τους συντρόφους μας μεγαλώνει, η πίστη για τους κοινούς στόχους ατσαλώνεται.

Ίσως για τους περισσότερους αυτού του είδους η συνέπεια, το χρέος, οι απαιτήσεις που αναφέρουμε να μην γίνονται εύκολα κατανοητές, καθώς στην εποχή μας συχνά, τόσο οι συντροφικές σχέσεις όσο και τα πολιτικά σχέδια έχουν ελαστικοποιηθεί για να προσαρμόζονται στους προσωπικούς στόχους και προσδοκίες. Όμως εμείς αυτοί είμαστε, έτσι ορίζουμε τη συντροφικότητα και τις σχέσεις μας.

Ας θεωρηθεί ότι μιλάμε για ένα χρέος απέναντι σε μια πολιτική ιστορία που γράφτηκε και γράφεται από εμάς και που κανένας άλλος δεν μας επέβαλε, εκτός από τη συνείδησή μας. Πρόκειται για τις ίδιες τις επιλογές αγώνα που κάναμε για τις οποίες είμαστε πολύ περήφανοι και πραγματικά, μας χαροποιεί να δηλώνουμε δημόσια ποιοι είμαστε και τι θέλουμε. Αυτή η πολιτική ιστορία θέλουμε να παραμείνει ζωντανή μέσω της ανάληψης ευθύνης. Πρόκειται για την ιστορία μας, για έναν αγώνα ως τα άκρα για την ελευθερία.

****

Απόρροια της ίδια πολιτικής νοοτροπίας είναι η βούλησή μας να περιφρουρήσουμε την ομάδα μας από παράγοντες που έχουν καταγγείλει τη δράση του Επαναστατικού Αγώνα, που έχουν κρατήσει πολεμική στάση απέναντι στις ένοπλες μορφές αγώνα και που έχουν προσβάλει την ομάδα ή συντρόφους μας. Γι’ αυτό και κοινοποιούμε (στους 3 συγκατηγορούμενούς μας το έχουμε κοινοποιήσει από την αρχή της σύλληψής μας) πως δεν θα δεχτούμε να εμπλακούν στην υπόθεση αυτή πρόσωπα με οποιαδήποτε ιδιότητα (δικηγόροι, μάρτυρες υπεράσπισης, αλληλέγγυοι κ.α.) που έχουν προσβάλει κάποιον από τους συντρόφους μας ή την οργάνωσή μας. Επίσης επισημαίνουμε πως αν στο δικαστήριο έρθουν άτομα ως μάρτυρες υπεράσπισης οποιουδήποτε κατηγορούμενου και τοποθετηθούν αρνητικά ως προς τον Επαναστατικό Αγώνα ή και γενικότερα την ένοπλη δράση, έχει ήδη ζητηθεί από τους συγκατηγορούμενούς μας να εξαιρεθούν αμέσως από τη διαδικασία και να διατυπωθεί η διαφωνία τους ως προς τη συγκεκριμένη στάση. Αν δεν γίνει αυτό, είμαστε υποχρεωμένοι να το καταγγείλουμε εμείς άμεσα, ερχόμενοι, δυστυχώς, σε σύγκρουση και με τον συγκατηγορούμενό μας που θα έχει καλέσει το συγκεκριμένο πρόσωπο στη δίκη.

Πιστεύουμε πως δεν είναι δύσκολο να γίνει κατανοητό πως όταν κάποιος δηλώνει αλληλέγγυος σε κάποιον, ενώ διαφωνεί με τις επιλογές αγώνα που αυτός κάνει, ακυρώνει την έννοια της αλληλεγγύης. Γι’ αυτό και από τη μεριά μας είναι αδιανόητο, και το δηλώνουμε εξαρχής, να έχουμε στη δίκη μάρτυρες υπεράσπισης που στην ερώτηση από το δικαστήριο «αν συμφωνείτε ή όχι με τη συγκεκριμένη μορφή δράσης» απαντήσουν πως διαφωνούν. Εξάλλου τα δικαστήρια δεν είναι χώροι όπου μπορούμε να συζητάμε τις όποιες διαφωνίες μας ως αγωνιστές και ούτε είναι κανείς υποχρεωμένος να τοποθετηθεί πάνω σε τέτοια ζητήματα ενώπιον μιας δικαστικής έδρας. Επίσης, ας λάβουνε υπόψιν τους όσοι θελήσουν να παραστούν ως μάρτυρες στην δίκη μας, ότι η ερώτηση «Συμφωνείτε ή όχι με αυτήν τη μορφή δράσης και με την συγκεκριμένη οργάνωση;» θα ακούγεται συνεχώς καθώς με αυτήν θα επιχειρήσουν οι δικαστές να αποσπάσουν καταδικαστικές τοποθετήσεις ώστε να μας απονομιμοποιήσουν πολιτικά και μέσω της δίκης.

