Πως θα εξουδετερώσετε δυο,τρια, χιλιάδες ερωτευμένα παιδιά;

πως μπορείς να σκοτώσεις τον έρωτα ή την ελπίδα;

έρωτας για την εξέγερση, αγάπη για ελευθερία

γεννηθήκαμε με όνειρα με ελπίδες, ελπίδες που άλλαζαν μορφές αλλά ποτέ δεν πέθαιναν, ελπίδες για έναν καλύτερο κόσμο, έναν πιο όμορφο κόσμο.

Κάποιοι σταμάτησαν να αγωνίζονται ναι το ξέρω ίσως επειδή κουραστήκαν ή βολεύτηκαν ή μπορεί να τους έκαψε ο χρόνος αυτό δεν το ξέρω,

εγώ έχω όνειρα όλοι έχουμε όνειρα αλλά ποιοι αγωνίζονται πραγματικά;

Μας αποκαλούν κωλόπαιδα γιατί; επειδή πιστέψαμε στα όνειρα και δεν σταματήσαμε ούτε μια στιγμή κουραστήκαμε αλλά συνεχίσαμε,

ονειρευτήκαμε εκεί που οι άλλοι δεν μπόρεσαν, ζήσαμε εκεί που οι άλλοι πέθαιναν

αγαπήσαμε εκεί που άλλοι έλεγαν πως η αγάπη πέθανε…

όχι δεν θέλω να τους πιστέψω μου ακούγονται τόσο ψεύτικα τα λόγια τους

εγώ βλέπω μόνο παιδιά ερωτευμένα, ακούω μόνο φωνές χαράς

ναι ξέρω όλα αυτά θα σου ακουστούν παιδιάστικα ίσως και να μην δώσεις σημασία

αλλά κατάφερα να ζήσω με ψυχή παιδιού

με καρδιά που δεν την άγγιξαν τα ψέμματα μάλλον για αυτό δεν έγινα σαν εσάς.

Είδα τόσα παιδιά να αγωνίζονται, να θυσιάζουν την ζωή τους για την Ελευθερία,

να ματώνουν αλλά να μην κάνουν ούτε ένα βήμα πίσω.

Ακόμα και την πιο συννεφιασμένη μέρα κάποια στιγμή βγαίνει ο ήλιος,

νύχτες που δεν μπορείς να δεις τα αστέρια να είσαι σίγουρος πως κάποιο άλλο παιδί σε κάποιο άλλο μέρος τα βλέπει…

η καρδιά μας είναι γεμάτη από αγάπη περίσσευε και για εσάς αλλά την πετάξατε

και προσπαθήσατε να μας γεμίσατε οργή και μισός αλλά η αγάπη είναι πιο δυνατή (:

πάντα όπου και να είμαι ΘΑ ΑΓΑΠΩ, ΘΑ ΟΝΕΙΡΕΥΟΜΑΙ, ΘΑ ΕΛΠΙΖΩ ΚΑΙ ΘΑ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΙ γιατί έτσι νιώθω, γιατί έτσι μ’αρέσει.

Πως θα εξουδετερώσετε δυο,τρια, χιλιάδες ερωτευμένα παιδιά;

 

Ανω νυμη

Έλληνες “λαθρο” – μετανάστες

Είναι απίστευτη η υποκρισία της ελληνικής πολιτείας και της ελληνικής κοινωνίας και μάλλον φτάνει η ώρα που θα πληρωθεί ακριβά.

Σε μια εποχή που σχεδόν όλοι μιλούν για την ανάγκη να επικρατήσει νομιμότητα στη χώρα, ελάχιστοι είναι αυτοί που επιθυμούν τη νομιμοποίηση των μεταναστών. Τους προτιμούν παράνομους. Μα οι περισσότεροι μετανάστες θέλουν τη νομιμοποίηση, για να φύγουν από την Ελλάδα και να πάνε σε μια πλούσια ευρωπαϊκή χώρα.

Από τη στιγμή που η πλειοψηφία των μεταναστών θα φύγουν από την Ελλάδα μόλις νομιμοποιηθούν, γιατί τόσοι Έλληνες δεν επιθυμούν τη νομιμοποίηση των μεταναστών; Δεν λένε πολλοί «να φύγουν οι μετανάστες»; Ε, αν νομιμοποιηθούν, θα φύγουν.

Η πραγματικότητα είναι πως θέλουμε –και χρειαζόμαστε- τους μετανάστες αλλά τους θέλουμε χωρίς δικαιώματα. Δηλαδή, θέλουμε σκλάβους. Να δουλεύουν φτηνά, χωρίς εργασιακά δικαιώματα, να είναι υπάκουοι και –αν είναι δυνατόν- να μην κυκλοφορούν στους δρόμους μας.

Όλη αυτή η υστερία για τους «μετανάστες που έχουν έρθει στην Ελλάδα, για να απειλήσουν τις ζωές μας και τις δουλειές μας» είναι ένα ψέμα – είναι ένα ψέμα που λέγεται συνέχεια. Οι μετανάστες δεν έρχονται στην Ελλάδα – οι μετανάστες περνάνε από την Ελλάδα. Αλλά δεν τους αφήνουμε να περάσουν. Τους εγκλωβίζουμε εδώ.

Πριν από μερικά χρόνια, η εθνική οδός περνούσε μέσα από την πόλη της Πάτρας. Αν θυμάμαι καλά, οι κάτοικοι της Πάτρας ήταν αντίθετοι στη δημιουργία της νέας εθνικής οδού –η οποία περνάει έξω από την Πάτρα-, επειδή επιθυμούσαν να περνάνε τα αυτοκίνητα και τα λεωφορεία μέσα από την πόλη, ώστε να κάνουν στάση και οι οδηγοί και οι επιβάτες να αφήνουν τα ωραία τους χρήματα. Φυσικά, τα υπεραστικά λεωφορεία έκαναν υποχρεωτικά στάση στην Πάτρα.

Περνούσα κι εγώ μέσα από την Πάτρα, για πάρα πολλά χρόνια. Από την ημέρα που φτιάχτηκε η νέα εθνική οδός, δεν έχω περάσει ούτε μια φορά μέσα από την Πάτρα. Δεν είναι η Πάτρα ο προορισμός μου – αλλού πηγαίνω. Το ίδιο ισχύει και για χιλιάδες μετανάστες (όπως αυτοί στη φωτογραφία που προσπαθούν να ανέβουν σε μια νταλίκα κοντά στο λιμάνι της Πάτρας, για να μπουν στο πλοίο και να πάνε στην Ιταλία).

Η μεγάλη ανοησία των ξεπουλημένων συνδικαλιστών και των Ελλήνων εργαζομένων ήταν ότι δεν απαίτησαν από την πρώτη στιγμή από τις κυβερνήσεις οι μετανάστες να έχουν τους ίδιους όρους εργασίας, τις ίδιες συλλογικές συμβάσεις και τα ίδια δικαιώματα με τους Έλληνες. Με αυτόν τον τρόπο, οι μετανάστες χρησιμοποιήθηκαν επί δεκαετίες ως φτηνά χέρια, έγιναν αντικείμενο αισχρής εκμετάλλευσης και –μοιραία- υπονόμευσαν τα εργατικά κεκτημένα των Ελλήνων εργαζομένων. Στερνή μου γνώση, να σ’ είχα πρώτα. Τώρα πια το πουλάκι πέταξε και στην Ελλάδα του Μνημονίου οι εργασιακές σχέσεις, τα εργατικά δικαιώματα –αλλά ακόμα και η εργασία πια- είναι ανέκδοτο τόσο για τους Έλληνες όσο και για τους μετανάστες.

Δεν ήθελε και ιδιαίτερο μυαλό για να αντιληφθεί κάποιος πως, αν οι μετανάστες εργάζονται ανασφάλιστοι, είναι σίγουρο πως θα έρθει η στιγμή που και εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες εργαζόμενοι θα είναι ανασφάλιστοι. Δεν ήθελε και ιδιαίτερη ευφυία, για να καταλάβει κάποιος πως η νόμιμη εργασία των μεταναστών συμφέρει και τους Έλληνες εργαζόμενους, αφού θα τόνωνε τα ασφαλιστικά ταμεία και τις συντάξεις. Επίσης, θα δημιουργούσε ένα ισχυρό κοινό μέτωπο απέναντι σε όσους θα προσπαθούσαν να καταπατήσουν τα εργατικά δικαιώματα.

Αντί να ζητηθούν ίσα δικαιώματα και για τους μετανάστες, τους βλέπαμε –και τους βλέπουμε- επί χρόνια να κάνουν τις πιο σκληρές δουλειές. Φτηνά εργατικά χέρια και ανασφάλιστη εργασία. Όταν κάποιος μετανάστης έπεφτε θύμα εργατικού ατυχήματος –και ήταν εκατοντάδες αυτοί-, σχεδόν κανείς δεν έδινε σημασία. Άλλωστε, τις περισσότερες φορές δεν το μαθαίναμε καν –οι εργάτες μετανάστες χωρίς δικαιώματα είναι σαν να μην υπάρχουν. Ακόμα και πριν από 3 μήνες, ο Αιγύπτιος καθαριστής τζαμιών με τα τέσσερα παιδιά που σκοτώθηκε ενώ δούλευε ανασφάλιστος -ημέρα Κυριακή στο υπουργείο …Εργασίας- δεν απασχόλησε κανέναν παρά μόνο δέκα μέρες μετά τον θάνατό του.

Την ίδια εποχή που οι μετανάστες πέθαιναν στη δουλειά ή στα εργατικά ατυχήματα, εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες εργάτες νόμιζαν πως είναι πια Κροίσοι και χόρευαν τσιφτετέλια πάνω στα τραπέζια, έχοντας την οικτρή αυταπάτη πως έχουν γίνει ίδιοι με τον εφοπλιστή που καθόταν στο διπλανό τραπέζι. Οι καιροί άλλαξαν και πολλοί απ’ αυτούς τους εργάτες βρίζουν σήμερα τους μετανάστες και είναι έτοιμοι να ψηφίσουν ΛΑΟΣ και Χρυσή Αυγή. Όταν δεν έχεις συναίσθηση και συνείδηση του ποιος είσαι, από πού έρχεσαι και πού πας, ο κατήφορος δεν έχει τέλος.

Η εγκληματικότητα στην Ελλάδα του 2011 είναι ένα τεράστιο θέμα –με πολλές γνωστές αιτίες- και ένα μέρος αυτού του θέματος είναι η εγκληματικότητα των μεταναστών. Βέβαια, όσοι την επικαλούνται ξεχνούν να αναφέρουν πως άνθρωποι που είναι εγκλωβισμένοι σε μια χώρα και δεν μπορούν να φύγουν, ζουν στην απόλυτη εξαθλίωση, τους κυνηγάει η αστυνομία και ο κάθε υπερπατριώτης, δεν μπορούν να βρουν δουλειά, δεν έχουν πού να μείνουν και δεν έχουν φαγητό θα στραφούν σχεδόν αναγκαστικά στην παρανομία και το έγκλημα. Εντάξει, κάποιοι μπορεί να αυτοκτονήσουν και κάποιοι άλλοι να κάνουν απεργία πείνας -για να κερδίσουν κάποια στοιχειώδη δικαιώματα- αλλά ακόμα κι αυτοί μας ενοχλούν. Τι θέλουμε τελικά; «Θέλουμε να φύγουν!» «Μα, δεν τους αφήνουμε! Τους κρατάμε παράνομους εδώ!»

Η νομιμοποίηση των μεταναστών και η καταγραφή των στοιχείων τους θα τους απέτρεπε από το να στραφούν στην παρανομία και θα έκανε πιο ασφαλή την ελληνική κοινωνία. Αλλά, όταν δεν ξέρουμε πόσοι είναι, πώς ονομάζονται και πού μένουν, τι ακριβώς ζητάμε από αυτούς τους ανθρώπους; Βέβαια, η ελληνική κυβέρνηση δεν γνώριζε –μέχρι πριν από μερικούς μήνες- πόσοι είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι, οπότε πώς θα μπορούσε να έχει στοιχεία για τους μετανάστες; Κι όμως, αυτή είναι μια από τις δουλειές των κυβερνήσεων σε όλον τον κόσμο.

Είμαι βέβαιος πως η σχεδόν ανύπαρκτη πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων στο μεταναστευτικό θέμα δεν είναι καθόλου τυχαία. Ο κανονισμός «Δουβλίνο ΙΙ» -τον οποίο επικαλούνται οι ελληνικές κυβερνήσεις- είναι ένα ισχυρό επιχείρημα, αλλά το ερώτημα είναι «γιατί ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης ψήφισαν το ‘Δουβλίνο ΙΙ’ το 2003; Τι έκανε η κυβέρνηση Καραμανλή, όταν το μεταναστευτικό ζήτημα γιγαντώθηκε;». Σε κάθε περίπτωση, ο κανονισμός «Δουβλίνο ΙΙ» θα τροποποιηθεί οπωσδήποτε –και υπό την πίεση του μεγάλου μεταναστευτικού ρεύματος από τις αραβικές χώρες-, οπότε οι μάσκες θα πέσουν.

Οι μετανάστες ήταν ένας από τους κύριους παράγοντες για το «οικονομικό θαύμα» της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια. Σήμερα, χρησιμοποιούνται από την κυβέρνηση –και μέρος του πολιτικού συστήματος- για να απορροφήσουν την οργή ενός μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας, ώστε να μην στραφεί εναντίον τους. Θέλει κότσια για να τα βάλεις με την εξουσία που σε οδήγησε στη χρεοκοπία, την ανεργία και τον εξευτελισμό αλλά είναι πιο εύκολο να ξεσπάσεις σε μετανάστες χωρίς δικαιώματα από το Πακιστάν και τη Σρι Λάνκα.

Είναι άσχημο να την πατάς συνέχεια και να πέφτεις σε όλες τις λούμπες που θέλουν να σε ρίξουν. Την ώρα που κάποιοι θα κυνηγούν τους εξαθλιωμένους μετανάστες, εγώ θα έχω το νου μου σε κάτι άλλους μετανάστες, πλούσιους και νόμιμους. Τους λένε «επενδυτές». Και έρχονται για να αγοράσουν ό,τι έχει απομείνει από την ξεπουλημένη χώρα μας.

Οι μετανάστες είναι παράνομοι στην Ελλάδα, επειδή δεν θέλουμε να είναι νόμιμοι. Δεν μας συμφέρει – ή τουλάχιστον έτσι νομίζουμε. Είναι τέτοια η κατρακύλα της ελληνικής κοινωνίας που –μακάρι να βγω ψεύτης- δεν θα αργήσει η μέρα που οι Έλληνες θα εργάζονται παράνομα στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Παράνομα και φτηνά. Έλληνες λαθρομετανάστες. Τι; Κανένας άνθρωπος δεν είναι λαθραίος; Άργησες.

 

pitsirikos.net/2011/03/έλληνες-λαθρομετανάστες/

Αρνούμαστε να πληρώσουμε εισιτήριο στα ΜΜΜ. ΠΩΣ ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΣΤΑΣΗ ΜΑΣ!!!

Εάν ελεγκτής μας ζητήσει το εισιτήριο ή τα στοιχεία μας:

1.             Αρνούμαστε να δώσουμε τα στοιχεία μας στον ελεγκτή. Στοιχεία δίνουμε μόνο αν μας τα ζητήσει οποιοσδήποτε αστυνομικός (ακόμα και εκτός υπηρεσίας), πταισματοδίκης ή ειρηνοδίκης, που θα βρίσκεται ή θα έλθει στο λεωφορείο/τρένο.

2.            Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να ακολουθήσουμε τον ελεγκτή οπουδήποτε. Ούτε βέβαια οποιονδήποτε security.  Αν μας εξαναγκάσει να τον ακολουθήσουμε με τη βία, του κάνουμε μήνυση για παράνομη βία, εκβίαση και παράνομη κατακράτηση. Καλούμε τότε εμείς την αστυνομία και απαιτούμε τη σύλληψή του. Συγκρατούμε σε κάθε περίπτωση τα διακριτικά του (αριθμός στο καρτελάκι του).  Αν βιαζόμαστε να φύγουμε, συγκρατούμε τα διακριτικά του και του κάνουμε μήνυση αργότερα.

3.            Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να περιμένουμε την άφιξη της αστυνομίας.

4.            Για μεγαλύτερη ταχύτητα στη λήξη του επεισοδίου, κατεβαίνουμε στην επόμενη στάση, χωρίς δισταγμό.

