Άλλη δουλειά δεν έχετε από το να γεμίζετε την πόλη μπάτσους και τσιμέντο;
Εργάζομαι ως εξωτερικός υπάλληλος εταιρείας στο κέντρο της Αθήνας. Έχω συνηθίσει να βλέπω τους ελληνοκαοϋμπόηδες της αστυνομίας, με στολή ή χωρίς, να συμπεριφέρονται στο δρόμο λες και τους τον παραχώρησαν μαζί με την υπηρεσιακή τους ταυτότητα. Έχω δει πολλά από τα κατορθώματά τους, όμως αυτό που έχω πιο πρόσφατο θα ήθελα να το καταγγείλω γιατί είναι εξοργιστικό.
Βρισκόμουνα στην οδό Σκουφά (Κωλο-νάκι) με τη μηχανή και τακτοποιούσα φακέλους της δουλειάς μέσα στην τσάντα μου. Όση ώρα έκανα αυτό, αντιλήφθηκα κάποιον να έχει έρθει δίπλα μου και να με κοιτάζει λες και ήμουνα εξωγήινος. Γύρισα, τον κοίταξα και εγώ και τον ρώτησα αν θέλει κάτι. Χασκογέλασε ειρωνικά και μου απάντησε “ναι αμέ, να σηκωθείς να φύγεις από εδώ τώρα”. Ρώτησα “γιατί;” και η απάντηση που πήρα ήταν “γιατί έτσι γουστάρω, ασφάλεια” και λέγοντας αυτό σήκωσε το κάτω μέρος από το μπλουζάκι του και μου έδειξε μια θήκη που φορούσε στη ζώνη του, μέσα στην οποία ήταν ένα όπλο. Του εξήγησα ότι έτσι κι αλλιώς θα έφευγα, απλά τακτοποιούσα τα πράγματά μου. Μόλις το άκουσε αυτό, άρπαξε την τσάντα, την πέταξε στο πεζοδρόμιο και μου είπε “τότε θα φύγεις χωρίς την τσάντα”. Κινήθηκα προς την τσάντα για να τη μαζέψω, λέγοντάς του ταυτόχρονα ότι ήταν της δουλειάς μου και ότι δεν υπήρχε κανένας λόγος να συμπεριφέρεται έτσι. Εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκε άλλος ένας, με παρόμοια ενδυμασία και ύφος, ρωτώντας τον πρώτο ελληνοκαοϋμπόυ “τι θέλει αυτός ο μαλάκας ρε;” για να λάβει την απάντηση “του λέω να φύγει και δε φεύγει”. Λες και είχα σκοπό να κατασκηνώσω στη Σκουφά. Μαζεύοντας τα πράγματά μου, κάνω να ανέβω στη μηχανή και τότε ο δεύτερος λέει “την τσάντα την έψαξες ρε, τι έχουμε πει” και χωρίς καν να κάνει τον κόπο να μου μιλήσει, άρχισε να τραβάει την τσάντα από τον ώμο μου. Τους είπα ότι διαμαρτύρομαι έντονα για τη συμπεριφορά τους και ότι δε θέλω να ανοίξουν την τσάντα, γιατί περιείχε έγγραφα της δουλειάς μου. “Είναι θέμα εθνικής ασφάλειας και επομένως κάτσε όπως είσαι να τελειώσουμε όμορφα και ωραία”, απάντησε ο δεύτερος, τραβώντας την τσάντα και κοιτώντας στο εσωτερικό της, για να αποφανθεί μέσα σε δευτερόλεπτα ότι “μπα, κάτι φακέλους έχει μέσα και κάτι χαρτιά”. Μάζεψα την τσάντα και πήγα να βάλω μπροστά στη μηχανή, όταν ο πρώτος ελληνοκαοϋμπόυ είχε μια αναλαμπή, λέγοντας “α, και τα χαρτιά σου να δούμε, άδεια και τα λοιπά”. Ανοίγω το τσαντάκι να βγάλω τα χαρτιά. Καταφτάνει ένα Smart με δύο κουστουμαρισμένους μέσα και ένα ελληνοκαοϋμπόυ σε μηχανή από πίσω. Αμέσως ο ένας ελληνοκαοϋμπόης πάει στο απέναντι πεζοδρόμο και ο άλλος με αφήνει, λέγοντάς μου “δώστα σ’αυτόν τα χαρτιά” και φωνάζοντας στο μηχανοκίνητο ελληνοκαοϋμπόυ “τα χαρτιά του, τσέκαρέ τον”. Τo Smart φεύγει, με τους δύο ελληνοκαοϋμπόηδες να τρέχουν από τα δύο πεζοδρόμια μαζί του. Ο μηχανοκίνητος σταματάει μπροστά μου, του δίνω τα χαρτιά, τα κοιτάει για λίγο βαριεστημένος και μου τα επιστρέφει. Του λέω, “γιατί όλη αυτή η φασαρία; με έχουν εδώ τόση ώρα, μου πετάξανε την τσάντα κάτω, μου δείχνουν τα όπλα τους, δεν καταλαβαίνω γιατί αυτή η συμπεριφορά” και μου απαντάει “φρουρά Κακλαμάνη, δουλειά σου εσύ, άλλη φορά να κυκλοφορείς με διαφανή τσάντα”. Και φεύγει προς την κατεύθυνση του Smart και των δύο ελληνοκαοϋμπόηδων.
υ.γ. το Smart δεν είχε πινακίδα, ενώ η πινακίδα του μηχανοκίνητου ήταν στραβωμένη προς τα πάνω.
Πηγή: athens.indymedia.org