Κατά ανάλογο τρόπο, πρόσωπα που έχουν κατά το παρελθόν προσβάλει κάποιον σύντροφό μας σε επίπεδο που δεν αφορά στενά προσωπικό θέμα, δεν θέλουμε να έχουν καμία σχέση με την υπόθεση και με τη δίκη. Και εφόσον κάποιος από τους υπόλοιπους συγκατηγορούμενούς μας ανεχτεί κάποιο τέτοιο πρόσωπο, βάζοντας τις συντροφικές σχέσεις στην άκρη για λόγους προσωπικού συμφέροντος είμαστε υποχρεωμένοι να αποστασιοποιηθούμε από αυτόν και να καταγγείλουμε την επιλογή του εμπράκτως.

Επαναλαμβάνουμε πως η ιστορία και η ηθική μας, το γεγονός ότι είμαστε μέλη του Επαναστατικού Αγώνα, ότι έχουμε ένα νεκρό σύντροφο στις γραμμές μας, ότι είμαστε στη φυλακή αντιμετωπίζοντας μακροχρόνιο εγκλεισμό, δεν μας επιτρέπει ν’ αντιμετωπίζουμε με ελαφρότητα παράγοντες που έχουν προσβάλει εμάς και την ιστορία μας την οποία και οφείλουμε να περιφρουρήσουμε.

Λυπούμαστε αν δεν μπορούμε να γίνουμε κατανοητοί απ’ όλους. Όμως δεν μπορούμε να προσαρμοστούμε στις όποιες απαιτήσεις και διαθέσεις μπορεί ανά καιρούς να εκφράζονται. Προτιμούμε να παραμείνουμε αυτοί που είμαστε, ακόμα και αν αυτό έχει ως αποτέλεσμα σε κάποιους να μην είμαστε αρεστοί. Εξάλλου ποτέ δεν κάναμε δημόσιες σχέσεις και ποτέ δεν προσαρμοστήκαμε σ’ ένα γενικότερο κοινωνικό κλίμα του χώρου. Η ίδια η επιλογή μας, εξάλλου, να συμμετέχουμε στον Επαναστατικό Αγώνα, μας έχει ήδη φέρει αντιμέτωπους με ορισμένους.

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ

Η αλληλεγγύη με φυλακισμένους συντρόφους καθορίζεται, αναπόφευκτα, από την πολιτική στάση και το λόγο των ίδιων των φυλακισμένων. Ένα κίνημα αλληλεγγύης δεν μπορεί παρά να στοχεύει στην ενίσχυση και προώθηση του λόγου και των θέσεων των φυλακισμένων συντρόφων, καθώς αυτός ο λόγος και οι θέσεις είναι το όπλο που έχουν οι φυλακισμένοι για ν’ αντισταθούν στην κρατική βία που δέχονται. Αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει ένα κίνημα να ταυτίζεται με τους συγκεκριμένους συντρόφους και τις επιλογές τους. Όμως η αλληλεγγύη από μόνη της σημαίνει πολιτική συνενοχή, αν όχι ως προς τα χρησιμοποιούμενα μέσα και μεθόδους, σίγουρα ως προς τις πολιτικές στοχεύσεις και κατευθύνσεις. Σίγουρα πάντως, δεν μπορεί ν’ αγνοηθεί ο λόγος του συντρόφου και να υποκαθίσταται από τις συνηθισμένες γενικές τοποθετήσεις που θέτουν ως αιχμή την κρατική καταστολή και καταλήγουν, στον έναν ή στον άλλο βαθμό, να θυματοποιούν τον φυλακισμένο σύντροφο, ακόμα και αν ο ίδιος διατηρεί μια διαφορετική στάση.

Κάτι ανάλογο ζήσαμε εμείς με τη δική μας υπόθεση. Τις πρώτες μέρες των συλλήψεών μας, και ενώ δεν είχαμε ακόμα αναλάβει την πολιτική ευθύνη για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα, κυκλοφόρησε ένας αρκετά μεγάλος αριθμός κειμένων συμπαράστασης που είχαν χαρακτήρα καταγγελιών της κρατικής καταστολής και μιλούσαν για την «τρομολαγνεία», την «ποινικοποίηση αγωνιστών και πολιτικών χώρων», την «ποινικοποίηση των προσωπικών σχέσεων», την «εγκληματοποίηση του αγώνα» κ.λ.π. Επίσης κάποιοι βιάστηκαν και χωρίς ακόμη να έχουμε τοποθετηθεί οι συλληφθέντες, μίλησαν για «σκευωρία» για «υποτιθέμενη υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα».