5.            Η αστυνομία δεν μπορεί να μας συλλάβει (μόνο να πάρει τα στοιχεία μας) διότι το αδίκημα διώκεται κατ’ έγκληση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να έχει υποβληθεί μήνυση από τον νόμιμο εκπρόσωπο της εταιρίας (όχι υπάλληλο) συγκεκριμένα για το δικό μας πρόσωπο (πράγμα αδύνατο).

6.            Εάν ο οδηγός αρνείται να ανοίξει τις πόρτες (παγιδεύοντας έτσι και τους άλλους επιβάτες), του δηλώνουμε ότι διαπράττει παράνομη κατακράτηση και ότι θα τον μηνύσουμε (πράγμα που κάνουμε εφόσον οδηγηθούμε τελικά στο τμήμα), απευθυνόμενοι ταυτόχρονα και τους συνεπιβάτες μας, εξηγώντας ότι αυτό που κάνει ο οδηγός και ο ελεγκτής είναι παράνομο και ότι όπως σε όλα τα άλλα ζητήματα, η κυβέρνηση, μας τα παίρνει εκβιαστικά και τα δίνει σε εταιρίες και τράπεζες. Με επίγνωση του δίκιου μας, κάνουμε συμμάχους τους συνεπιβάτες μας.

7.             Εάν έλθουν οι αστυνομικοί, τους δίνουμε τα στοιχεία μας και απαιτούμε να συλλάβουν αμέσως, τον ελεγκτή ή και τον οδηγό, διότι μας κράτησαν παράνομα εντός του λεωφορείου (ή γραφείου ή σταθμού κλπ), και ζητούμε να εφαρμόσουν την αυτόφωρη διαδικασία και να οδηγηθούν οι υπαίτιοι, αμέσως στο αστυνομικό τμήμα.

8.            Αστυνομικοί που αρνούνται να συλλάβουν τον ελεγκτή/οδηγό κατόπιν της μήνυσής μας, διαπράττουν παράβαση καθήκοντος. Μπορούμε να τους μηνύσουμε και να υποβάλουμε έγγραφη Αναφορά εναντίον τους στο ΑΤ., κοινοποιούμενη στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη.

9.            Σε κάθε περίπτωση επικοινωνούμε με τα τηλέφωνα των Επιτροπών Αγώνα του «Δεν πληρώνω», απ’ όπου δεχόμαστε τη βοήθεια συναγωνιστών και δικηγόρων μελών του κινήματος.

 

http://denplirono.wordpress.com/2011/03/05/%ce%b1%cf%81%ce%bd%ce%bf%cf%8d%ce%bc%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%b5-%ce%bd%ce%b1-%cf%80%ce%bb%ce%b7%cf%81%cf%8e%cf%83%ce%bf%cf%85%ce%bc%ce%b5-%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%b9%cf%84%ce%ae%cf%81%ce%b9%ce%bf-%cf%83/#more-613

ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΑΓΩΝΑ ΤΩΡΑ ΣΤΗΝ ΑΤΤΙΚΗ ΟΔΟ: ΜΗΝΥΣΗ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΥΠΕΥΘΥΝΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΡΟΧΑΙΑΣ

Σήμερα 10.2.2011 τα μέλη των Επιτροπών Αγώνα «Δεν πληρώνω» Ιωσήφ Παπαδόπουλος και Κώστας Κωνσταντόπουλος στη διέλευση τους από την Αττική Οδό ζήτησαν την έκδοση πιστωτικού λόγω αδυναμίας πληρωμής. Οι υπάλληλοι αρνήθηκαν την έκδοση του νόμιμου φορολογικού στοιχείου, αρνήθηκαν να επιτρέψουν την διέλευση των συμπολιτών μας, ενώ ταυτόχρονα άνδρες της τροχαίας που παρευρίσκονταν τους κάλεσαν να περάσουν από τα διόδια προκειμένου να μην δημιουργήσουν πρόβλημα στις διελεύσεις .Τα μέλη των ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ ΑΓΩΝΑ ζήτησαν την συνδρομή των αστυνομικών οργάνων για την άρνηση έκδοσης πιστωτικού και για την παράνομη κατακράτηση και αντί αυτού εισέπραξαν από τους «προστάτες του πολίτη το ντροπόσημο Ρέππα ¨ενώ αφαιρέθηκαν και οι πινακίδες των οχημάτων τους. Σημειωτέον ότι τα μέλη των Επιτροπών μας συνοδεύουν Γαλλικό τηλεοπτικό δίκτυο που κάνει ρεπορτάζ για τα διόδια στην Ελλάδα. Αυτή τη στιγμή τα μέλη μας μαζί με τον προϊστάμενο των διοδίων και τον υπάλληλο θα κατευθυνθούν μετά από δική τους απαίτηση στο Αστυνομικό τμήμα Παπάγου προκειμένου να υποβάλλουν μηνύσεις κατά: Των υπευθύνων της Αττικής Οδού για παράνομη κατακράτηση και άρνηση έκδοσης νόμιμων φορολογικών στοιχείων όσο και κατά των αστυνομικών της τροχαίας για παράνομη κατακράτηση και παράβαση καθήκοντος. Ο εθνικός εργολάβος μπορεί να πιστεύει ότι εκτός από το πολιτικό προσωπικό της χώρας μπορεί να χρησιμοποιεί και τα θεσμικά όργανα υπέρ των συμφερόντων του. Γελιέται οικτρά. Η ΑΤΤΙΚΗ ΟΔΟΣ ανήκει στους εργαζόμενους και τους φορολογούμενους πολίτες που την έχουν χρυσοπληρώσει. Δεν θα επιτρέψουμε να κερδοσκοπούν σε βάρος μας. Δεν θα επιτρέψουμε να λεηλατούν τη δημόσια περιουσία. Την απάντησή μας θα παίρνουν καθημερινά με συλλογικά μαζικά ανοίγματα της οδού μέχρι να τα μαζέψουν και να φύγουν. Οι εργολάβοι και η κυβέρνησή τους.

159 ΓΙΑΤΡΟΙ ΚΑΤΑΓΓΕΛΟΥΝ – ΣΥΜΠΑΡΙΣΤΑΝΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΑΠΕΡΓΟΥΣ ΠΕΙΝΑΣ

Οι γιατροί που στεκόμαστε στο πλευρό των 300 μεταναστών εργατών απεργών πείνας και στο δίκαιο – ηρωϊκό αγώνα για τη νομιμοποίησή τους, καταγγέλλουμε σε όλους τους Έλληνες και ξένους εργαζόμενους τις τεράστιες ευθύνες της κυβέρνησης και της βάρβαρης πολιτικής της που αρνείται έστω και την ύστατη στιγμή την ικανοποίηση των δίκαιων αιτημάτων τους. Με παρωδίες διαλόγου και προσποιητό «ανθρωπισμό» ακόμα και τώρα, παρά το πολύμορφο και ισχυρό μέτωπο αλληλεγγύης από συνδικάτα, μαζικούς φορείς, πολιτικές και πολιτιστικές οργανώσεις, επιμένει να καλλιεργεί τα ρατσιστικά, φοβικά και διαιρετικά αντανακλαστικά στους εργαζόμενους με δηλώσεις τύπου «αν νομιμοποιήσω εσάς θα πρέπει να νομιμοποιήσω 500.000!!!».

Έπειτα από 43 ημέρες απεργίας πείνας η κατάσταση από ιατρικής-επιστημονικής πλευράς για την υγεία των συνανθρώπων μας είναι πλέον ανεξέλεγκτη και σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να αποδειχτεί μη αντιστρεπτή, ακόμα και με νοσοκομειακή υποστήριξη.

Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, στο πλαίσιο της αντιμεταναστευτικής πολιτικής της ΕΕ και της Ευρώπης – Φρούριο, θα βάψει τα χέρια της με το αίμα των ξένων εργατών; Θα επαναλάβει τον κυνισμό της Θάτσερ απέναντι στους ιρλανδούς απεργούς πείνας που συγκλόνισε όλη την πολιτισμένη ανθρωπότητα; Το πολιτικό συμφέρον και ο καιροσκοπισμός θα υπερισχύσει του ανθρωπισμού και του δημοκρατικού δικαίου; ΑΠΟ ΕΔΩ ΚΑΙ ΠΕΡΑ Η ΕΥΘΥΝΗ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΔΙΚΗ ΤΗΣ.

Καταγγέλλουμε επίσης την προσπάθεια κυβερνητικών υγειονομικών παραγόντων καθώς και ελάχιστων «συναδέλφων» που είτε με προσπάθεια βίαιης σίτισης είτε με επίδειξη αδιαφορίας για τη νοσηλεία των μεταναστών, παραβιάζοντας τον όρκο του Ιπποκράτη, επιχειρούν να ξεφτιλίσουν τον αγώνα τους και να ρίξουν τις ευθύνες στους ίδιους.

Οι 300 μετανάστες που από την Τρίτη 25 Ιανουαρίου κάνουν απεργία πείνας, στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, απαιτώντας να νομιμοποιηθούν και να μην δουλεύουν σε αυτή τη χώρα χωρίς χαρτιά και χωρίς δικαιώματα, έχουν ήδη νικήσει. Παρά τους καθημερινούς εξευτελισμούς και την υπερεκμετάλλευση διδάσκουν πολιτισμό και αξιοπρέπεια. Ο αγώνας τους είναι δίκαιος, στρέφεται ενάντια στα τείχη του αίσχους που υψώνονται στα σύνορα  και στα γκέτο της ντροπής που φτιάχνονται στις πόλεις, ενάντια στην εργοδοτική αυθαιρεσία, την αστυνομική βαρβαρότητα, τη ρατσιστική και τη φασιστική τρομοκρατία.

Αυτή η κυβέρνηση που συμμετείχε και συμμετέχει στις ιμπεριαλιστικές εισβολές στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, που υποστηρίζει το κράτος-τρομοκράτη Ισραήλ, που δεν έχει κανένα πρόβλημα να δώσει τη Σούδα στους Αμερικανούς για νέες επεμβάσεις (και άρα νέα κύματα μεταναστών) δίνει δικαιώματα μόνο στους ισχυρούς.

Είναι η ίδια κυβέρνηση που έχει κηρύξει πόλεμο κατά της κοινωνίας, που καταστρέφει εργασιακά, ασφαλιστικά και κοινωνικά δικαιώματα, που καταδικάζει στη φτώχεια και την ανασφάλεια εκατομμύρια έλληνες εργαζόμενους, άνεργους και συνταξιούχους. ΣΕ ΛΙΓΟ ΘΑ ΜΑΣ ΒΡΕΙ ΟΛΟΥΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ.

 

ΟΛΟΙ ΤΩΡΑ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ 300 ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ. ΙΣΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ.

ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ – ΠΩΣ ΠΕΡΝΑΜΕ;

Ακόμη δεν έχει τυπωθεί η τροπολογία σε ΦΕΚ συνεπώς δεν είναι νόμος. Συνεχίζουμε να σπρώχνουμε τις μπάρες μέχρι να τυπωθεί. Όταν τυπωθεί σε ΦΕΚ θα είναι νόμος και ακολουθούμε τις παρακάτω οδηγίες. Ζητάμε έκδοση Επί πιστώσει απόδειξης.

Δηλώνουμε στον υπάλληλο ότι «δεν μπορούμε να πληρώσουμε» δίνοντας τον αριθμό κυκλοφορίας του οχήματός μας. Ζητάμε να εκδοθεί απόδειξη με πίστωση και να ανοίξουν την μπάρα. Αν καθυστερούν προειδοποιούμε ότι: α) αν δεν ανοίξουν αμέσως την μπάρα καταστρατηγούν το συνταγματικό μας δικαίωμα για ελεύθερη μετακίνηση και διαπράττουν το ποινικό αδίκημα της παράνομης κατακράτησης, β) αν δεν εκδώσουν την απόδειξη διαπράττουν το φορολογικό αδίκημα της άρνησης εκδόσεως επί πιστώσει φορολογικού στοιχείου, γ) αν αρνηθούν να ανοίξουν διαπράττουν και το αδίκημα της πρόκλησης για εκτέλεση παράνομης πράξης.

Εάν καθυστερεί το άνοιγμα της μπάρας και διαπιστώσουμε ότι δεν υπάρχει τροχαία ανοίγουμε την μπάρα με απλή ώθηση προς τα εμπρός και συνεχίζουμε την πορεία μας. Εάν καθυστερεί το άνοιγμα της μπάρας και υπάρχει τροχαία τότε ζητάμε την συνδρομή του αστυνομικού, ώστε να κοπεί πιστωτικό και να ανοίξει η μπάρα.

Αν μας ζητηθεί να συμπληρώσουμε έντυπο αδυναμίας πληρωμής πριν από την υπογραφή μας γράφουμε: «Με επιφύλαξη της νομιμότητας καταβολής του τέλους». Σε περίπτωση που ο τροχονόμος δηλώσει αναρμόδιος ή αρνούνται να μας ανοίξουν την μπάρα καλούμε την αστυνομία στο 100 και ζητάμε να συλληφθεί ο ταμίας και ο υπεύθυνος των διοδίων και να οδηγηθούν στη δικαιοσύνη με την αυτόφορη διαδικασία για παράνομη κατακράτηση.

Τι άλλαξε στον ΚΟΚ; Στον κώδικα οδικής κυκλοφορίας προστέθηκε η εξής παράγραφος: «Απαγορεύεται η κυκλοφορία οχημάτων σε αυτοκινητοδρόμους, οδούς ταχείας κυκλοφορίας, σήραγγες και γέφυρες που διακρίνονται με ειδικές πινακίδες σήμανσης χωρίς την καταβολή διοδίου τέλους, όταν και όπου προβλέπεται η καταβολή αυτή. Για την καταβολή του διοδίου τέλους είναι υπόχρεοι εις ολόκληρον ο κύριος και ο οδηγός του οχήματος. Η βεβαίωση της παράβασης γίνεται από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα που τη διαπιστώνουν αυτοπροσώπως.»

Μπορεί ο παραχωρησιούχος να βεβαιώσει την τροχαία παράβαση ή να μου επιβάλλει πρόστιμο; Μπορεί ο παραχωρησιούχος να διαβιβάσει στην τροχαία ποιοι δεν πλήρωσαν και να κοπεί κλήση; Όχι, ο παραχωρησιούχος είναι ιδιωτική εταιρία και δεν μπορεί να βεβαιώσει τροχαία παράβαση ούτε μπορεί να επιβάλει πρόστιμο. Ρητά προβλέπεται από την τελευταία διάταξη του νόμου, ότι πρόστιμο επιβάλει μόνο ο τροχονόμος και μάλιστα όταν διαπιστώσει την παράβαση αυτοπροσώπως.

Ποιά είναι τα αρμόδια αστυνομικά όργανα; Αρμόδια να βεβαιώσει παραβάσεις του ΚΟΚ είναι η τροχαία.

Μπορεί να με σταματήσει μετά τα διόδια τροχονόμος και να μου ζητήσει απόδειξη ότι πλήρωσα; Δεν υπάρχει κάποια διάταξη που να μας υποχρεώνει να κρατάμε τις αποδείξεις. Εξάλλου αν έχουμε περάσει με ΤΕΟ-pass ή με e-pass δεν θα έχουμε απόδειξη. Επίσης η βεβαίωση της παράβασης πρέπει να γίνει «αυτοπροσώπως», δηλαδή να μας δει ο ίδιος ο τροχονόμος να μην πληρώνουμε.

Μπορεί ο τροχονόμος να μου κόψει κλήση στηριζόμενος σε μαρτυρία άλλου ότι δεν πλήρωσα; Όχι, ο τροχονόμος μπορεί να βεβαιώσει την παράβαση μόνο αν έχει διαπιστώσει ο ίδιος «αυτοπροσώπως» να μην πληρώνουμε.

Μπορεί να βεβαιωθεί η τροχαία παράβαση από τις κάμερες που υπάρχουν στα διόδια; Όχι, διότι οι κάμερες που ο παραχωρησιούχος έχει τοποθετήσει, είναι παράνομες, έχουν τοποθετηθεί χωρίς άδεια της Αρχής προστασίας προσωπικών δεδομένων και ως εκ τούτου, τα προϊόντα τους αποτελούν παράνομα αποδεικτικά μέσα, που απαγορεύεται να χρησιμοποιηθούν για οποιαδήποτε νόμιμη ενέργεια. Επιπλέον η διάταξη λέει ότι ο τροχονόμος το διαπιστώνει «αυτοπροσώπως» και όχι μέσω της χρήσης τεχνικών μέσων.

Μπορεί ο παραχωρησιούχος να αρνηθεί να μας επιτρέψει να χρησιμοποιήσουμε την οδό; Όχι, δεν μπορεί να μας απαγορεύσει να χρησιμοποιήσουμε την υποδομή ακόμα κι αν δεν έχουμε χρήματα να πληρώσουμε.

Έχω δικαίωμα να χρησιμοποιήσω την οδό χωρίς να πληρώσω εκείνη τη στιγμή; Ναι, έχουμε το δικαίωμα να πληρώσουμε αργότερα. Συγκεκριμένα ο Ν. 3535 (Κύρωση Σύμβασης Παραχώρησης άρθρο 3ο, παρ.2 ΦΕΚ 41Α 23/2/2007) αναφέρει: «Ο υπόχρεος δικαιούται να καταβάλει το οφειλόμενο τέλος, χωρίς άλλη επιβάρυνση, εντός της προθεσμίας των δεκαπέντε ημερών από την έκδοση της βεβαιώσεως του Παραχωρησιούχου με τον τρόπο που θα υποδείξει ο τελευταίος.»

Μπορεί ο παραχωρησιούχος να αρνηθεί να μας κόψει επί πιστώσει απόδειξη αν για οποιοδήποτε λόγο δεν πληρώσουμε; Όχι, πρέπει να μας κόψει επί πιστώσει απόδειξη. Αν δεν κόψει απόδειξη διαπράττει το φορολογικό αδίκημα της άρνησης έκδοσης επί πιστώσει φορολογικού στοιχείου. Καταγγελία του φορολογικού αδικήματος μπορούμε να κάνουμε στη ΣΔΟΕ καλώντας το 1517.

Δίνουμε τα στοιχεία μας; Όχι, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να δώσουμε τα στοιχεία μας. Αν υποχρεωθούμε να τα δώσουμε για να ξεμπερδέψουμε καλό είναι να δώσουμε τα κανονικά μας στοιχεία γιατί σε περίπτωση που η υπόθεσή μας δικαστεί θα είναι εις βάρος μας να έχουμε δώσει ψευδή στοιχεία.

Υπογράφουμε; Όχι, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να υπογράψουμε κανένα έγγραφο. Αν συμπληρώσουμε έντυπο αδυναμίας πληρωμής, υπογράφουμε, πριν όμως από την υπογραφή μας, γράφουμε: «Με επιφύλαξη της νομιμότητας καταβολής του τέλους».

Αν δεν υπάρχει τροχαία μπορώ να σπρώξω την μπάρα όπως και πριν; Ναι.

Αν είμαι απρόσεκτος και με δει ο τροχονόμος να μην πληρώνω τι μπορεί να μου συμβεί; Το πρόστιμο είναι 200 ευρώ και είναι στην κρίση του τροχονόμου το αν θα αφαιρέσει τις πινακίδες, την άδεια και το δίπλωμα για 20 ημέρες.

Αν ο τροχονόμος με γράψει ενώ έχω ακολουθήσει τις οδηγίες τι γίνεται; Με αντίγραφο της επί πιστώσει απόδειξης καταθέτουμε αναφορά στον διοικητή του τμήματος της τροχαίας για κατάχρηση εξουσίας και παράβαση καθήκοντος, με την ένδειξη «Κοινοποίηση στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη» και ζητάμε την ακύρωση της κλήσης και την επιστροφή πινακίδων, άδειας και διπλώματος.

Τι θα συμβεί αν μου στείλουν ειδοποίηση να πληρώσω; Αν το έγγραφο μας το επιδίδουν με δικαστικό επιμελητή τότε απευθυνόμαστε σε δικηγόρο, αν δεν έχουμε τηλεφωνούμε στα μέλη των επιτροπών αγώνα για να μας συστήσουν κάποιο δικηγόρο μέλος των επιτροπών αγώνα. Αν το έγγραφο μας το στέλνουν με ταχυδρομείο μπορούμε να το στείλουμε για ανακύκλωση.

Που μπορώ να απευθυνθώ για διευκρινήσεις ή για βοήθεια; Ηλεκτρονικά στο e-mail epitropes2010@gmail.com ή καλώντας στα τηλέφωνα των μελών του πανελλαδικού συντονιστικού των επιτροπών αγώνα κατοίκων, πολιτών και εργαζομένων ενάντια στα διόδια που είναι αναρτημένα στο site www.oxidiodia.gr και epitropesdiodiastop.blogspot.com

Γραμμα για την υποθεση μου – Fee Marie Meyer

Και τώρα που τα φώτα της παράστασης έσβησαν και η αυλαία έχει πια πέσει, ήρθε η ώρα να μιλήσω εγώ. Με τον τρόπο που εγώ θέλω. Για το τι έγινε, τι παιχνίδια θεωρώ ότι παίχτηκαν στην πλάτη μου, αλλά και πέρα από
εμένα, γι’ αυτά που θα πρέπει πια να αφορούν τον κάθε νοήμονα άνθρωπο στον
ελλαδικό χώρο.

Όσον αφορά στην «υπόθεσή» μου: Είμαι πια αρκετά
σίγουρη ότι από τη στιγμή που τα στοιχεία μου έγιναν γνωστά στα τσακάλια της
αντιτρομοκρατικής, βεβαίως απόλυτα δικαιολογημένα -καταλαβαίνετε, ήπια ποτό με τους λάθος
ανθρώπους- το έργο ήταν προδιαγεγραμμένο. Πόσο μάλλον, όταν
googlαραν το επίθετό μου (σαν να λέμε Παπαδόπουλος στην ελλάδα) και –φαντάζεστε
τι χαρά- ανακάλυψαν το πλούσιο «οικογενειακό» μου ιστορικό. Δεν είχε σημασία το
διαφορετικό όνομα του πατέρα μου -άλλωστε «αυτές πάνε όλες με όλους»-, ούτε η
διαφορετική ημερομηνία γέννησης της μητέρας μου.

Από τη στιγμή που η πραγματικότητα δεν τους έκανε,
έπρεπε να προσαρμοστεί. Έπρεπε να μπω στο καλούπι και τον ρόλο που μου είχαν
ετοιμάσει. Παρασκευή 15.00 έγινε η απαγωγή μου, την ώρα που έβγαινα από το
σπίτι να πάω στο φροντιστήριο όπου διδάσκω. Τουλάχιστον δέκα άτομα με
κουκούλες, αφού μου φόρεσαν κι εμένα κουκούλα, με πήγαν στον 12ο
όροφο της Γ.Α.Δ.Α. χωρίς να μου πουν ούτε μια λέξη. Εκεί αφού με ανέκριναν έξι άτομα,
μου έδειξαν μια φωτογραφία όπου βρισκόμουν εγώ και ο φίλος και σύντροφος
Χρήστος Πολίτης. Με ρώτησαν αν τον γνωρίζω και μόλις τους απάντησα θετικά, ότι είναι
ένας ακόμη που έχετε στείλει φυλακή άδικα, ο επικεφαλής διέταξε βαρύγδουπα
«κανονικά, πάμε τις διαδικασίες». Με έγδυσαν, με κατέγραψαν, μου έκλεψαν το
φανελάκι και τις κάλτσες μου, εννοείται ότι δεν μου είχαν πει καν γιατί
κατηγορούμαι και εννοείται ότι καμία σημασία δεν έδιναν στο αίτημα μου για
δικηγόρο.

Έχει σημασία η ώρα, γιατί ήδη στις 17.00, δύο
μόλις ώρες αργότερα, είχε γίνει γνωστή η όλη ιστορία των υποτιθέμενων γονιών
μου.

Έτσι, εξηγείται πολύ καλά, γιατί ενώ
αντιστεκόμουνα στη φωτογράφηση, με τραβούσαν από τα κινητά τους τηλέφωνα, για
να κλέψουν μια εικόνα. Διαφορετικά το καυτό τους θέμα δεν θα πουλούσε τόσο…

Χρόνια τώρα ξέρουμε πώς λειτουργούν αυτοί οι
σαθροί ως το κόκκαλο μηχανισμοί, γνωρίζουμε ότι άλλοτε οι ρουφιανοδημοσιογράφοι
(με λιγοστές αλλά σημαντικές εξαιρέσεις) είναι τα φερέφωνα της αστυνομίας, και
άλλοτε οι εντολείς τους. Έτοιμοι να κομματιάσουν οποιαδήποτε ζωή πετάξουν στα
αιχμηρά δόντια τους, έτοιμοι να κατασπαράξουν αλήθειες για να ξεράσουν ψέματα.
Σιχαμένοι…

Αυτό που δεν είχα φανταστεί, τουλάχιστον
προσωπικά, ως σήμερα είναι ο απροκάλυπτος τρόπος με τον οποίον αυτό συμβαίνει
στο εδώ και το τώρα.

Όταν το φιάσκο είχε αρχίσει να γίνεται ξεκάθαρο,
κι ενώ εγώ δεν γνώριζα τίποτα απ’ όλα τα αίσχη που είχαν δει το φως της
δημοσιότητας, με κάλεσε στο γραφείο του ένας υπεύθυνος για τη «διεθνή
τρομοκρατία». Άρχισε να μου κάνει «φιλική κουβεντούλα» σε σχέση με το πότε
ακριβώς σκοτώθηκε ο πατέρας μου σε συμπλοκή! Πραγματικά, πρέπει να μου έπεσε το
σαγόνι στο πάτωμα, ιδιαίτερα όταν μειδιώντας πρόσθεσε ότι «καλά, εμένα πιο πολύ
η μητέρα σου με το διεθνές ένταλμα σύλληψης με ενδιαφέρει»… Μόνο που δεν με
κατηγόρησε, εν τέλει, ανοιχτά για υπόθαλψη εγκληματία, αφού δεν δήλωσα εξ αρχής
τα πατρώνυμα των γονιών μου…

Βέβαια, έκανα αρκετά. Όπως είπε και η εισαγγελέας,
«κατέσχεσαν πολλά, ασυνήθιστα πολλά» πράγματα από το σπίτι μου… βούρτσες, ρούχα,
οδοντόβουρτσες, μαξιλαροθήκες και… έντυπα.
Έντυπα που με αδιάσειστα στοιχεία αποδεικνύουν ότι είμαι αναρχική, κάτι που δεν
σκέφτηκα ούτε στιγμή να κρατήσω μυστικό, άρα -όπως εύγλωττα διατύπωσε αυτή η
μορφωμένη κυρία- και τρομοκράτης, αφήνοντας ανοιχτό, μέχρι να γίνει το
συμβούλιο, ακόμη και το ενδεχόμενο της στέρησης της ελευθερίας μου!

Αν θέλει να με φυλακίσει γι’ αυτό,
ναι, είμαι
ένοχη, και πάντα θα είμαι. Πάντα θα είμαι στην όχθη των καταπιεσμένων
και όχι
των εκμεταλλευτών, πάντα, μέχρι να μην υπάρχει πια εξουσία από άνθρωπο
σε
άνθρωπο και από τον άνθρωπο στα ζώα και τη φύση. Αιτούμαι όμως δημόσια
και
σοβαρά, να αλλάξει το κατηγορητήριό μου. Ας γραφούν οι αληθινές
κατηγορίες, να
μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας. Να μπει στη θέση των κατηγοριών
–είναι αναρχική και διαβάζει έντυπα. Έχει σχέσεις με πολλούςακόμη αγωνιζόμενους ανθρώπους και είναι
περήφανη για αυτό.

…Οπλίσατε επί σκοπό και εκτελέστε μας στον τοίχο
της Καισαριανής…

Κάπου κάποτε διάβασα ότι το κύρος ενός πολιτικού
καθεστώτος φαίνεται από τον τρόπο που αντιμετωπίζει τους πολιτικούς του
αντιπάλους. Ελλάς το μεγαλείο σου!

Η εποχή που ζούμε είναι ευμετάβλητη, παράξενη,
αλλάζει συνεχώς. Η εξουσία σε εποχές θεσμικής και οικονομικής κρίσης πάντα
παίζει με το καρότο και το μαστίγιο, το φόβο και την ασφάλεια. Θέλουν κανένας
να μην αντιδρά σε τίποτα, να μην μιλά, να μην κοιτάζει κανείς γύρω του, κανείς
να μην σκέφτεται διαφορετικά, να μην σκέφτεται γενικά. Λοβοτομείτε μας εκ
γενετής, να τελειώνουμε!

Προσπαθούν να επιβάλουν παντού την τρομαχτική και
απόλυτη ομοιομορφία τους, την απόλυτα, εξονυχιστικά μελετημένη απανθρωπιά τους.

Στον ελλαδικό χώρο αυτοί τη στιγμή υπάρχουν
περίπου 40 κρατούμενοι για πολιτικούς λόγους. Οι περισσότεροι δεν έχουν καν
δικαστεί, κι όμως βρίσκονται σε φυλακές υψίστης ασφαλείας, άλλοι δεν δικάζονται
με ανοιχτή και δημόσια δίκη, άλλοι κρατούνται δίχως να υπάρχει το παραμικρό εις
βάρους τους, με βάση το φρόνημά τους, την αλληλέγγυα στάση ζωής που
επιδεικνύουν και τις προσωπικές τους σχέσεις.

Θέλουν όλο και πιο συντηρητικά, όλο και πιο
φασιστικά να επιβάλουν την απομόνωση, τη μοναξιά, τη λογική του «ο καθένας για
την πάρτη του» και μονάχα να βλέπουμε όλοι τις μεσημεριανές εκπομπές τους, να
καταναλώνουμε υποκατάστατα ζωής, ψέματα, θέαμα. Να μη μιλάμε με γνωστούς, μην
πηγαίνουμε και μην καλούμε σε σπίτια, να μην ξέρουμε κανέναν, ή να του ζητάμε πιο
πριν να μας γνωστοποιήσει το φάκελό του στην ασφάλεια, άσε καλύτερα, μπορεί να
μπλέξουμε.

Θέλουν να μη νιώθουμε, να λειτουργούμε μόνο βάση
των χαμηλότερων ενστίκτων της επιβίωσης και της αυτοσυντήρησης, βάση του
σαδισμού της «κλειδαρότρυπας» να παίρνουμε μάτι τις ζωές άλλων, χάνοντας τη
δική μας.

Θέλουν να μισούμε, να εξορίσουμε στο «πυρ το
εξώτερον» κάθε τι διαφορετικό, ανθρώπους από άλλα μέρη, συναδέλφους από άλλους
κλάδους, όποιον σκέφτεται ή ζει διαφορετικά.

Όλοι αυτοί είναι επικίνδυνοι, πρέπει να τους
μισούμε, καθώς το μίσος τρέφει τον φόβο και αντίστροφα.

Σε αυτόν το φόβο βρίσκουν πάτημα για να επιβάλουν
τη νεκρική τους ασφάλεια, ως επιθανάτιο ρόγχο μιας κοινωνίας που απαρνείται τους
τελευταίους δεσμούς που την ορίζουν ως τέτοια.

Μονάχα τρεις λέξεις, πιστεύω, φτάνουν για να
καθοριστεί το Ανθρώπινο στον Άνθρωπο. Αξιοπρέπεια-Ελευθερία-Αλληλεγγύη. Η μια
δεν μπορεί να υπάρξει δίχως τις άλλες δυο, καμία δεν πέφτει από τον ουρανό.
Θέλουν τιμή και τόλμη. Αυτές είναι όμως οι δύσκολες έννοιες που δίνουν στον άνθρωπο
υπόσταση, που μετατρέπουν την επιβίωση σε ζωή.

Μπορούν να μας ελέγχουν, να μας κομματιάζουν και
να μας απομονώνουν μονάχα όσο μένουμε με την πλάτη σκυμμένη κάτω από το
μαστίγιο, να κυνηγάμε το εκάστοτε καρότο.

Ας αντισταθούμε! Μόλις σηκώσουμε το κεφάλι και
αντικρύσουμε τον εαυτό μας και τους απέναντι ξανά στα μάτια, το σαθρό τους
οικοδόμημα θα καταρρεύσει σαν χάρτινος πύργος. Γιατί, μπορεί αυτή τη στιγμή η
καταστροφή να έπεσε στο σπίτι του γείτονα, αλλά αύριο θα είναι στο δικό σου.

Ας αντισταθούμε! Γιατί, παντού στον κόσμο υπάρχουν
άνθρωποι που τολμούν να σηκώσουν το κεφάλι. Παντού και πάντα, κάθε μοναδική
στιγμούλα που κάποιος υψώνει το βλέμμα στον ουρανό και στο απέραντο του
ορίζοντα που ξέχασε από παιδί, ξαναγεννιέται το Ανθρώπινο στον Άνθρωπο.