Εδώ να σημειώσουμε, καθώς θεωρούμε τουλάχιστον άστοχη την έκφραση «εγκληματοποίηση του αγώνα». Και αυτό γιατί ο Επαναστατικός Αγώνας δεν είναι εγκληματική οργάνωση για να εγκληματοποιείται αυτός που του αποδίδεται η συμμετοχή σε αυτόν, ενώ η δράση της οργάνωσής μας όχι μόνο δεν εγκληματοποιεί τον απελευθερωτικό αγώνα αλλά, αντιθέτως, συμβάλλει στην ευρύτερη κοινωνικοποίησή του. Η εγκληματοποίηση του αγώνα μπορεί να είναι αποτέλεσμα της δράσης εγκληματικών στοιχείων στους κόλπους του, μόνο που εμάς δεν μας αφορά αυτό. Αν με την έκφραση «εγκληματοποίηση του αγώνα» αναφερόμαστε στο τι επιδιώκει το κράτος με τις συλλήψεις μας, η απάντηση είναι πως η απόπειρα εγκληματοποίησης μέσω της κυρίαρχης προπαγάνδας και της λασπολογίας αφορούσε πρώτα και κύρια εμάς σαν πολιτικά πρόσωπα και την οργάνωσή μας, γεγονός που δεν έγινε δυνατό λόγω της πολιτικής μας στάσης αλλά και της αποδοχής που έτσι κι αλλιώς απολαμβάνει ο Επαναστατικός Αγώνας σε σημαντικά τμήματα της κοινωνίας.

Κείμενο συμπαράστασης βγήκε ακόμα και από ομάδα που στο παρελθόν είχε καταγγείλει δημόσια και πολεμήσει τον Επαναστατικό Αγώνα. Αυτό δείχνει πως κάτω από το πολιτικό πλαίσιο της κρατικής καταστολής μπορούν να κινούνται πολλά, όχι απλώς ετερόκλητα πολιτικά αλλά ακόμα και εχθρικά μεταξύ τους άτομα και ομάδες.

Η κινητοποίηση ενάντια στην κρατική καταστολή είναι επιθυμητή και αναγκαία, όταν το κράτος επιτίθεται σε αγωνιστές και βάζει στο στόχαστρο τον απελευθερωτικό αγώνα, με την προϋπόθεση ότι θα περιφρουρεί το κίνημα αλλά συγχρόνως, θα βάζει τους όρους της αντεπίθεσης. Με άλλα λόγια να μη μένουμε σε μια αδιεξοδική κατά την γνώμη μας στάση άμυνας απέναντι στο κράτος, αλλά να γίνεται η κρατική καταστολή η αφορμή να εντείνουμε τον αγώνα για την ανατροπή του κράτους και για την επανάσταση.

Από τη στιγμή που δημοσιεύτηκε η επιστολή μας με την ανάληψη της πολιτικής ευθύνης, σταμάτησε η παραγωγή κειμένων ενώ αντιληφθήκαμε πως υπήρξε σε πολλούς ένα μπλοκάρισμα σχετικά με το πολιτικό πλαίσιο της αλληλεγγύης με εμάς.

Είναι βέβαια γνωστό μέσα από την ιστορία του κινήματος, πως για πολλούς, είναι πιο εύκολη η διαχείριση υποθέσεων με “αθώους” παρά με “ενόχους”. Στην πρώτη περίπτωση παίρνεις μία ευρύτερα αποδεκτή -κατά την λογική μέρους του α/α χώρου- και συχνά ανώδυνη θέση άμυνας στην κρατική καταστολή, ενώ οι “ένοχοι” κρατούν εκ των πραγμάτων στάση επίθεσης, υποχρεώνοντας στον ένα ή στον άλλο βαθμό το κίνημα αλληλεγγύης να πάρει μία ανάλογη στάση.

Όσον αφορά το πλαίσιο αλληλεγγύης με εμάς, αυτό σίγουρα δεν μπορεί να αφορά την προβολή μας ως θύματα της κρατικής βίας, αφού δεν έχουμε ούτε στιγμή παρουσιάσει τους εαυτούς μας ως τέτοια. Αφορά όμως την προοπτική της επαναστατικής δράσης για την πολιτική ανατροπή και την κοινωνική απελευθέρωση, ιδιαίτερα μέσα στις σημερινές συνθήκες της συστημικής κρίσης. Αφορά και συνδέεται οργανικά με την προοπτική της διαμόρφωσης ενός κινήματος ριζοσπαστικού που θα μπορέσει χωρίς πολιτικές ενοχές και ενδοιασμούς να παίξει έναν ρόλο καταλύτη στις εξελίξεις στο κοινωνικό πεδίο.

Εδώ να ξεκαθαρίσουμε πως εμείς δεν βλέπαμε ποτέ την ομάδα μας ως την «ένοπλη πρωτοπορία» ενός κινήματος – με την έννοια του «ένοπλου κόμματος», όπως μας έχουν κατηγορήσει κατά καιρούς κάποιοι, κυριευμένοι προφανώς από τα φοβικά σύνδρομα και συμπλέγματα του πολιτικού «καπελώματος». Όμως την ομάδα μας τη βλέπαμε πάντα ως εν δυνάμει καταλύτη για τη διαμόρφωση ενός επαναστατικού κινήματος που θα μπορεί να παίξει το ρόλο της πολιτικής πρωτοπορίας στις κοινωνικές εκρήξεις που θ’ ακολουθήσουν.