Φτάνει, αρκετά τους ανεχτήκαμε! Αγώνας για την γη
ολάκερη και την ελευθερία, αγώνας για τη ζωή και την αξιοπρέπειά μας

Το κράτος και τα μίντια είναι οι μόνοι
τρομοκράτες.

Η αλληλεγγύη σε όσους αγωνίζονται, πέρα από όπλο
μας, είναι και δεδομένη.

Παραφράζοντας το γνωστό ποίημα: Όταν ήρθαν να
πάρουν το γείτονά μου, δεν μίλησα, ήταν ξένος. Όταν αργότερα ήρθαν να πάρουν
τον επόμενο, ήταν τσιγγάνος, πάλι δε μίλησα. Μετά πήραν και τον φτωχό, τον
αλήτη, τον αναρχικό, τον αριστερό….Τελικά ήρθαν να πάρουν κι εμένα… ΜΟΝΟ
ΤΟΤΕ ΚΑΤΑΛΑΒΑ ΠΩΣ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΜΕΙΝΕΙ ΠΙΑ ΚΑΝΕΝΑΣ ΝΑ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙ…

Fee Marie Meyer


Πηγή: ((i)) Indymedia :: Athens

Οδηγίες για το πως δεν πληρώνουμε τα διόδια

1. Φτάνουμε με το αυτοκίνητο μας μπροστά στην μπάρα – Δεν ανοίγουμε συζήτηση με τον υπάλληλο.


2. Κατεβαίνουμε από το αυτοκίνητο μας.


3. Σπρώχνουμε την μπάρα προς τα εμπρός σαν να ανοίγουμε μία πόρτα και όχι προς τα πάνω.


4. Η μπάρα πηγαίνει προς το πλάι και δεν παθαίνει καμιά φθορά


5. Ακούγεται ένας ήχος σειρήνας που δεν του δίνουμε καμιά σημασία


6. Μπαίνουμε στο αυτοκίνητο μας και συνεχίζουμε τον δρόμο μας.

Στην όλη διαδικασία (άρνησης πληρωμής) δεν επιτρέπεται να επέμβει ούτε η Αστυνομία (αφού δεν κάνουμε καμία παράβαση του Κ.Ο.Κ.) , ούτε η Εφορία (μια που η άρνηση πληρωμής είναι διαφορά μεταξύ ιδιωτών).

Πηγή: athens.indymedia.org

Επιστολή των τριών μελών του Επαναστατικού Αγώνα

Ως Επαναστατικός Αγώνας έχουμε κάποιες βασικές πολιτικές θέσεις, αρχές και αξίες που αποτελούσαν, αποτελούν και θα αποτελούν τη βάση που στηριζόμαστε και το έδαφος που πατάμε. Οι αποφάσεις και η στάση μας απορρέουν από αυτές τις θέσεις, τις αρχές και αξίες και έχουν παίξει καταλυτικό ρόλο στις μέχρι τώρα επιλογές μας. Κοινοποιώντας τες πιστεύουμε πως ίσως μπορέσουν να γίνουν κατανοητές μια σειρά επιλογών που έχουμε κάνει και να εξηγηθεί ευκολότερα η στάση που κρατάμε σε ζητήματα που μας αφορούν.

Ίσως σε πολλούς αυτές οι θέσεις, οι αρχές και αξίες να φαντάζουν μακρινές και ακατανόητες. Ίσως για κάποιους να είναι ακραίες, γεγονός που αντιλαμβανόμαστε ως απόρροια της εποχής μας. Μέσα από το ίδιο πρίσμα αρχών, αξιών και πολιτικών θέσεων, εμείς ορίζουμε τις συντροφικές μας σχέσεις αλλά και την αλληλεγγύη μεταξύ αγωνιστών.

Για εμάς η συντροφικότητα και η αλληλεγγύη γεννιούνται και αναπτύσσονται μέσα από κοινά σχέδια αγώνα. Μέσα σε αυτόν τον αγώνα και τις δοκιμασίες στις οποίες καθημερινά υποβάλλονται, επιβιώνουν και ισχυροποιούνται ή εκφυλίζονται και πεθαίνουν. Γι’ αυτό για εμάς, είναι αρκετά αυθαίρετο το «όλοι σύντροφοι είμαστε», καθώς η συντροφικότητα δεν μπορεί να κριθεί μόνο από μια γενική αντιεξουσιαστική τοποθέτηση.

Εξάλλου υπάρχουν κάποιοι που, ενώ ανήκουν στον αντιεξουσιαστικό χώρο, έχουν τοποθετηθεί εχθρικά και έχουν καταδικάσει δημόσια την ομάδα μας και τους οποίους, εννοείται, πως δεν θεωρούμε συντρόφους μας.

Και όταν εμείς λέμε «ομάδα μας», ή «οργάνωσή μας», δεν κινούμαστε από κάποια στείρα «πατριωτικά» ένστικτα, αλλά από την πεποίθησή μας πως πρέπει να υπερασπιστούμε τις πολιτικές μας επιλογές αγώνα. Γι’ αυτές τις επιλογές και γι’ αυτή την ομάδα πληρώνουμε αυτή τη στιγμή ένα πολύ υψηλό τίμημα και για τις ίδιες επιλογές έχουμε ήδη στην ιστορική μας διαδρομή ένα νεκρό σύντροφο από το κράτος, γεγονός που έχει σημαδέψει ανεξίτηλα τις συντροφικές μας σχέσεις και έχει επηρεάσει καταλυτικά και την πολιτική μας στάση. Για όλα τα παραπάνω γίνεται, πιστεύουμε, κατανοητό πως δεν έχουμε περιθώρια να αστειευόμαστε, δεν έχουμε τα περιθώρια να αντιμετωπίζουμε με ελαφρότητα θέματα που υπονομεύουν τις πολιτικές μας επιλογές και τις συντροφικές μας σχέσεις.

Αν για κάποιους είμαστε «ακραίοι» και γι’ αυτό διαφωνούν με κάποιες επιλογές μας, να τους υπενθυμίσουμε πως είναι αυτή η πολιτική φύση της υπόθεσής μας που καθορίζει το ίδιο τόσο τις επιλογές που κάνουμε και τους είναι αρεστές, όσο και αυτές με τις οποίες δεν συμφωνούν. Γι’ αυτό και για να γίνουμε πιο κατανοητοί, οφείλουμε να τοποθετηθούμε για μια σειρά από ζητήματα και επιλογές και όχι μόνο γι’ αυτές τις επιμέρους που δημιουργούν αντιδράσεις, τις οποίες εμείς θεωρούμε αναπόσπαστο μέρος της συνολικής μας υπόθεσης και του είδους του αγώνα που κάνουμε και σίγουρα δεν τις αντιλαμβανόμαστε ως προσωπικές τάσεις.

Γιατί αναλάβαμε την πολιτική ευθύνη

Από την αρχή της σύλληψής μας αποφασίσαμε για πολιτικούς λόγους ν’ αναλάβουμε την πολιτική ευθύνη για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα. Θεωρούσαμε και θεωρούμε ως ιστορικό μας χρέος να υπερασπιστούμε την ομάδα μας και να μην την αφήσουμε έρμαιο στις όποιες προσπάθειες δυσφήμησης και συκοφάντησης απ’ όπου και αν προέρχονται. Να πολεμήσουμε την καθεστωτική προπαγάνδα που θέλει να παρουσιάζει τους ένοπλους επαναστάτες ως εγκληματίες, να αναδείξουμε ποιοι είναι οι πραγματικοί τρομοκράτες, να επιμείνουμε στην πολιτική νομιμοποίηση της ένοπλης δράσης και, κυρίως, της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα. Επίσης, ήταν και είναι για εμάς αναγκαίο και επιθυμητό να προωθήσουμε και μέσα από τη φυλακή τον πολιτικό λόγο του Επαναστατικού Αγώνα και να επιμείνουμε στους στόχους μας, να συνεχίσουμε να μιλάμε για τη συστημική κρίση, για τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες έτσι όπως αυτές διαμορφώνονται και οι οποίες προσφέρουν το πιο κατάλληλο περιβάλλον για την προώθηση της κοινωνικής επανάστασης.

Να υπενθυμίσουμε ότι είμαστε η μοναδική πολιτική οργάνωση η οποία έχει μιλήσει από το 2005 με την επίθεση στο υπουργείο Οικονομίας για τη δεινή θέση στην οποία θα βρισκόταν η Ελλάδα όταν θα ξεσπούσε μια επόμενη μεγάλη κρίση με διεθνείς διαστάσεις και είμαστε η μοναδική πολιτική επαναστατική οργάνωση που έχει δράσει με βάση τη σημερινή παγκόσμια οικονομική κρίση με τις επιθέσεις του 2009, για την οποία και έχουμε καταθέσει εκτενείς αναλύσεις μέσω των προκηρύξεών μας.

Στις μέρες μας, που κάθε πτυχή του συστήματος βρίσκεται υπό πρωτόγνωρη αμφισβήτηση από την κοινωνική πλειοψηφία, η οποία βρίσκεται σε αναβρασμό και με την οργή της έτοιμη ανά πάσα στιγμή να εκδηλωθεί ως βίαιος χείμαρρος εναντίον του καθεστώτος, η δράση του Επαναστατικού Αγώνα έχει σε μεγάλο βαθμό δικαιωθεί, ενώ η πολιτική υπεράσπισή της από εμάς ως πρόσωπα και μέσα από τις φυλακές είναι πιστεύουμε, απαραίτητη για την προώθηση της ένοπλης προλεταριακής κοινωνικής αντεπίθεσης ενάντια στους λακέδες της πολιτικής και οικονομικής ελίτ. Και αυτή η ένοπλη αντεπίθεση της κοινωνικής βάσης πιστεύουμε πως είναι αναγκαία συνθήκη για να επιχειρηθεί και να πετύχει η επαναστατική απόπειρα, την οποία και βλέπουμε ως πρόκληση για εμάς αλλά και για όσους, χωρίς κατά ανάγκη να έχουν εμπλακεί σε ένοπλη αντιπαράθεση με το καθεστώς, θεωρούν τους εαυτούς τους επαναστάτες με την πραγματική έννοια του όρου.

Αυτή την επαναστατική απόπειρα, που τη βλέπουμε ως την εξέλιξη μιας επικείμενης μεγάλης κοινωνικής έκρηξης η οποία, κατά τη γνώμη μας, είναι αναπόφευκτη. Όπως έχουμε ήδη πει, οι αντικειμενικές συνθήκες δεν ήταν ποτέ πιο κατάλληλες για να επιχειρηθεί μια επαναστατική απόπειρα. Σημασία όμως έχει η διαμόρφωση των υποκειμενικών συνθηκών για να πραγματοποιηθεί αυτή η απόπειρα. Στη διαμόρφωση των υποκειμενικών συνθηκών, πιστεύουμε πως μπορούμε να συμβάλουμε με τον πολιτικό μας λόγο μέσα από τη φυλακή. Και αυτός ο πολιτικός λόγος δεν θα μπορούσε να αρθρωθεί στον ίδιο βαθμό αν δεν είχαμε κάνει την επιλογή της ανάληψης της πολιτικής ευθύνης για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα.

Με άλλα λόγια η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης μας παρέχει τον απαραίτητο βαθμό πολιτικής ελευθερίας για να συνεχίσουμε να αρθρώνουμε τον λόγο του Επαναστατικού Αγώνα στην κοινωνία μέσα από τη φυλακή και να προωθούμε χωρίς πολιτικές αναστολές τον πόλεμο με τη σύγχρονη χούντα του κράτους και του κεφαλαίου. Αυτή η απουσία πολιτικών αναστολών, εξάλλου, στον πόλεμο εναντίον του οικονομικού και πολιτικού συστήματος ήταν ένας βασικός παράγοντας που μας καθόρισε καθ’ όλη την ιστορία μας ως Επαναστατικός Αγώνας από τη δημιουργία της οργάνωσης έως και σήμερα. Γιατί, ενώ πολλοί ακόμα μέσα στον α/α χώρο έβλεπαν πως η κοινοβουλευτική δημοκρατία άφηνε περιθώρια ελευθερίας, γεγονός που δεν νομιμοποιούσε, κατά τη γνώμη τους, την ένοπλη δράση σε χώρες με αυτό το καθεστώς – ήταν όμως κοινωνικά και πολιτικά νομιμοποιημένη σε χώρες με ολοκληρωτικά καθεστώτα–, εμείς πιστεύαμε και μιλούσαμε για το σύγχρονο ολοκληρωτισμό που διαμορφωνόταν μέσα από την ενίσχυση της κρατικής βίας και ισχύος (π.χ. αντιτρομοκρατικοί νόμοι) και μέσα από την ισχυροποίηση της εξουσίας του κεφαλαίου μέσω της αγοραιοποίησης κάθε διάστασης της οικονομικής και κοινωνικής λειτουργίας. Το στοίχημα με την υπό εξέλιξη πολυδιάστατη κρίση του συστήματος για τους εξουσιαστές είναι η αξιοποίησή της για την επιτάχυνση των διαδικασιών επιβολής και την εδραίωση αυτού του ολοκληρωτισμού σε όλο τον πλανήτη. Σήμερα, με την τετραμερή χούντα (Κυβέρνηση, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ΔΝΤ) να κυβερνά τη χώρα και με το μνημόνιο να ακυρώνει ακόμα και διατάξεις του ίδιου του συντάγματος της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, κανείς δεν αμφισβητεί πλέον πως αυτό που ζούμε είναι ολοκληρωτισμός.

Για αυτό και όσοι υποστηρίζουν πως ο ένοπλος αγώνας δικαιολογείται μόνο σε ολοκληρωτικά καθεστώτα, θα έπρεπε σήμερα, εν μέσω της σύγχρονης δικτατορίας, τουλάχιστον να σταματήσουν να τον κατακρίνουν, αν ήθελαν να είναι συνεπείς με τον εαυτό τους. Όμως, αντιθέτως, εξακολουθούν να κρύβονται πίσω από τα φοβικά και ενοχικά σύνδρομα για το δίκαιο της επαναστατικής δράσης, αφού στην πραγματικότητα και η ίδια η επανάσταση δεν είναι τίποτα περισσότερο για αυτούς πέρα από μια ριζοσπαστική ρητορική αμφισβήτηση του καθεστώτος, το οποίο τελικά δεν είναι απονομοποιημένο πολιτικά και ηθικά για τους ίδιους, ούτε μέσα στις ακραίες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που ζούμε σήμερα.

Αν δεν καταφέρουμε να δημιουργήσουμε το αναγκαίο πολιτικό-κοινωνικό επαναστατικό κίνημα που θα μπορέσει να βάλει τις βάσεις για τη μετατροπή της αναμενόμενης κοινωνικής έκρηξης σε επανάσταση, δεν θα πρόκειται για «πρόβλημα της κοινωνίας» που δεν θα είναι έτοιμη να δεχθεί τις δικές μας «φωτισμένες» και «καθαρές» πολιτικές θέσεις, αλλά για δικό μας πρόβλημα ν’ ανταπεξέλθουμε στις απαιτήσεις της εποχής μας. Όσον αφορά εμάς, το ερώτημα που θέτουμε δεν είναι ένα στεγνό «ναι ή όχι στην ένοπλη δράση», καθώς για εμάς το ερώτημα τίθεται υπό κάποιες σοβαρές πολιτικές προϋποθέσεις και η συγκρότηση ένοπλων οργανώσεων δεν είναι αυτοσκοπός.

Για εμάς καμία ομάδα ένοπλη, και καμία ομάδα γενικότερα –ούτε ο Επαναστατικός Αγώνας– δεν είναι αυτοσκοπός. Αυτοσκοπός για εμάς είναι η κοινωνική επανάσταση και ο ρόλος της κάθε ομάδας είναι να δράσει και να συνεισφέρει προς αυτήν την κατεύθυνση.