Πιστεύουμε πως το ν’ αρνείται κανείς να εργαστεί για να δημιουργηθεί ένα κίνημα πρωτοποριακό στην ιστορική περίοδο που ζούμε είναι αποτέλεσμα πολιτικής αδυναμίας και ανεπάρκειας ως προς τα ζητήματα που θέτει η εποχή μας και τα οποία πρέπει ν’ απαντηθούν.

Όπως έχουμε πει στο πρώτο μέρος του κειμένου μας, η υπόθεσή μας όλη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πολιτική του Επαναστατικού Αγώνα, δηλαδή τη δράση στην εποχή της συστημικής κρίσης, την αξιοποίησή της, την εκμετάλλευση στο μέγιστο δυνατό βαθμό των κατάλληλων αντικειμενικών συνθηκών έτσι όπως τις διαμορφώνει το ίδιο το σύστημα και την εντατικοποίηση της προσπάθειας για τη διαμόρφωση των υποκειμενικών συνθηκών για την επανάσταση.

Όταν λέμε αντικειμενικές συνθήκες εννοούμε την απονομιμοποίηση στις κοινωνικές συνειδήσεις, όχι μόνο του νεοφιλελεύθερου μοντέλου διακυβέρνησης, αλλά συνολικά, του συστήματος οικονομικής οργάνωσης, την απαξίωση του πολιτικού συστήματος και των εκπροσώπων του από την πλειοψηφία της κοινωνίας και την βαθιά κρίση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Μιλάμε για μια εποχή που η διεθνής οικονομική κρίση έχει υπονομεύσει όλο το σύστημα, που η αδυναμία του να διατηρεί την πολιτική και οικονομική ενσωμάτωση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού, έχει δημιουργήσει μια άβυσσο ανάμεσα σε έχοντες και μη έχοντες, ανάμεσα σε φτωχούς και πλούσιους.

Μιλάμε για την εποχή που δείχνει να μην γίνονται ανεκτοί πλέον οι προνομιούχοι οικονομικά και πολιτικά. Είναι η εποχή που η ίδια η κρίση και οι προσπάθειες της οικονομικής και πολιτικής ελίτ να την ξεπεράσει και να αναστηλώσει το παραπαίον σύστημα, έχει δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να μετατραπεί η κοινωνική πλειοψηφία σε εχθρό τους. Έχει δώσει το εύφλεκτο υλικό για τις μεγάλες κοινωνικές εκρήξεις σε όλο τον πλανήτη.

Οι επαναστάσεις, εξάλλου, είναι σαν τις κλωτσιές σε σάπιες πόρτες. Αρκεί να υπάρχει κάποιος να τις δώσει, αρκεί να υπάρχει το επαναστατικό ρεύμα που θα σαρώσει ό,τι υπάρχει όρθιο από το καθεστώς. Δηλαδή, αρκεί να υπάρχουν οι υποκειμενικές συνθήκες που θα επιτρέψουν να γίνει η επανάσταση.

Όταν λέμε υποκειμενικές συνθήκες εννοούμε την παρουσία ενός μαζικού επαναστατικού κινήματος που θα καταφέρει να συμπαρασύρει προς την επανάσταση μεγάλα τμήματα της κοινωνίας και να διασφαλίσει την επιτυχία του εγχειρήματος για ένα βιώσιμο μαζικό κοινωνικό μετασχηματισμό, ενώ παράλληλα θα είναι σε θέση να την περιφρουρήσει αποτελεσματικά την επανάσταση από κάθε αντεπαναστατικό παράγοντα. Προϋπόθεση για να κερδίσουμε το στοίχημα αυτό είναι να στραφούμε στην απάντηση των παρακάτω ζητημάτων:

– Πώς τοποθετούμαστε απέναντι στα επιχειρήματα της κυρίαρχης πολιτικής για το ξεπέρασμα της κρίσης και πώς αντιπαλεύουμε την καθεστωτική επιχειρηματολογία και τ’ αντεπαναστατικά επιχειρήματα της καθεστωτικής αριστεράς.

– Τι κάνουμε και πώς οργανώνουμε την επίθεση εναντίον του σύγχρονου φασισμού.

– Πώς βλέπουμε και πώς προωθούμε το ζήτημα της επανάστασης και ποιες είναι οι προτάσεις μας για έναν επαναστατικό και κοινωνικό μετασχηματισμό.