Για εμάς, λοιπόν, το ερώτημα είναι ευρύτερο: Οργάνωση για την ένοπλη κοινωνική επανάσταση ή όχι επανάσταση. Μια ένοπλη επαναστατική οργάνωση οφείλει να προωθεί στην πράξη και με τον λόγο της το παραπάνω, αλλιώς δεν είναι επαναστατική οργάνωση. Ίσως να ‘ναι μια ομάδα εξεγερμένων όμως όχι επαναστατική οργάνωση. Ή μήπως να περιμένουμε την κοινωνία να πάρει από μόνη της τα όπλα και εμείς να ακολουθήσουμε;

Δεν χωράει αμφιβολία πως μια επαναστατική απόπειρα είναι πολυδιάστατη, καθώς συνδυάζει πολλά πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά και στρατιωτικά εγχειρήματα και όχι μόνο δεν είναι αναγκαίο αλλά ούτε και είναι επιθυμητό το σύνολο του επαναστατημένου κόσμου να ασχολείται με την ένοπλη αντιπαράθεση με το καθεστώς. Όμως όταν λέμε ένοπλη κοινωνική επανάσταση, εννοούμε πως κάθε είδος επαναστατικό εγχείρημα για να πετύχει, θα πρέπει να περιφρουρείται και ενόπλως από τους επαναστάτες. Εκτός και αν πιστεύουμε πως η όποια επαναστατική μετάβαση θα γίνει χωρίς να ανοίξει ρουθούνι ή ότι αρκεί από μόνη της μια κοινωνική εξέγερση και θα μπορούμε να περιοριστούμε στα ήδη γνωστά και κοινώς αποδεκτά στον α/α χώρο μέσα σύγκρουσης, με τις δυνάμεις καταστολής στους δρόμους. Ας μη ξεχνάμε πως το χουντικό καθεστώς ήδη προετοιμάζεται καταλλήλως, πραγματοποιώντας γυμνάσια στο στρατό προκειμένου να τον βγάλει στους δρόμους για την καταστολή εξεγέρσεων. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι έχει γίνει από τους περισσότερους κατανοητό πως στο νέο κοινωνικό, πολιτικό περιβάλλον οι απαιτήσεις είναι πολύ περισσότερες για όλους μας. Ας μην γίνουμε ουραγοί, ας μην αφήσουμε την εποχή και την ιστορία να μας ξεπεράσει, ας μην χάσουμε την ευκαιρία να κάνουμε την επανάσταση.

Όλα τα παραπάνω είναι ο πρώτος σημαντικός λόγος για ν’ αναλάβουμε την πολιτική ευθύνη για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα. Γιατί γι’ αυτούς τους στόχους ζούμε και αναπνέουμε. Ανυπομονούμε να βρούμε τους συντρόφους μας σε αυτή την πορεία, αυτούς που είναι διαθέσιμοι να συγκρουστούν με το καθεστώς του σύγχρονου φασισμού.

***

Η απόφασή μας ν’ αναλάβουμε την πολιτική ευθύνη για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα αφορά και την πολιτική νοοτροπία της οργάνωσής μας. Η συμμετοχή σε μια τέτοιας φύσης ομάδα, λόγω των μεγάλων απαιτήσεων που έχει, τόσο σε πολιτικό όσο και σε επιχειρησιακό επίπεδο, και λόγω του μεγάλου κόστους που συνεπάγεται κάθε λάθος κίνηση για τον καθένα και για όλους, απαιτεί μια υψηλού επιπέδου πολιτική και προσωπική συνέπεια όσον αφορά τις ευθύνες μας για την ύπαρξη της ομάδας, τη δράση και κυρίως, την πολιτική υπεράσπισή της όταν αυτή χτυπιέται από το κράτος. Για εμάς ήταν αδιανόητο να εγκαταλείψουμε την ομάδα μας ενώ δεχόταν το χτύπημα του κράτους, αφού αυτό θα σήμαινε για εμάς ότι εγκαταλείπουμε τις επιλογές μας, τις συντροφικές μας σχέσεις, τον ίδιο μας τον εαυτό.

Ιδίως όσον αφορά τη συντροφικότητα, αυτή, όπως λέμε και παραπάνω, είναι ποτισμένη με το αίμα του συντρόφου μας Λάμπρου Φούντα, δηλαδή οι δεσμοί μας είναι δεσμοί αίματος. Θα μας ήταν αδιανόητο να μην μπορούμε να μιλήσουμε για το λόγο που ο σύντροφός μας έχασε τη ζωή του, κάτι που θα συνέβαινε αν δεν είχαμε αναλάβει την πολιτική ευθύνη. Να μην μπορούμε να δώσουμε την πραγματική διάσταση των όσων έγιναν στην Δάφνη στις 10 Μάρτη και να αφήσουμε τον σύντροφό μας έρμαιο των διαφόρων φημών και σεναρίων για το πού συμμετείχε και τι ήθελε στην περιοχή. Ο σύντροφός μας θέλουμε να μείνει στην ιστορία του απελευθερωτικού κινήματος ως πολεμιστής που μαχόταν για την ελευθερία –όπως και ήταν– και όχι ως ένα θύμα της αστυνομικής βίας.

Θα μας ήταν, λοιπόν, αδιανόητο να εγκαταλείψουμε το νεκρό σύντροφό μας που έπεσε μαχόμενος για το συλλογικό πολιτικό σχέδιο και όραμα της ομάδας μας. Η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης ήταν ένας τρόπος να παραμείνει μαζί μας ο σύντροφός μας. Ήταν ένας τρόπος να διατηρήσουμε ζωντανούς τους κοινούς στόχους και τον κοινό αγώνα. Το οφείλουμε στο σύντροφο Λάμπρο Φούντα να μιλήσουμε για την κοινή μας ιστορία. Είναι ο τρόπος μας να κρατήσουμε ζωντανό το σύντροφό μας. Αυτός θα μπορούσε να είναι και ο μόνος λόγος για ν’ αποφασίσουμε ν’ αναλάβουμε την πολιτική ευθύνη για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα.

Εδώ θα θέλαμε να ανοίξουμε μια παρένθεση για να διατυπώσουμε την διαφωνία μας, με το τρόπο που αντιμετωπίστηκε ο θάνατος του συντρόφου μας από μερίδα του α/α χώρου. Ακόμα και μετά την ανάληψη ευθύνης σε πλήθος προκηρύξεων ή αφίσες παρουσιαζόταν ο Λάμπρος Φούντας ως αναρχικός και όχι ως μέλος του Επαναστατικού Αγώνα.

Αναμφισβήτητα ο Λάμπρος Φούντας ήταν αναρχικός, όπως άλλωστε και όλοι μας. Όμως δεν σκοτώθηκε γιατί ήταν αναρχικός, αλλά ως μέλος του Επαναστατικού Αγώνα. Το να είναι κανείς αναρχικός δεν είναι από μόνο του ιδιώνυμο, ούτε αποτελεί κίνδυνο για το καθεστώς. Εξαρτάται από την δράση του και πως τοποθετείται πολιτικά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Λάμπρος Φούντας δεν σκοτώθηκε ούτε σε διαδήλωση, ούτε σε κατάληψη, ούτε γιατί έκανε εκδόσεις ή γιατί ανήκε σε αναρχική ομάδα αλλά σε προπαρασκευαστική ενέργεια του Επαναστατικού Αγώνα.

Η πολιτική συνέπεια όπως εμείς την αντιλαμβανόμαστε έχει το κόστος της, που μπορεί να είναι να χάσεις τη ζωή ή την ελευθερία σου. Έχοντας ένα νεκρό σύντροφο στην ομάδα μας οι απαιτήσεις γίνονται ακόμα μεγαλύτερες για εμάς, η αφοσίωση στην κοινή ιστορία και τους συντρόφους μας μεγαλώνει, η πίστη για τους κοινούς στόχους ατσαλώνεται.

Ίσως για τους περισσότερους αυτού του είδους η συνέπεια, το χρέος, οι απαιτήσεις που αναφέρουμε να μην γίνονται εύκολα κατανοητές, καθώς στην εποχή μας συχνά, τόσο οι συντροφικές σχέσεις όσο και τα πολιτικά σχέδια έχουν ελαστικοποιηθεί για να προσαρμόζονται στους προσωπικούς στόχους και προσδοκίες. Όμως εμείς αυτοί είμαστε, έτσι ορίζουμε τη συντροφικότητα και τις σχέσεις μας.

Ας θεωρηθεί ότι μιλάμε για ένα χρέος απέναντι σε μια πολιτική ιστορία που γράφτηκε και γράφεται από εμάς και που κανένας άλλος δεν μας επέβαλε, εκτός από τη συνείδησή μας. Πρόκειται για τις ίδιες τις επιλογές αγώνα που κάναμε για τις οποίες είμαστε πολύ περήφανοι και πραγματικά, μας χαροποιεί να δηλώνουμε δημόσια ποιοι είμαστε και τι θέλουμε. Αυτή η πολιτική ιστορία θέλουμε να παραμείνει ζωντανή μέσω της ανάληψης ευθύνης. Πρόκειται για την ιστορία μας, για έναν αγώνα ως τα άκρα για την ελευθερία.

****

Απόρροια της ίδια πολιτικής νοοτροπίας είναι η βούλησή μας να περιφρουρήσουμε την ομάδα μας από παράγοντες που έχουν καταγγείλει τη δράση του Επαναστατικού Αγώνα, που έχουν κρατήσει πολεμική στάση απέναντι στις ένοπλες μορφές αγώνα και που έχουν προσβάλει την ομάδα ή συντρόφους μας. Γι’ αυτό και κοινοποιούμε (στους 3 συγκατηγορούμενούς μας το έχουμε κοινοποιήσει από την αρχή της σύλληψής μας) πως δεν θα δεχτούμε να εμπλακούν στην υπόθεση αυτή πρόσωπα με οποιαδήποτε ιδιότητα (δικηγόροι, μάρτυρες υπεράσπισης, αλληλέγγυοι κ.α.) που έχουν προσβάλει κάποιον από τους συντρόφους μας ή την οργάνωσή μας. Επίσης επισημαίνουμε πως αν στο δικαστήριο έρθουν άτομα ως μάρτυρες υπεράσπισης οποιουδήποτε κατηγορούμενου και τοποθετηθούν αρνητικά ως προς τον Επαναστατικό Αγώνα ή και γενικότερα την ένοπλη δράση, έχει ήδη ζητηθεί από τους συγκατηγορούμενούς μας να εξαιρεθούν αμέσως από τη διαδικασία και να διατυπωθεί η διαφωνία τους ως προς τη συγκεκριμένη στάση. Αν δεν γίνει αυτό, είμαστε υποχρεωμένοι να το καταγγείλουμε εμείς άμεσα, ερχόμενοι, δυστυχώς, σε σύγκρουση και με τον συγκατηγορούμενό μας που θα έχει καλέσει το συγκεκριμένο πρόσωπο στη δίκη.

Πιστεύουμε πως δεν είναι δύσκολο να γίνει κατανοητό πως όταν κάποιος δηλώνει αλληλέγγυος σε κάποιον, ενώ διαφωνεί με τις επιλογές αγώνα που αυτός κάνει, ακυρώνει την έννοια της αλληλεγγύης. Γι’ αυτό και από τη μεριά μας είναι αδιανόητο, και το δηλώνουμε εξαρχής, να έχουμε στη δίκη μάρτυρες υπεράσπισης που στην ερώτηση από το δικαστήριο «αν συμφωνείτε ή όχι με τη συγκεκριμένη μορφή δράσης» απαντήσουν πως διαφωνούν. Εξάλλου τα δικαστήρια δεν είναι χώροι όπου μπορούμε να συζητάμε τις όποιες διαφωνίες μας ως αγωνιστές και ούτε είναι κανείς υποχρεωμένος να τοποθετηθεί πάνω σε τέτοια ζητήματα ενώπιον μιας δικαστικής έδρας. Επίσης, ας λάβουνε υπόψιν τους όσοι θελήσουν να παραστούν ως μάρτυρες στην δίκη μας, ότι η ερώτηση «Συμφωνείτε ή όχι με αυτήν τη μορφή δράσης και με την συγκεκριμένη οργάνωση;» θα ακούγεται συνεχώς καθώς με αυτήν θα επιχειρήσουν οι δικαστές να αποσπάσουν καταδικαστικές τοποθετήσεις ώστε να μας απονομιμοποιήσουν πολιτικά και μέσω της δίκης.

Κατά ανάλογο τρόπο, πρόσωπα που έχουν κατά το παρελθόν προσβάλει κάποιον σύντροφό μας σε επίπεδο που δεν αφορά στενά προσωπικό θέμα, δεν θέλουμε να έχουν καμία σχέση με την υπόθεση και με τη δίκη. Και εφόσον κάποιος από τους υπόλοιπους συγκατηγορούμενούς μας ανεχτεί κάποιο τέτοιο πρόσωπο, βάζοντας τις συντροφικές σχέσεις στην άκρη για λόγους προσωπικού συμφέροντος είμαστε υποχρεωμένοι να αποστασιοποιηθούμε από αυτόν και να καταγγείλουμε την επιλογή του εμπράκτως.

Επαναλαμβάνουμε πως η ιστορία και η ηθική μας, το γεγονός ότι είμαστε μέλη του Επαναστατικού Αγώνα, ότι έχουμε ένα νεκρό σύντροφο στις γραμμές μας, ότι είμαστε στη φυλακή αντιμετωπίζοντας μακροχρόνιο εγκλεισμό, δεν μας επιτρέπει ν’ αντιμετωπίζουμε με ελαφρότητα παράγοντες που έχουν προσβάλει εμάς και την ιστορία μας την οποία και οφείλουμε να περιφρουρήσουμε.

Λυπούμαστε αν δεν μπορούμε να γίνουμε κατανοητοί απ’ όλους. Όμως δεν μπορούμε να προσαρμοστούμε στις όποιες απαιτήσεις και διαθέσεις μπορεί ανά καιρούς να εκφράζονται. Προτιμούμε να παραμείνουμε αυτοί που είμαστε, ακόμα και αν αυτό έχει ως αποτέλεσμα σε κάποιους να μην είμαστε αρεστοί. Εξάλλου ποτέ δεν κάναμε δημόσιες σχέσεις και ποτέ δεν προσαρμοστήκαμε σ’ ένα γενικότερο κοινωνικό κλίμα του χώρου. Η ίδια η επιλογή μας, εξάλλου, να συμμετέχουμε στον Επαναστατικό Αγώνα, μας έχει ήδη φέρει αντιμέτωπους με ορισμένους.

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ

Η αλληλεγγύη με φυλακισμένους συντρόφους καθορίζεται, αναπόφευκτα, από την πολιτική στάση και το λόγο των ίδιων των φυλακισμένων. Ένα κίνημα αλληλεγγύης δεν μπορεί παρά να στοχεύει στην ενίσχυση και προώθηση του λόγου και των θέσεων των φυλακισμένων συντρόφων, καθώς αυτός ο λόγος και οι θέσεις είναι το όπλο που έχουν οι φυλακισμένοι για ν’ αντισταθούν στην κρατική βία που δέχονται. Αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει ένα κίνημα να ταυτίζεται με τους συγκεκριμένους συντρόφους και τις επιλογές τους. Όμως η αλληλεγγύη από μόνη της σημαίνει πολιτική συνενοχή, αν όχι ως προς τα χρησιμοποιούμενα μέσα και μεθόδους, σίγουρα ως προς τις πολιτικές στοχεύσεις και κατευθύνσεις. Σίγουρα πάντως, δεν μπορεί ν’ αγνοηθεί ο λόγος του συντρόφου και να υποκαθίσταται από τις συνηθισμένες γενικές τοποθετήσεις που θέτουν ως αιχμή την κρατική καταστολή και καταλήγουν, στον έναν ή στον άλλο βαθμό, να θυματοποιούν τον φυλακισμένο σύντροφο, ακόμα και αν ο ίδιος διατηρεί μια διαφορετική στάση.

Κάτι ανάλογο ζήσαμε εμείς με τη δική μας υπόθεση. Τις πρώτες μέρες των συλλήψεών μας, και ενώ δεν είχαμε ακόμα αναλάβει την πολιτική ευθύνη για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα, κυκλοφόρησε ένας αρκετά μεγάλος αριθμός κειμένων συμπαράστασης που είχαν χαρακτήρα καταγγελιών της κρατικής καταστολής και μιλούσαν για την «τρομολαγνεία», την «ποινικοποίηση αγωνιστών και πολιτικών χώρων», την «ποινικοποίηση των προσωπικών σχέσεων», την «εγκληματοποίηση του αγώνα» κ.λ.π. Επίσης κάποιοι βιάστηκαν και χωρίς ακόμη να έχουμε τοποθετηθεί οι συλληφθέντες, μίλησαν για «σκευωρία» για «υποτιθέμενη υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα».

Εδώ να σημειώσουμε, καθώς θεωρούμε τουλάχιστον άστοχη την έκφραση «εγκληματοποίηση του αγώνα». Και αυτό γιατί ο Επαναστατικός Αγώνας δεν είναι εγκληματική οργάνωση για να εγκληματοποιείται αυτός που του αποδίδεται η συμμετοχή σε αυτόν, ενώ η δράση της οργάνωσής μας όχι μόνο δεν εγκληματοποιεί τον απελευθερωτικό αγώνα αλλά, αντιθέτως, συμβάλλει στην ευρύτερη κοινωνικοποίησή του. Η εγκληματοποίηση του αγώνα μπορεί να είναι αποτέλεσμα της δράσης εγκληματικών στοιχείων στους κόλπους του, μόνο που εμάς δεν μας αφορά αυτό. Αν με την έκφραση «εγκληματοποίηση του αγώνα» αναφερόμαστε στο τι επιδιώκει το κράτος με τις συλλήψεις μας, η απάντηση είναι πως η απόπειρα εγκληματοποίησης μέσω της κυρίαρχης προπαγάνδας και της λασπολογίας αφορούσε πρώτα και κύρια εμάς σαν πολιτικά πρόσωπα και την οργάνωσή μας, γεγονός που δεν έγινε δυνατό λόγω της πολιτικής μας στάσης αλλά και της αποδοχής που έτσι κι αλλιώς απολαμβάνει ο Επαναστατικός Αγώνας σε σημαντικά τμήματα της κοινωνίας.

Κείμενο συμπαράστασης βγήκε ακόμα και από ομάδα που στο παρελθόν είχε καταγγείλει δημόσια και πολεμήσει τον Επαναστατικό Αγώνα. Αυτό δείχνει πως κάτω από το πολιτικό πλαίσιο της κρατικής καταστολής μπορούν να κινούνται πολλά, όχι απλώς ετερόκλητα πολιτικά αλλά ακόμα και εχθρικά μεταξύ τους άτομα και ομάδες.

Η κινητοποίηση ενάντια στην κρατική καταστολή είναι επιθυμητή και αναγκαία, όταν το κράτος επιτίθεται σε αγωνιστές και βάζει στο στόχαστρο τον απελευθερωτικό αγώνα, με την προϋπόθεση ότι θα περιφρουρεί το κίνημα αλλά συγχρόνως, θα βάζει τους όρους της αντεπίθεσης. Με άλλα λόγια να μη μένουμε σε μια αδιεξοδική κατά την γνώμη μας στάση άμυνας απέναντι στο κράτος, αλλά να γίνεται η κρατική καταστολή η αφορμή να εντείνουμε τον αγώνα για την ανατροπή του κράτους και για την επανάσταση.

Από τη στιγμή που δημοσιεύτηκε η επιστολή μας με την ανάληψη της πολιτικής ευθύνης, σταμάτησε η παραγωγή κειμένων ενώ αντιληφθήκαμε πως υπήρξε σε πολλούς ένα μπλοκάρισμα σχετικά με το πολιτικό πλαίσιο της αλληλεγγύης με εμάς.

Είναι βέβαια γνωστό μέσα από την ιστορία του κινήματος, πως για πολλούς, είναι πιο εύκολη η διαχείριση υποθέσεων με “αθώους” παρά με “ενόχους”. Στην πρώτη περίπτωση παίρνεις μία ευρύτερα αποδεκτή -κατά την λογική μέρους του α/α χώρου- και συχνά ανώδυνη θέση άμυνας στην κρατική καταστολή, ενώ οι “ένοχοι” κρατούν εκ των πραγμάτων στάση επίθεσης, υποχρεώνοντας στον ένα ή στον άλλο βαθμό το κίνημα αλληλεγγύης να πάρει μία ανάλογη στάση.

Όσον αφορά το πλαίσιο αλληλεγγύης με εμάς, αυτό σίγουρα δεν μπορεί να αφορά την προβολή μας ως θύματα της κρατικής βίας, αφού δεν έχουμε ούτε στιγμή παρουσιάσει τους εαυτούς μας ως τέτοια. Αφορά όμως την προοπτική της επαναστατικής δράσης για την πολιτική ανατροπή και την κοινωνική απελευθέρωση, ιδιαίτερα μέσα στις σημερινές συνθήκες της συστημικής κρίσης. Αφορά και συνδέεται οργανικά με την προοπτική της διαμόρφωσης ενός κινήματος ριζοσπαστικού που θα μπορέσει χωρίς πολιτικές ενοχές και ενδοιασμούς να παίξει έναν ρόλο καταλύτη στις εξελίξεις στο κοινωνικό πεδίο.

Εδώ να ξεκαθαρίσουμε πως εμείς δεν βλέπαμε ποτέ την ομάδα μας ως την «ένοπλη πρωτοπορία» ενός κινήματος – με την έννοια του «ένοπλου κόμματος», όπως μας έχουν κατηγορήσει κατά καιρούς κάποιοι, κυριευμένοι προφανώς από τα φοβικά σύνδρομα και συμπλέγματα του πολιτικού «καπελώματος». Όμως την ομάδα μας τη βλέπαμε πάντα ως εν δυνάμει καταλύτη για τη διαμόρφωση ενός επαναστατικού κινήματος που θα μπορεί να παίξει το ρόλο της πολιτικής πρωτοπορίας στις κοινωνικές εκρήξεις που θ’ ακολουθήσουν.

Πιστεύουμε πως το ν’ αρνείται κανείς να εργαστεί για να δημιουργηθεί ένα κίνημα πρωτοποριακό στην ιστορική περίοδο που ζούμε είναι αποτέλεσμα πολιτικής αδυναμίας και ανεπάρκειας ως προς τα ζητήματα που θέτει η εποχή μας και τα οποία πρέπει ν’ απαντηθούν.

Όπως έχουμε πει στο πρώτο μέρος του κειμένου μας, η υπόθεσή μας όλη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πολιτική του Επαναστατικού Αγώνα, δηλαδή τη δράση στην εποχή της συστημικής κρίσης, την αξιοποίησή της, την εκμετάλλευση στο μέγιστο δυνατό βαθμό των κατάλληλων αντικειμενικών συνθηκών έτσι όπως τις διαμορφώνει το ίδιο το σύστημα και την εντατικοποίηση της προσπάθειας για τη διαμόρφωση των υποκειμενικών συνθηκών για την επανάσταση.

Όταν λέμε αντικειμενικές συνθήκες εννοούμε την απονομιμοποίηση στις κοινωνικές συνειδήσεις, όχι μόνο του νεοφιλελεύθερου μοντέλου διακυβέρνησης, αλλά συνολικά, του συστήματος οικονομικής οργάνωσης, την απαξίωση του πολιτικού συστήματος και των εκπροσώπων του από την πλειοψηφία της κοινωνίας και την βαθιά κρίση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Μιλάμε για μια εποχή που η διεθνής οικονομική κρίση έχει υπονομεύσει όλο το σύστημα, που η αδυναμία του να διατηρεί την πολιτική και οικονομική ενσωμάτωση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού, έχει δημιουργήσει μια άβυσσο ανάμεσα σε έχοντες και μη έχοντες, ανάμεσα σε φτωχούς και πλούσιους.

Μιλάμε για την εποχή που δείχνει να μην γίνονται ανεκτοί πλέον οι προνομιούχοι οικονομικά και πολιτικά. Είναι η εποχή που η ίδια η κρίση και οι προσπάθειες της οικονομικής και πολιτικής ελίτ να την ξεπεράσει και να αναστηλώσει το παραπαίον σύστημα, έχει δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να μετατραπεί η κοινωνική πλειοψηφία σε εχθρό τους. Έχει δώσει το εύφλεκτο υλικό για τις μεγάλες κοινωνικές εκρήξεις σε όλο τον πλανήτη.

Οι επαναστάσεις, εξάλλου, είναι σαν τις κλωτσιές σε σάπιες πόρτες. Αρκεί να υπάρχει κάποιος να τις δώσει, αρκεί να υπάρχει το επαναστατικό ρεύμα που θα σαρώσει ό,τι υπάρχει όρθιο από το καθεστώς. Δηλαδή, αρκεί να υπάρχουν οι υποκειμενικές συνθήκες που θα επιτρέψουν να γίνει η επανάσταση.

Όταν λέμε υποκειμενικές συνθήκες εννοούμε την παρουσία ενός μαζικού επαναστατικού κινήματος που θα καταφέρει να συμπαρασύρει προς την επανάσταση μεγάλα τμήματα της κοινωνίας και να διασφαλίσει την επιτυχία του εγχειρήματος για ένα βιώσιμο μαζικό κοινωνικό μετασχηματισμό, ενώ παράλληλα θα είναι σε θέση να την περιφρουρήσει αποτελεσματικά την επανάσταση από κάθε αντεπαναστατικό παράγοντα. Προϋπόθεση για να κερδίσουμε το στοίχημα αυτό είναι να στραφούμε στην απάντηση των παρακάτω ζητημάτων:

– Πώς τοποθετούμαστε απέναντι στα επιχειρήματα της κυρίαρχης πολιτικής για το ξεπέρασμα της κρίσης και πώς αντιπαλεύουμε την καθεστωτική επιχειρηματολογία και τ’ αντεπαναστατικά επιχειρήματα της καθεστωτικής αριστεράς.

– Τι κάνουμε και πώς οργανώνουμε την επίθεση εναντίον του σύγχρονου φασισμού.

– Πώς βλέπουμε και πώς προωθούμε το ζήτημα της επανάστασης και ποιες είναι οι προτάσεις μας για έναν επαναστατικό και κοινωνικό μετασχηματισμό.

– Πώς απαντάμε στο ζήτημα της ένοπλης κοινωνικής αντεπίθεσης για την επανάσταση, την περιφρούρησή της από την κρατική βία που θα έρθει ως απάντηση και πώς την οργανώνουμε. Είναι ή δεν είναι αναγκαίο να προϋπάρχει μια οργανωτική βάση από τα πριν γι’ αυτόν το σκοπό;

Αυτά είναι κατά τη γνώμη μας μερικά από τα βασικά ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν, ώστε να μπουν οι προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση ενός κινήματος επαναστατικού που θ’ αξιοποιήσει τις ευκαιρίες της εποχής μας. Ενός κινήματος που αναπόσπαστο μέρος του θα είναι η δράση αλληλεγγύης με φυλακισμένους συντρόφους. Τουλάχιστον όσον αφορά εμάς –και πιστεύουμε και όσους φυλακισμένους αναγνωρίζουν τις ιδιαιτερότητες που, λόγω κρίσης, αποκτά η εποχή μας– η ενότητα ενός κινήματος για τη δράση και την επανάσταση στην εποχή της κρίσης είναι επιθυμητή και αναγκαία συνθήκη για να έχει προοπτική και μέλλον το κίνημα αλληλεγγύης σε φυλακισμένους αγωνιστές.

Μπορεί να φαίνεται μαξιμαλιστική μια τέτοια προοπτική και για πολλούς ακατόρθωτη. Όμως, αν δεν προσπαθήσουμε να υπερβούμε την αποσπασματική προσέγγιση των ζητημάτων που μας απασχολούν, συνεπώς, και της αλληλεγγύης σε φυλακισμένους αγωνιστές, θα δημιουργούμε συνεχώς διάφορα θνησιγενή σχήματα με μικρή διάρκεια ζωής που θα έχουν ένα διεκπεραιωτικό χαρακτήρα πάνω σε επιμέρους ζητήματα, π.χ. μια δίκη, μια απεργία πείνας, οι πρώτες μέρες μιας δίωξης ή φυλάκισης κλπ. Η αποσπασματικότητα συνήθως είναι η αιτία που δεν επιβιώνουν τα συλλογικά πολιτικά εγχειρήματα, με αποτέλεσμα να αδυνατούμε να θέσουμε ένα ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο. Γι’ αυτό και τα περισσότερα απ’ αυτά τα εγχειρήματα στηρίζονται περισσότερο στα υγιή αντανακλαστικά των συντρόφων σε εν θερμώ γεγονότα, που όταν όμως φεύγουν από την επικαιρότητα φεύγει και η διάθεση για δράση.

Επανερχόμενοι στη δική μας υπόθεση, επισημαίνουμε πως δεν πιστεύουμε πως είμαστε με την πλάτη στον τοίχο, παρά το γεγονός ότι βρισκόμαστε στη φυλακή. Όπως επίσης, δεν πιστεύουμε ότι ο μεγάλος αριθμός των φυλακισμένων συντρόφων συνιστά λόγο για τη θυματοποίηση ενός ολόκληρου πολιτικού χώρου.

Αντιθέτως, πιστεύουμε πως η πολιτική και οικονομική ελίτ είναι με την πλάτη στον τοίχο και αντιμετωπίζουν την πολιτική περιθωριοποίηση από την κοινωνική πλειοψηφία. Αυτός είναι ένας καθοριστικός λόγος που το κράτος θα σκληραίνει συνεχώς τη στάση του εναντίον μας και εναντίον των επαναστατών γενικότερα και θα υιοθετεί μια όλο και πιο απροκάλυπτα φασιστική συμπεριφορά, απόρροια της πολιτικής και κοινωνικής απαξίωσης του καθεστώτος από την πλειοψηφία των καταπιεσμένων και του φόβου που η απαξίωση αυτή προκαλεί στους εξουσιαστές.

Η δική μας σύλληψη, για παράδειγμα, έχει ως πρωταρχικό στόχο την αντιμετώπιση του Επαναστατικού Αγώνα που συνιστά μια σημαντική απειλή για το καθεστώς. Η εποχή της κρίσης κάνει ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη για το κράτος να ξεμπερδέψει μαζί μας, αφού, όπως είχε δηλώσει κυβερνητικό στέλεχος λίγες μέρες μετά τις συλλήψεις μας, ο Επαναστατικός Αγώνας θα μπορούσε με τη δράση του «να τινάξει στον αέρα τα οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης». Και εμείς από τη μεριά μας δηλώνουμε πως έχουν δίκιο αφού αυτός ήταν, είναι και θα είναι ο στόχος μας: να συντρίψουμε τα αντικοινωνικά σχέδια που κυβέρνηση, Ε.Ε., Ε.Κ.Τ και Δ.Ν.Τ. θέλουν να επιβάλουν στο όνομα του ξεπεράσματος της οικονομικής κρίσης.

Δε νομίζουμε, λοιπόν, πως μας ταιριάζει ένας λόγος αλληλεγγύης που θα έχει ως αιχμή την κρατική βία και καταστολή. Αντιθέτως, μας ταιριάζει ένας λόγος που θα προτάσσει την ανατροπή της σύγχρονης χούντας του Δ.Ν.Τ., της Ε.Ε., Ε.Κ.Τ. Ένας λόγος που θα προβάλλει την ανάγκη της προλεταριακής αντεπίθεσης και της οργάνωσης για την πραγμάτωση της. Μας ταιριάζει ένας λόγος που θα έχει ως αιχμή την ίδια την επανάσταση.

Για το ζήτημα των πολιτικών κρατουμένων

Όπως είναι σε όλους σαφές, βρισκόμαστε στη φυλακή γιατί είμαστε πολιτικοί αντίπαλοι του καθεστώτος. Η φύση της υπόθεσής μας είναι πολιτική και είναι κεφαλαιώδους σημασίας για εμάς ο προσδιορισμός μας ως πολιτικοί κρατούμενοι. Βέβαια, το κράτος δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων, αφού αυτό θα σήμαινε ότι αναγνωρίζει την ύπαρξη μιας άλλης πρότασης για την πολιτική και οικονομική οργάνωση της κοινωνίας, που η πραγμάτωσή της προϋποθέτει την κατάλυση της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων. Η αναγνώριση από το κράτος μιας επαναστατικής πρότασης για την κοινωνική αυτοοργάνωση, θα σήμαινε αυτόματα ότι αρνείται τη μονοκρατορία της εξουσίας του και ότι αποδέχεται πως δεν είναι μονόδρομος η ύπαρξη της παρούσας ιεραρχικής οργάνωσης της κοινωνίας, γεγονός που θα οδηγούσε στην υπονόμευση της ίδιας της καθεστωτικής σταθερότητας.

Κάθε αγώνας για ν’ αναγνωριστεί και να γίνει αποδεκτή η ταυτότητα των πολιτικών κρατουμένων, είναι αγώνας αμφισβήτησης της κρατικής εξουσίας. Και γι’ αυτόν τον αγώνα κάποιοι φυλακισμένοι αγωνιστές έχουν προσφύγει κατά το παρελθόν στο ύστατο μέσο πάλης μέσα από τις φυλακές, την απεργία πείνας, προκειμένου ν’ αναγνωριστούν ως πολιτικοί αντίπαλοι του συστήματος, όπως είχαν κάνει αγωνιστές της RAF και του IRA. Από την άλλη, ενώ ποτέ το κράτος δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων, εφαρμόζει ειδικές συνθήκες κράτησης για τους πολιτικούς εχθρούς του που αιχμαλωτίζει. Πολλοί πολιτικοί κρατούμενοι έχουν αγωνιστεί με απεργίες πείνας μέχρι θανάτου για το σπάσιμο των ειδικών συνθηκών κράτησης, ενώ πολλές είναι οι απεργίες πείνας που έγιναν γιατί οι κρατούμενοι διεκδικούσαν τη συλλογική πολιτική τους ταυτότητα και την ομαδοποίησή τους, όπως οι κρατούμενοι της RAF, της Action Directe, της ETA, του IRA ή μέλη επαναστατικών οργανώσεων στην Τουρκία. Δεν είναι λίγοι οι αγωνιστές που έχουν πεθάνει σε αυτές τις απεργίες πείνας όπως ο Χόλγκερ Μάινς και ο Ζίγκουρτ Ντέμπους της RAF, ο Μπόμπυ Σαντς και άλλοι κρατούμενοι του IRA και του INLA, καθώς και αρκετοί Τούρκοι αριστεροί πολιτικοί κρατούμενοι στην απεργία πείνας θανάτου το Δεκέμβρη του 2000.