– Πώς απαντάμε στο ζήτημα της ένοπλης κοινωνικής αντεπίθεσης για την επανάσταση, την περιφρούρησή της από την κρατική βία που θα έρθει ως απάντηση και πώς την οργανώνουμε. Είναι ή δεν είναι αναγκαίο να προϋπάρχει μια οργανωτική βάση από τα πριν γι’ αυτόν το σκοπό;

Αυτά είναι κατά τη γνώμη μας μερικά από τα βασικά ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν, ώστε να μπουν οι προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση ενός κινήματος επαναστατικού που θ’ αξιοποιήσει τις ευκαιρίες της εποχής μας. Ενός κινήματος που αναπόσπαστο μέρος του θα είναι η δράση αλληλεγγύης με φυλακισμένους συντρόφους. Τουλάχιστον όσον αφορά εμάς –και πιστεύουμε και όσους φυλακισμένους αναγνωρίζουν τις ιδιαιτερότητες που, λόγω κρίσης, αποκτά η εποχή μας– η ενότητα ενός κινήματος για τη δράση και την επανάσταση στην εποχή της κρίσης είναι επιθυμητή και αναγκαία συνθήκη για να έχει προοπτική και μέλλον το κίνημα αλληλεγγύης σε φυλακισμένους αγωνιστές.

Μπορεί να φαίνεται μαξιμαλιστική μια τέτοια προοπτική και για πολλούς ακατόρθωτη. Όμως, αν δεν προσπαθήσουμε να υπερβούμε την αποσπασματική προσέγγιση των ζητημάτων που μας απασχολούν, συνεπώς, και της αλληλεγγύης σε φυλακισμένους αγωνιστές, θα δημιουργούμε συνεχώς διάφορα θνησιγενή σχήματα με μικρή διάρκεια ζωής που θα έχουν ένα διεκπεραιωτικό χαρακτήρα πάνω σε επιμέρους ζητήματα, π.χ. μια δίκη, μια απεργία πείνας, οι πρώτες μέρες μιας δίωξης ή φυλάκισης κλπ. Η αποσπασματικότητα συνήθως είναι η αιτία που δεν επιβιώνουν τα συλλογικά πολιτικά εγχειρήματα, με αποτέλεσμα να αδυνατούμε να θέσουμε ένα ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο. Γι’ αυτό και τα περισσότερα απ’ αυτά τα εγχειρήματα στηρίζονται περισσότερο στα υγιή αντανακλαστικά των συντρόφων σε εν θερμώ γεγονότα, που όταν όμως φεύγουν από την επικαιρότητα φεύγει και η διάθεση για δράση.

Επανερχόμενοι στη δική μας υπόθεση, επισημαίνουμε πως δεν πιστεύουμε πως είμαστε με την πλάτη στον τοίχο, παρά το γεγονός ότι βρισκόμαστε στη φυλακή. Όπως επίσης, δεν πιστεύουμε ότι ο μεγάλος αριθμός των φυλακισμένων συντρόφων συνιστά λόγο για τη θυματοποίηση ενός ολόκληρου πολιτικού χώρου.

Αντιθέτως, πιστεύουμε πως η πολιτική και οικονομική ελίτ είναι με την πλάτη στον τοίχο και αντιμετωπίζουν την πολιτική περιθωριοποίηση από την κοινωνική πλειοψηφία. Αυτός είναι ένας καθοριστικός λόγος που το κράτος θα σκληραίνει συνεχώς τη στάση του εναντίον μας και εναντίον των επαναστατών γενικότερα και θα υιοθετεί μια όλο και πιο απροκάλυπτα φασιστική συμπεριφορά, απόρροια της πολιτικής και κοινωνικής απαξίωσης του καθεστώτος από την πλειοψηφία των καταπιεσμένων και του φόβου που η απαξίωση αυτή προκαλεί στους εξουσιαστές.

Η δική μας σύλληψη, για παράδειγμα, έχει ως πρωταρχικό στόχο την αντιμετώπιση του Επαναστατικού Αγώνα που συνιστά μια σημαντική απειλή για το καθεστώς. Η εποχή της κρίσης κάνει ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη για το κράτος να ξεμπερδέψει μαζί μας, αφού, όπως είχε δηλώσει κυβερνητικό στέλεχος λίγες μέρες μετά τις συλλήψεις μας, ο Επαναστατικός Αγώνας θα μπορούσε με τη δράση του «να τινάξει στον αέρα τα οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης». Και εμείς από τη μεριά μας δηλώνουμε πως έχουν δίκιο αφού αυτός ήταν, είναι και θα είναι ο στόχος μας: να συντρίψουμε τα αντικοινωνικά σχέδια που κυβέρνηση, Ε.Ε., Ε.Κ.Τ και Δ.Ν.Τ. θέλουν να επιβάλουν στο όνομα του ξεπεράσματος της οικονομικής κρίσης.

Δε νομίζουμε, λοιπόν, πως μας ταιριάζει ένας λόγος αλληλεγγύης που θα έχει ως αιχμή την κρατική βία και καταστολή. Αντιθέτως, μας ταιριάζει ένας λόγος που θα προτάσσει την ανατροπή της σύγχρονης χούντας του Δ.Ν.Τ., της Ε.Ε., Ε.Κ.Τ. Ένας λόγος που θα προβάλλει την ανάγκη της προλεταριακής αντεπίθεσης και της οργάνωσης για την πραγμάτωση της. Μας ταιριάζει ένας λόγος που θα έχει ως αιχμή την ίδια την επανάσταση.