Πιστεύουμε πως είναι μεγάλο λάθος να μην αναγνωρίζεται από μέρος συντρόφων εντός και εκτός φυλακών, η ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων που, από ό,τι έχουμε αντιληφθεί, αφορά στην άρνησή τους να βάλουν διαχωρισμούς μεταξύ πολιτικών και λοιπών κρατουμένων. Όμως, με το να μην αναγνωρίζουμε την ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων, απεμπολούμε ένα θεμελιώδες δικαίωμα των επαναστατών να προσδιορίζονται με αυτόν τον όρο, γεγονός που σημαίνει πως εγκαταλείπουμε από μόνοι μας ένα πεδίο μάχης με τον εχθρό, πως του παραδίδουμε μέρος του οπλοστασίου μας. Κάνουμε ένα βήμα πίσω στη μάχη με το κράτος, αφήνοντάς του το περιθώριο να χαρακτηρίζει τους επαναστάτες και τους ένοπλους αντάρτες ως «κοινούς εγκληματίες», «συμμορίτες» και «τρομοκράτες», χαρακτηρισμούς που χρησιμοποιεί σαν όπλα στον επικοινωνιακό πόλεμο που διεξάγει, προκειμένου να πείσει την κοινωνία ότι δεν υπάρχει αντίπαλο πολιτικό δέος στην κυρίαρχη τάξη πραγμάτων. Πρόκειται για μια συνεχή μάχη ανάμεσα σε εχθρικές μεταξύ τους πολιτικές οντότητες, μια μάχη που η έκβασή της καθορίζεται από την ένταση του αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση.

Επομένως, δεν πρόκειται για μια χωρίς ιδιαίτερη βαρύτητα υπόθεση. Κάποιοι από τον α/α χώρο λανθασμένα δεν αναγνωρίζουν την ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων, καθώς για πολλούς ο όρος «πολιτικός» είναι αρνητικά φορτισμένος, εξαιτίας του γεγονότος ότι έχουν ταυτίσει την ευρύτερη έννοια της πολιτικής με την καθεστωτική πολιτική, με τον πολιτικαντισμό, τον παραγοντισμό και την εκχυδαϊσμένη ρητορική των κυβερνώντων.

Όσον αφορά στη σχέση μεταξύ πολιτικών και λοιπών κρατουμένων, εμείς δεν μιλάμε για «διαχωρισμό», αφού πρόκειται για έννοια αρνητικά φορτισμένη. Μιλάμε για διαφορετικότητα την οποία οφείλουμε να διαφυλάξουμε. Δεν πιστεύουμε ότι είναι ούτε κακό ούτε λάθος να διατηρούμε και να προασπίζουμε την πολιτική μας ταυτότητα.

Η διαφορετικότητα μεταξύ πολιτικών και κοινωνικών κρατουμένων οφείλεται στο γεγονός ότι ενώ οι πρώτοι παραβίασαν τους καθεστωτικούς νόμους κινούμενοι από ένα επαναστατικό δίκαιο και έχοντας πλήρη συνείδηση των πολιτικών τους επιλογών και πράξεων, οι υπόλοιποι κρατούμενοι υποκινούνται από προσωπικούς παράγοντες και συχνά απουσιάζει η συνείδηση που τους καθιστά κύριους υπεύθυνους των πράξεών τους, ενώ τις περισσότερες φορές πρωτεύοντα ρόλο στις πράξεις τους παίζουν οι κυρίαρχες κοινωνικές και ταξικές συνθήκες που τους εξωθούν σε εκτός νόμου πρακτικές.

Ενώ λοιπόν ένας κοινωνικός κρατούμενος βρίσκεται στη φυλακή για λόγους προσωπικούς, λόγους που αφορούν την ιδιωτική του σφαίρα και το πώς αυτή επηρεάζεται από τις ευρύτερες κοινωνικές συνθήκες και τάσεις της εποχής μας, ένας επαναστάτης δεν δρα για προσωπικό όφελος, δεν έχει ιδιοτελή κίνητρα. Ο μεν πρώτος δεν διεκδικεί με τις πράξεις του την αλλαγή της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων, ενώ ο δεύτερος έχει την επαναστατική αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών ως το μόνο κίνητρο για τη δράση του.

Οι παραπάνω θέσεις μας δεν σημαίνουν ότι αρνούμαστε πως υπάρχουν αρκετά υγιή κοινωνικά άτομα στις φυλακές, πως υπάρχουν αξιοπρεπείς άνθρωποι με ισχυρό αξιακό κώδικα, οι οποίοι και αποτελούν τους φυσικούς μας συμμάχους στους διεκδικητικούς αγώνες για τους όρους φυλάκισης και τις συνθήκες διαβίωσης στις φυλακές. Κάποιοι από αυτούς, εξάλλου, εκδηλώνουν παραδειγματική συντροφική στάση και αλληλεγγύη σε υποθέσεις πολιτικών κρατουμένων. Όμως, ακόμα και η διαμόρφωση πολιτικής συνείδησης σε μια μικρή μειοψηφία κρατουμένων δεν είναι ο κανόνας και, παρά το γεγονός ότι είναι μια ελπιδοφόρα εξέλιξη, δεν αλλάζει το γεγονός ότι οι λόγοι που αυτοί βρέθηκαν στη φυλακή δεν είναι πολιτικοί.

Η ταύτιση ή η εξομοίωση πολιτικών και κοινωνικών κρατουμένων δεν έχει να προσφέρει τίποτα ούτε στους μεν ούτε στους δε. Εξάλλου η πολιτική ταυτότητα των φυλακισμένων αγωνιστών πάντα ήταν ένα εργαλείο επικοινωνίας για τη διαμόρφωση επαναστατικών πολιτικών συνειδήσεων εντός και εκτός φυλακών. Με το να μην αποδεχόμαστε την πολιτική ταυτότητα των φυλακισμένων αγωνιστών καταλήγουμε, αντί να πολιτικοποιούμε περισσότερους ανθρώπους γύρω μας και να τους κάνουμε συντρόφους μας στον απελευθερωτικό αγώνα, ν’ αποπολιτικοποιούμαστε εμείς οι ίδιοι, γεγονός που όχι μόνο δεν προσφέρει τίποτα αλλά, αντιθέτως, λειτουργεί αρνητικά στον ευρύτερο αγώνα για την κοινωνική και πολιτική ανατροπή.

Εμείς, ως μέλη του Επαναστατικού Αγώνα, βρεθήκαμε στη φυλακή γιατί είμαστε επαναστάτες, μέλη μιας ένοπλης οργάνωσης που με τη δράση της στρέφεται εναντίον του κράτους και του κεφαλαίου και προσπαθεί να συνεισφέρει στην κοινωνική επανάσταση. Ως επαναστάτες δρούμε προς όφελος των προλετάριων, των εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων. Από αυτές, εξάλλου, τις κοινωνικές τάξεις προερχόμαστε κι εμείς, γεγονός που έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της ταξικής μας συνείδησης και της πολιτικής μας πορείας.

Τελικά δεν είναι, πιστεύουμε, ακραίο να πούμε πως οι επαναστάτες ή είναι κοινωνικοί επαναστάτες που δρουν ανιδιοτελώς και προς όφελος των καταπιεσμένων ή δεν είναι καθόλου επαναστάτες.

Για εμάς, ως μέλη του Επαναστατικού Αγώνα, ο προσδιορισμός μας ως πολιτικοί κρατούμενοι είναι αναπόσπαστο μέρος του αγώνα μας μέσα από τη φυλακή, αφορά την ταυτότητά μας και τη φύση της υπόθεσής μας και γι’ αυτό είναι γεγονός αδιαπραγμάτευτο.

Πόλα Ρούπα, Νίκος Μαζιώτης, Κώστας Γουρνάς

Κείμενο της Μαρί Μπεραχα σχετικά με την κλήση της ως κατηγορούμενη για συμμετοχη στον “Επαναστατικό Αγώνα”

Τη Δευτέρα 25 Οκτώβρη ο ειδικός ανακριτής Δ.Μόκκας μου στέλνει μία “ΚΛΗΣΗ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΗΣ” για να απολογηθώ τη Δευτέρα 1 Νοέμβρη “για την αξιόποινη πράξη της ένταξης ως μέλος στην τρομοκρατική οργάνωση με την ονομασία “ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ  ΑΓΩΝΑΣ” “. Την ίδια κλήση παρέλαβε και ο αναρχικός Νίκος Μαλαπάνης, που τυγχάνει να είναι και κουμπάρος μας…

Ο Κώστας Γουρνάς, που μαζί με τους Πόλα Ρούπα και Νίκο Μαζιώτη έχει αναλάβει την πολιτική ευθύνη για συμμετοχή στην Ε.Ο “Επαναστατικός Αγώνας”  (ενώ οι συγκατηγορούμενοι τους Β.Σταθόπουλος Σ.Νικητόπουλος και Χ.Κορτέσης αρνούνται κάθε συμμετοχή σε αυτή), είναι ο σύντροφος της ζωής μου και πατέρας των δύο 22μηνών παιδιών μας.

Ο σύντροφός μου, αφού βασανίστηκε στη Γ.Α.Δ.Α, μετά τη σύλληψη του , προφυλακίστηκε στις φυλακές Τρικάλων. Από τις 9 Οκτώβρη έχει κατέβει σε απεργία πείνας στις φυλακές Κορυδαλλού, μαζί με το Νίκο Μαζιώτη (ενώ άλλοι αλληλέγγυοι φυλακισμένοι κάνουν αποχή συσσίτιου) με αίτημα το αυτονόητο : να παραμείνει στην Αθήνα που είναι ο τόπος κατοικίας της οικογένειάς του. Σήμερα διανύει την 20η μέρα απεργίας, βρισκόμενος σε κρίσιμη κατάσταση στο νοσοκομείο μαζί με το Νίκο Μαζιώτη.

Ένας πόλεμος μαίνεται εντός των “τειχών”, στην προσπάθεια του κράτους να θέσει τους φυλακισμένους αγωνιστές σε καθεστώς ομηρίας με όλα τα μέσα. Η προσπάθεια για την εξόντωση του συντρόφου μου κάνει “κύκλους” κι έξω απ’τα “τείχη” προσπαθώντας να θέσει σε ασφυκτικό ψυχολογικό κλοιό και την οικογένεια.

Η πίεση που δέχεται ο Κώστας ως προς τη στάση που κρατάει είναι καθαρά εκδικητική.

Η τρομοκρατία που ασκείται σε συντρόφους και συγγενείς είναι επίσης εκδικητική.

Δεν θα απολογηθώ σε κανέναν για τη ζωή μου και γιατί επέλεξα τον Κώστα για σύντροφο και πατέρα των παιδιών μας.

Δεν θα απολογηθώ για σενάρια που έχουν κατασκευάσει για το πρόσωπο μου.

Για τις αρχές, δυνητικά και με βάση, μόνο, τις κοινωνικές, πολιτικές και οικογενειακές μας σχέσεις μπορούμε να είμαστε όλοι “μέλη” του “Επαναστατικού Αγώνα”.

Ας μπει μία τελεία στις διώξεις που προκύπτουν από τις σχέσεις αυτές.

Η υπομονή έχει τα όρια της…

Μαρί Μπεραχά

28/10/2010

Και τώρα διώκεται η αλληλεγγύη…


Τη Δευτέρα 1η Νοέμβρη καλούμαι να παρουσιαστώ ενώπιον του ειδικού εφέτη ανακριτή Κ. Μπαλτά, ως κατηγορούμενος για «την αξιόποινη πράξη της ένταξης σε τρομοκρατική οργάνωση με την ονομασία Επαναστατικός Αγώνας». Το τελευταίο διάστημα αρκετά άτομα του αναρχικού/αντιεξουσιαστικού χώρου, από τον ευρύτερο φιλικό και συντροφικό κύκλο των συλληφθέντων, έχουν κληθεί ως μάρτυρες για την ίδια υπόθεση.

Από τις 10 Απρίλη, όταν συνελήφθησαν έξι αγωνιστές, τρεις εκ των οποίων αρνούνται τη συμμετοχή τους στον Επαναστατικό Αγώνα, έχει ξεκινήσει μια κατασταλτική επίθεση, που, βασιζόμενη στη σιωπή, απλώνεται όλο και περισσότερο. Το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή στο στόχαστρο βρίσκομαι εγώ μαρτυρά, για ακόμα μία φορά και ακόμα πιο εξόφθαλμα, το πόσο αυθαίρετα κινούνται οι κατασταλτικοί μηχανισμοί και ταυτόχρονα καθόλου τυχαία. Στο στόχαστρο βρίσκεται ένας ολόκληρος χώρος αλλά και όσοι αγωνίζονται ή εκφράζουν την αλληλεγγύη τους.

Εδώ και 15 χρόνια ανήκω στο κομμάτι εκείνων που αγωνίζονται ενάντια στην εντεινόμενη καταπίεση και τρομοκράτηση της κοινωνίας. Αυτό που ονομάζαμε «επερχόμενη συνθήκη ολοκληρωτισμού» είναι η εξαθλίωση σαν όρος καθημερινότητας και ο φόβος σαν όρος ύπαρξης. Είναι αυτό που εν μέσω κρίσης (Δ.Ν.Τ., μέτρα λιτότητας, νέος αντιτρομοκρατικός) προσπαθούν να εφαρμόσουν τώρα πάνω σε εμένα και τους συντρόφους μου.

Είμαι γνωστός στις διωκτικές αρχές, έχοντας συλληφθεί στο παρελθόν για την κινηματική δράση μου. Κομμάτι αυτής της δράσης ήταν πάντα η αλληλεγγύη στους φυλακισμένους αγωνιστές, εξαιτίας της οποίας φωτογραφήθηκα και στοχοποιήθηκα στην υπόθεση των συλληφθέντων για τον Επαναστατικό Αγώνα. Το μήνυμα είναι σαφές. Οι σύντροφοι που αρνούνται τις κατηγορίες βρίσκονται στα υπόγεια κελιά με μοναδικά στοιχεία την πολιτική τους δράση και τις συντροφικές τους σχέσεις, που ποτέ δεν αρνήθηκαν, με τους Πόλα Ρούπα, Νίκο Μαζιώτη και Κώστα Γουρνά καθώς και με τον Λάμπρο Φούντα. Το πείραμα θεωρείται επιτυχημένο, ώστε να εφαρμοστεί σε ακόμα περισσότερους. Η δίωξή μου, λοιπόν, είναι ξεκάθαρα πολιτική και εκδικητική. Είναι προς γνώση και συμμόρφωση όσων ακόμα επιλέγουν να μάχονται, όσων είναι έτοιμοι να πάρουν την απόφαση να παλέψουν.

Διώκουν σήμερα ξεκάθαρα την αλληλεγγύη, τη συντροφικότητα, την αξιοπρέπεια. Και οι μηχανισμοί μάς χαμογελούν ειρωνικά. Με μοναδικό όπλο μου την αξιοπρέπεια, την αντίσταση και την αλληλεγγύη βαδίζω και θα βαδίζω.

Τέλος, εκφράζω την αλληλεγγύη μου στην κουμπάρα και φίλη μου, μητέρα δύο παιδιών Μαρία Μπεραχά, που διώκεται μαζί μου. Επίσης, τη φιλία μου και αλληλεγγύη μου στους Κώστα Γουρνά και Νίκο Μαζιώτη, που βρίσκονται σε απεργία πείνας από τις 9 Οκτωβρίου, για να σπάσει το καθεστώς απομόνωσης και να βρεθεί κοντά στην οικογένειά του ο Κώστας Γουρνάς.