Για το ζήτημα των πολιτικών κρατουμένων

Όπως είναι σε όλους σαφές, βρισκόμαστε στη φυλακή γιατί είμαστε πολιτικοί αντίπαλοι του καθεστώτος. Η φύση της υπόθεσής μας είναι πολιτική και είναι κεφαλαιώδους σημασίας για εμάς ο προσδιορισμός μας ως πολιτικοί κρατούμενοι. Βέβαια, το κράτος δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων, αφού αυτό θα σήμαινε ότι αναγνωρίζει την ύπαρξη μιας άλλης πρότασης για την πολιτική και οικονομική οργάνωση της κοινωνίας, που η πραγμάτωσή της προϋποθέτει την κατάλυση της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων. Η αναγνώριση από το κράτος μιας επαναστατικής πρότασης για την κοινωνική αυτοοργάνωση, θα σήμαινε αυτόματα ότι αρνείται τη μονοκρατορία της εξουσίας του και ότι αποδέχεται πως δεν είναι μονόδρομος η ύπαρξη της παρούσας ιεραρχικής οργάνωσης της κοινωνίας, γεγονός που θα οδηγούσε στην υπονόμευση της ίδιας της καθεστωτικής σταθερότητας.

Κάθε αγώνας για ν’ αναγνωριστεί και να γίνει αποδεκτή η ταυτότητα των πολιτικών κρατουμένων, είναι αγώνας αμφισβήτησης της κρατικής εξουσίας. Και γι’ αυτόν τον αγώνα κάποιοι φυλακισμένοι αγωνιστές έχουν προσφύγει κατά το παρελθόν στο ύστατο μέσο πάλης μέσα από τις φυλακές, την απεργία πείνας, προκειμένου ν’ αναγνωριστούν ως πολιτικοί αντίπαλοι του συστήματος, όπως είχαν κάνει αγωνιστές της RAF και του IRA. Από την άλλη, ενώ ποτέ το κράτος δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων, εφαρμόζει ειδικές συνθήκες κράτησης για τους πολιτικούς εχθρούς του που αιχμαλωτίζει. Πολλοί πολιτικοί κρατούμενοι έχουν αγωνιστεί με απεργίες πείνας μέχρι θανάτου για το σπάσιμο των ειδικών συνθηκών κράτησης, ενώ πολλές είναι οι απεργίες πείνας που έγιναν γιατί οι κρατούμενοι διεκδικούσαν τη συλλογική πολιτική τους ταυτότητα και την ομαδοποίησή τους, όπως οι κρατούμενοι της RAF, της Action Directe, της ETA, του IRA ή μέλη επαναστατικών οργανώσεων στην Τουρκία. Δεν είναι λίγοι οι αγωνιστές που έχουν πεθάνει σε αυτές τις απεργίες πείνας όπως ο Χόλγκερ Μάινς και ο Ζίγκουρτ Ντέμπους της RAF, ο Μπόμπυ Σαντς και άλλοι κρατούμενοι του IRA και του INLA, καθώς και αρκετοί Τούρκοι αριστεροί πολιτικοί κρατούμενοι στην απεργία πείνας θανάτου το Δεκέμβρη του 2000.

Πιστεύουμε πως είναι μεγάλο λάθος να μην αναγνωρίζεται από μέρος συντρόφων εντός και εκτός φυλακών, η ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων που, από ό,τι έχουμε αντιληφθεί, αφορά στην άρνησή τους να βάλουν διαχωρισμούς μεταξύ πολιτικών και λοιπών κρατουμένων. Όμως, με το να μην αναγνωρίζουμε την ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων, απεμπολούμε ένα θεμελιώδες δικαίωμα των επαναστατών να προσδιορίζονται με αυτόν τον όρο, γεγονός που σημαίνει πως εγκαταλείπουμε από μόνοι μας ένα πεδίο μάχης με τον εχθρό, πως του παραδίδουμε μέρος του οπλοστασίου μας. Κάνουμε ένα βήμα πίσω στη μάχη με το κράτος, αφήνοντάς του το περιθώριο να χαρακτηρίζει τους επαναστάτες και τους ένοπλους αντάρτες ως «κοινούς εγκληματίες», «συμμορίτες» και «τρομοκράτες», χαρακτηρισμούς που χρησιμοποιεί σαν όπλα στον επικοινωνιακό πόλεμο που διεξάγει, προκειμένου να πείσει την κοινωνία ότι δεν υπάρχει αντίπαλο πολιτικό δέος στην κυρίαρχη τάξη πραγμάτων. Πρόκειται για μια συνεχή μάχη ανάμεσα σε εχθρικές μεταξύ τους πολιτικές οντότητες, μια μάχη που η έκβασή της καθορίζεται από την ένταση του αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση.

Επομένως, δεν πρόκειται για μια χωρίς ιδιαίτερη βαρύτητα υπόθεση. Κάποιοι από τον α/α χώρο λανθασμένα δεν αναγνωρίζουν την ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων, καθώς για πολλούς ο όρος «πολιτικός» είναι αρνητικά φορτισμένος, εξαιτίας του γεγονότος ότι έχουν ταυτίσει την ευρύτερη έννοια της πολιτικής με την καθεστωτική πολιτική, με τον πολιτικαντισμό, τον παραγοντισμό και την εκχυδαϊσμένη ρητορική των κυβερνώντων.

Όσον αφορά στη σχέση μεταξύ πολιτικών και λοιπών κρατουμένων, εμείς δεν μιλάμε για «διαχωρισμό», αφού πρόκειται για έννοια αρνητικά φορτισμένη. Μιλάμε για διαφορετικότητα την οποία οφείλουμε να διαφυλάξουμε. Δεν πιστεύουμε ότι είναι ούτε κακό ούτε λάθος να διατηρούμε και να προασπίζουμε την πολιτική μας ταυτότητα.

Η διαφορετικότητα μεταξύ πολιτικών και κοινωνικών κρατουμένων οφείλεται στο γεγονός ότι ενώ οι πρώτοι παραβίασαν τους καθεστωτικούς νόμους κινούμενοι από ένα επαναστατικό δίκαιο και έχοντας πλήρη συνείδηση των πολιτικών τους επιλογών και πράξεων, οι υπόλοιποι κρατούμενοι υποκινούνται από προσωπικούς παράγοντες και συχνά απουσιάζει η συνείδηση που τους καθιστά κύριους υπεύθυνους των πράξεών τους, ενώ τις περισσότερες φορές πρωτεύοντα ρόλο στις πράξεις τους παίζουν οι κυρίαρχες κοινωνικές και ταξικές συνθήκες που τους εξωθούν σε εκτός νόμου πρακτικές.

Ενώ λοιπόν ένας κοινωνικός κρατούμενος βρίσκεται στη φυλακή για λόγους προσωπικούς, λόγους που αφορούν την ιδιωτική του σφαίρα και το πώς αυτή επηρεάζεται από τις ευρύτερες κοινωνικές συνθήκες και τάσεις της εποχής μας, ένας επαναστάτης δεν δρα για προσωπικό όφελος, δεν έχει ιδιοτελή κίνητρα. Ο μεν πρώτος δεν διεκδικεί με τις πράξεις του την αλλαγή της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων, ενώ ο δεύτερος έχει την επαναστατική αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών ως το μόνο κίνητρο για τη δράση του.

Οι παραπάνω θέσεις μας δεν σημαίνουν ότι αρνούμαστε πως υπάρχουν αρκετά υγιή κοινωνικά άτομα στις φυλακές, πως υπάρχουν αξιοπρεπείς άνθρωποι με ισχυρό αξιακό κώδικα, οι οποίοι και αποτελούν τους φυσικούς μας συμμάχους στους διεκδικητικούς αγώνες για τους όρους φυλάκισης και τις συνθήκες διαβίωσης στις φυλακές. Κάποιοι από αυτούς, εξάλλου, εκδηλώνουν παραδειγματική συντροφική στάση και αλληλεγγύη σε υποθέσεις πολιτικών κρατουμένων. Όμως, ακόμα και η διαμόρφωση πολιτικής συνείδησης σε μια μικρή μειοψηφία κρατουμένων δεν είναι ο κανόνας και, παρά το γεγονός ότι είναι μια ελπιδοφόρα εξέλιξη, δεν αλλάζει το γεγονός ότι οι λόγοι που αυτοί βρέθηκαν στη φυλακή δεν είναι πολιτικοί.

Η ταύτιση ή η εξομοίωση πολιτικών και κοινωνικών κρατουμένων δεν έχει να προσφέρει τίποτα ούτε στους μεν ούτε στους δε. Εξάλλου η πολιτική ταυτότητα των φυλακισμένων αγωνιστών πάντα ήταν ένα εργαλείο επικοινωνίας για τη διαμόρφωση επαναστατικών πολιτικών συνειδήσεων εντός και εκτός φυλακών. Με το να μην αποδεχόμαστε την πολιτική ταυτότητα των φυλακισμένων αγωνιστών καταλήγουμε, αντί να πολιτικοποιούμε περισσότερους ανθρώπους γύρω μας και να τους κάνουμε συντρόφους μας στον απελευθερωτικό αγώνα, ν’ αποπολιτικοποιούμαστε εμείς οι ίδιοι, γεγονός που όχι μόνο δεν προσφέρει τίποτα αλλά, αντιθέτως, λειτουργεί αρνητικά στον ευρύτερο αγώνα για την κοινωνική και πολιτική ανατροπή.

Εμείς, ως μέλη του Επαναστατικού Αγώνα, βρεθήκαμε στη φυλακή γιατί είμαστε επαναστάτες, μέλη μιας ένοπλης οργάνωσης που με τη δράση της στρέφεται εναντίον του κράτους και του κεφαλαίου και προσπαθεί να συνεισφέρει στην κοινωνική επανάσταση. Ως επαναστάτες δρούμε προς όφελος των προλετάριων, των εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων. Από αυτές, εξάλλου, τις κοινωνικές τάξεις προερχόμαστε κι εμείς, γεγονός που έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της ταξικής μας συνείδησης και της πολιτικής μας πορείας.

Τελικά δεν είναι, πιστεύουμε, ακραίο να πούμε πως οι επαναστάτες ή είναι κοινωνικοί επαναστάτες που δρουν ανιδιοτελώς και προς όφελος των καταπιεσμένων ή δεν είναι καθόλου επαναστάτες.

Για εμάς, ως μέλη του Επαναστατικού Αγώνα, ο προσδιορισμός μας ως πολιτικοί κρατούμενοι είναι αναπόσπαστο μέρος του αγώνα μας μέσα από τη φυλακή, αφορά την ταυτότητά μας και τη φύση της υπόθεσής μας και γι’ αυτό είναι γεγονός αδιαπραγμάτευτο.

Πόλα Ρούπα, Νίκος Μαζιώτης, Κώστας Γουρνάς

Κείμενο της Μαρί Μπεραχα σχετικά με την κλήση της ως κατηγορούμενη για συμμετοχη στον “Επαναστατικό Αγώνα”

Τη Δευτέρα 25 Οκτώβρη ο ειδικός ανακριτής Δ.Μόκκας μου στέλνει μία “ΚΛΗΣΗ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΗΣ” για να απολογηθώ τη Δευτέρα 1 Νοέμβρη “για την αξιόποινη πράξη της ένταξης ως μέλος στην τρομοκρατική οργάνωση με την ονομασία “ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ  ΑΓΩΝΑΣ” “. Την ίδια κλήση παρέλαβε και ο αναρχικός Νίκος Μαλαπάνης, που τυγχάνει να είναι και κουμπάρος μας…

Ο Κώστας Γουρνάς, που μαζί με τους Πόλα Ρούπα και Νίκο Μαζιώτη έχει αναλάβει την πολιτική ευθύνη για συμμετοχή στην Ε.Ο “Επαναστατικός Αγώνας”  (ενώ οι συγκατηγορούμενοι τους Β.Σταθόπουλος Σ.Νικητόπουλος και Χ.Κορτέσης αρνούνται κάθε συμμετοχή σε αυτή), είναι ο σύντροφος της ζωής μου και πατέρας των δύο 22μηνών παιδιών μας.

Ο σύντροφός μου, αφού βασανίστηκε στη Γ.Α.Δ.Α, μετά τη σύλληψη του , προφυλακίστηκε στις φυλακές Τρικάλων. Από τις 9 Οκτώβρη έχει κατέβει σε απεργία πείνας στις φυλακές Κορυδαλλού, μαζί με το Νίκο Μαζιώτη (ενώ άλλοι αλληλέγγυοι φυλακισμένοι κάνουν αποχή συσσίτιου) με αίτημα το αυτονόητο : να παραμείνει στην Αθήνα που είναι ο τόπος κατοικίας της οικογένειάς του. Σήμερα διανύει την 20η μέρα απεργίας, βρισκόμενος σε κρίσιμη κατάσταση στο νοσοκομείο μαζί με το Νίκο Μαζιώτη.

Ένας πόλεμος μαίνεται εντός των “τειχών”, στην προσπάθεια του κράτους να θέσει τους φυλακισμένους αγωνιστές σε καθεστώς ομηρίας με όλα τα μέσα. Η προσπάθεια για την εξόντωση του συντρόφου μου κάνει “κύκλους” κι έξω απ’τα “τείχη” προσπαθώντας να θέσει σε ασφυκτικό ψυχολογικό κλοιό και την οικογένεια.

Η πίεση που δέχεται ο Κώστας ως προς τη στάση που κρατάει είναι καθαρά εκδικητική.

Η τρομοκρατία που ασκείται σε συντρόφους και συγγενείς είναι επίσης εκδικητική.

Δεν θα απολογηθώ σε κανέναν για τη ζωή μου και γιατί επέλεξα τον Κώστα για σύντροφο και πατέρα των παιδιών μας.

Δεν θα απολογηθώ για σενάρια που έχουν κατασκευάσει για το πρόσωπο μου.

Για τις αρχές, δυνητικά και με βάση, μόνο, τις κοινωνικές, πολιτικές και οικογενειακές μας σχέσεις μπορούμε να είμαστε όλοι “μέλη” του “Επαναστατικού Αγώνα”.

Ας μπει μία τελεία στις διώξεις που προκύπτουν από τις σχέσεις αυτές.

Η υπομονή έχει τα όρια της…

Μαρί Μπεραχά

28/10/2010