Μπροστά σε αυτές τις διώξεις θα βγούμε πιο δυνατοί. Το ξέρω, γιατί

Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΟΠΛΟ ΜΑΣ

Νίκος Μαλαπάνης

Δήλωση του Σαράντου Νικητόπουλου στον ειδικό εφέτη ανακριτή, στα πλαίσια της απολογίας του για τις πρόσθετες κατηγορίες

25/10/2010

Βρίσκομαι προφυλακισμένος σε ένα υπόγειο με βάση τις εντελώς αυθαίρετες και αστήρικτες κρίσεις και ερμηνείες του μοναδικού μάρτυρα κατηγορίας αστυνομικού Παπαθανασάκη.

Από την πρώτη στιγμή αρνούμαι τις κατηγορίες στο σύνολό τους. Σχεδόν 7 μήνες μετά και ενώ δεν υπάρχουν και δεν έχουν προκύψει (και πώς να γίνει αυτό άλλωστε αφού δεν έχω καμία σχέση με όσα μου αποδίδονται;) στοιχεία –μα ούτε καν ενδείξεις ενοχής- εναντίον μου, με καλείτε για να μου απαγγείλετε συμπληρωματικές κατηγορίες. Αρνούμαι εκ νέου τις κατηγορίες. Αν και θεωρώ ότι πλέον δεν έχει καμία ουσιαστική σημασία, καθώς όπως αποδείχτηκε περίτρανα στη διαδικασία του εξάμηνου συμβουλίου, απευθύνομαι σε «ώτα μη ακουόντων» και μάλιστα προκατειλημμένων. Έχω πλέον πειστεί ότι στην περίπτωσή μου υπάρχει βιασμός του όποιου «νομικού πολιτισμού», του όποιου «τεκμηρίου αθωότητας», καθώς είμαι εξαρχής στο μυαλό σας «ένοχος μέχρι αποδείξεως του εναντίου». Ας είναι:

Η δίωξή μου είναι βαθύτατα πολιτική – φρονηματική και έχει σα στόχο τον ευρύτερο αναρχικό-αντιεξουσιαστικό χώρο, στον οποίο ανήκω, καθώς και όσα κοινωνικά κομμάτια αντιστέκονται. Η δίωξή μου βασίζεται ακριβώς στην ένταξή μου σ’ αυτόν τον πολιτικό χώρο, στη φιλία μου με το Λάμπρο Φούντα, στην άρνησή μου να δώσω δείγμα DNA, στην άρνησή μου να καταδικάσω εγχειρήματα και μορφές πάλης συνδεδεμένες ιστορικά με τους κοινωνικούς ταξικούς αγώνες. Η δίωξή μου εντάσσεται στο πλαίσιο της ευρείας επίθεσης του κράτους στην κονωνία. Αυτού του «ψευδοδημοκρατικού» κράτους που χαρακτηρίζει παράνομη και καταχρηστική κάθε απεργία, που αντιμετωπίζει με τη βία των ΜΑΤ κάθε κινητοποίηση εργαζομένων, που περνάει νύχτα στα θερινά τμήματα της βουλής ειδικές φωτογραφικές διατάξεις που χαρακτηρίζουν «τρομοκρατική» τη συνδικαλιστική δράση, ακόμα και τη συμμετοχή σε μία διαδήλωση…

Λίγη ειλικρίνεια δε βλάπτει κύριοι:

Το ποιος τρομοκρατεί μαζικά τμήματα του πληθυσμού της χώρας με τα εξοντωτικά οικονομικά μέτρα που λαμβάνει και τη συνεπακόλουθη καταστολή που εξαπολύει κατά πάντων, το γνωρίζει πλέον καλά η κονωνία…

Το μόνο σίγουρο είναι ότι δε λέγεται Σάραντος Νικητόπουλος.

Σαράντος Νικητόπουλος

Προσωρινά κρατούμενος για την υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα.

‹‹ Παρβ 187 Α Π.Κ ››

Δημόσια ανακοίνωση σχετικά με τις μαζικές κλήσεις και ανακρίσεις στο πλαίσιο της ‹‹αντι››-τρομο-κρατικής εκστρατείας:

Την ίδια ώρα που παρατείνεται η προφυλάκιση των τριών αναρχικών (Σαράντου Νικητόπουλου, Βαγγέλλη Σταθόπουλου, Χριστόφορου Κορτέση) που κατηγορούνται για συμμετοχή στην επαναστατική οργάνωση ‹‹Επαναστατικός Αγώνας›› χωρίς κανένα στοιχείο, όπως και των τριών αγωνιστών (Παναγιώτας Ρούπα, Νίκου Μαζιώτη, Κώστα Γουρνά) που έχουν αναλάβει την πολιτική ευθύνη για την συμμετοχή τους στον ‹‹Επαναστατικό Αγώνα››,

Την ίδια ώρα που ο Κώστας Γουρνάς, βρίσκεται σε προχωρημένη φάση απεργίας πείνας, από 13 Οκτώβρη (με την συμπαράσταση συγκρατούμενων, με απεργίες πείνας και αποχές συσσιτίου), καθώς ο δικαστικός μηχανισμός αρνείται την μεταγωγή του από τις φυλακές Τρικάλων στις φυλακές Κορυδαλλού, κρατώντας τον μακριά από την οικογένειά του,

Την ίδια ώρα που παρατείνεται η προφυλάκιση του αναρχικού Άρη Σειρηνίδη με ένα κατηγορητήριο σαθρό και στηριγμένο στην επιστημονικά αβάσιμη και ταχυδακτυλουργική μέθοδο της ανάλυσης DNA,

Την ίδια ώρα που κράτος και αφεντικά εξαπολύουν την πιο βάρβαρη μεταπολιτευτικά οικονομική και ιδεολογική επίθεση ενάντια στην κοινωνία, έχοντας εξοπλίσει και εκπαιδεύσει έναν τεράστιο αστυνομικό-αντικοινωνικόστρατό,

Οι δικαστικοί καλούν μαζικά για ανακρίσεις ανθρώπους από το κοινωνικό περιβάλλον των προφυλακισμένων, συγγενείς τους και πολιτικά δραστήριους αναρχικούς, χωρίς συγκεκριμενοποιημένο θέμα έρευνας, παρά μόνο μια γενική αναφορά στον ‹‹αντι››-τρομοκρατικό νόμο (‹‹καλούμε… να εξεταστεί ως μάρτυρας για την Παρβ 187 Α Π.Κ››), χωρίς να κατονομάζουν στις κλήσεις και κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων τις επικαλούμενες ενδείξεις προσωπικών γνωριμιών με τους κατηγορούμενους ή σχέσεων με τον Επαναστατικό Αγώνα. Όπως ακριβώς καλούνταν οι αγωνιστές στην ασφάλεια μετά τον εμφύλιο και στην δικτατορία ‹‹δι’ υπόθεσιν τους››.

Οι ανακρίσεις είχαν προαναγγελθεί σε άρθρο της εφημερίδας Το Βήμα, η οποία διεκπεραιώνει κατά συρροή την προπαγάνδα των προβοκατόρικων σεναρίων της ασφάλειας, υπερακοντίζοντας το μεγάλο κομμάτι του δημοσιογραφικού κόσμου που υπηρετεί τα επιτελεία της κρατικής τρομοκρατίας.

Η ανακριτική επιχείρηση επιδιώκει τον εκφοβισμό ενός πολιτικού κινήματος κι ενός κοινωνικού χώρου και την ακτινογράφηση των δεσμών του, των αντανακλαστικών του και της στάσης όσων αγωνίζονται, στην κατεύθυνση της γενικευμένης ποινικοποίησης με βάση τους ειδικούς νόμους και στην κατεύθυνση της διάχυσης της καχυποψίας και του κατακερματισμού. Ενδεικτικό είναι ότι οι ερωτήσεις αφορούσαν τις κοινωνικές σχέσεις, στοιχεία της προσωπικής ζωής και τις πολιτικές απόψεις τωνκληθέντων.

Με αυτό το πλαίσιο επενδύει στον στιγματισμό όσων καλούνται για ανάκριση,

Την ίδια ώρα που συνεχίζονται τα έμμεσα βασανιστήρια στον αναρχικό Σίμο Σεϊσίδη, ο οποίος κρατείται, όντας ακρωτηριασμένος στο ένα πόδι, αφού πυροβολήθηκε πισώπλατα από αστυνομικό, από απόσταση μικρότερη του ενός μέτρου και επιπλέον του προσάπτεται μια υπόθεση του ‹‹αντι››-τρομοκρατικού νόμου επίσης στηριγμένη στην μέθοδο ανάλυσης DNA.

Την ίδια ώρα που οι δολοφόνοι του μετανάστη Μοχάμεντ Καμράν Ατίφ, ο οποίος βασανίστηκε μέχρι θανάτου στο αστυνομικό τμήμα της Νίκαιας τον Οκτώβρη του 2009, εξακολουθούν να ‹‹εργάζονται›› στα ίδια πόστα.

Την ίδια ώρα που οι εκτελεστές του εργαζόμενου μετανάστη Ν.Τόντι, ο οποίος δολοφονήθηκε από την αστυνομία με δεκαπέντε σφαίρες τον Φλεβάρη του 2010 στον Βύρωνα, κυκλοφορούν ακόμα οπλισμένοι.

Η τρομοκρατία δεν περνάει.

Ορισμένοι από τους κληθέντες ‹‹ως μάρτυρες για την παρβ 187 Α Π.Κ››

Κείμενο απάντησης σε κλήση ειδικού ανακριτή για κατάθεση μάρτυρα σε σχέση με την υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα

Πριν λίγες μέρες έλαβα και εγώ, όπως πολλοί ακόμα αγωνιστές, κλήση ειδικού εφέτη ανακριτή για να καταθέσω ως μάρτυρας σε σχέση με την υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα.

Πριν από έξι μήνες, κατά τη διάρκεια της κατασταλτικής επιχείρησης υπό τον γενικό τίτλο «εξάρθρωση του Επαναστατικού Αγώνα» -που είχε σαν αποτέλεσμα τη σύλληψη και προφυλάκιση έξι αγωνιστών-, το κράτος επιχείρησε να διευρύνει το κατασταλτικό του πλαίσιο, στοχοποιώντας και άλλα πρόσωπα, ανάμεσά τους και εμένα.

Στις 14 Απρίλη του 2010, σε δημόσια απάντησή μου στα τρομοσενάρια της αστυνομίας και των ΜΜΕ, είχα αναφέρει: «… όσον αφορά τη «διαρροή» του ονόματός μου σε σχέση με αποτύπωμα που αναφέρεται ότι βρέθηκε σε βιβλίο στο σπίτι του δολοφονημένου συντρόφου Λάμπρου Φούντα, έχω να δηλώσω τα εξής: Πρώτον, δεν συνηθίζω στην καθημερινότητά μου να κυκλοφορώ με γάντια! Και, δεύτερον, η μνήμη του δολοφονημένου αγωνιστή με γεμίζει με αισθήματα τιμής και συγκίνησης για αυτόν, και οργής για τους φονιάδες του. Τέλος, εκφράζω την αλληλεγγύη μου στους συλληφθέντες και σε όλους τους διωκόμενους αγωνιστές. Αν χρειαστεί, θα επανέλθω

Η διαδικασία των ανακρίσεων που εξελίσσεται το τελευταίο διάστημα κατευθύνεται για μια ακόμα φορά από την Αντιτρομοκρατική, η οποία με βάση υποτιθέμενα «στοιχεία» της έρευνας κατασκευάζει και πάλι σενάρια, δίνοντας τον τόνο σε αυτόν το νέο κατασταλτικό κύκλο. Όπως τον περασμένο Απρίλη, έτσι και σήμερα αυτό που επιχειρείται είναι η ποινικοποίηση των πολιτικών και κοινωνικών σχέσεων ανάμεσα στους αγωνιστές, η ευρύτερη στοχοποίηση και τρομοκράτηση του αναρχικού-αντιεξουσιαστικού κινήματος και η απομόνωσή του από την κοινωνία. Αυτές οι κινήσεις αντανακλούν το φόβο του κράτους για τη δυναμική και τη διεισδυτικότητα των κοινωνικών προταγμάτων του αντιεξουσιαστικού αγώνα, ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπου, κάθε φωνή που υψώνεται ενάντια στους πολιτικούς και οικονομικούς σχεδιασμούς για την επιβολή ακόμα σκληρότερων όρων εκμετάλλευσης και ελέγχου στην κοινωνία, όπως και κάθε προσπάθεια συνάντησης και αλληλεγγύης ανάμεσα στους επιμέρους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες, αντιπροσωπεύουν και μια νέα απειλή για ένα γενικευμένο κοινωνικό ξέσπασμα.

Η άρνησή μου να παρουσιαστώ στον ανακριτή είναι απόρροια της συνολικής πολιτικής μου τοποθέτησης, τόσο απέναντι στη συγκεκριμένη υπόθεση, όσο και απέναντι σε κάθε απόπειρα τρομοκράτησης, φίμωσης και εξουδετέρωσης του αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση.

Σε αυτό τον αγώνα, θα με συνοδεύει πάντα η μνήμη των δολοφονημένων συντρόφων που πάλεψαν για έναν ελεύθερο κόσμο, και θα στέκομαι πάντα αλληλέγγυα στο πλευρό των φυλακσιμένων αγωνιστών.

Αλληλεγγύη στους αναρχικούς Χ. Κορτέση, Β. Σταθόπουλο και Σ. Νικητόπουλο που βρίσκονται προφυλακισμένοι αρνούμενοι κάθε συμμετοχή στον «Επαναστατικό Αγώνα», και στους προφυλακισμένους αγωνιστές Π. Ρούπα, Ν. Μαζιώτη και Κ. Γουρνά που έχουν αναλάβει την πολιτική ευθύνη της συμμετοχής τους στην οργάνωση.

Λήδα Σοφιανού
26 Οκτώβρη 2010

Ο αγώνας του Banquet δικαιώθηκε

Σύμφωνα με ανακοίνωση της Επιτροπής Αλληλεγγύης στους εργαζόμενους του Banquet, την περασμένη Παρασκευή, 15/10/2010, υπογράφτηκε συμφωνία μεταξύ της εργοδοσίας και των οκτώ εργαζομένων που είχαν απολυθεί. Στη συμφωνία περιλαμβάνεται η πρόθεση της εργοδοσίας για επαναπρόσληψη, αν και οι ίδιοι δήλωσαν πως δεν επιθυμούν πια να επανέλθουν, η ασφάλιση του Β. Κιτσώνη, η καταβολή όλων των δεδουλευμένων ύψους 55.000 ευρώ, η καταβολή των δικαστικών εξόδων, η αποζημίωση για τους τρεις μήνες ανεργίας, και η αμοιβαία απόσυρση μηνύσεων και καταγγελιών. Η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της εκτιμά ότι «πρόκειται για σημαντική νίκη, μετά από έναν πολύμηνο αγώνα που στηρίχτηκε στην ενεργή δράση της Επιτροπής Αλληλεγγύης και πυροδότησε κινητοποιήσεις σε άλλους χώρους σίτισης». Πιο συγκεκριμένα, η Επιτροπή Αλληλεγγύης στην ανακοίνωσή της αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής: 1) Η εργοδοσία αποδέχεται την επαναπρόσληψη επτά εργαζομένων πλην του Β. Κιτσώνη (οι επτά συνάδελφοι δήλωσαν πως δεν θέλουν να επιστρέψουν για εργασία στο Banquet). 2) Στον Β. Κιτσώνη θα δοθεί ασφάλιση από τον 10/2010 έως 2/2011, ώστε να συμπληρώσει τις προϋποθέσεις για ταμείο ανεργίας. 3) Για οφειλές δεδουλευμένων θα καταβληθούν στους εργαζόμενους 55.000 ευρώ συν την αμοιβή του δικηγόρου τους. Σε αυτό το ποσό δεν περιλαμβάνονται οι αποζημιώσεις απολύσεων, δώρα, επιδόματα που έχουν ήδη εισπράξει (16.970 ευρώ για τους οκτώ συναδέλφους). 4) Ως αποζημίωση για τις ασφαλιστικές εισφορές των τριών μηνών αναστολής λειτουργίας του Banquet το καλοκαίρι συμφωνήθηκε η τρίμηνη σύμβαση από 10/2010 έως 1/2011 για τον ένα συνάδελφο και η πληρωμή των ασφαλιστικών εισφορών στους άλλους έξι συναδέλφους με το ποσό των 7.800 ευρώ. 5) Η εταιρία αποδέχεται την καταβολή 295 ενσήμων σε τρεις συναδέλφους για παρελθόντα έτη. 6) Η εργοδοσία ανακαλεί τις 18 μηνύσεις που κατέθεσε εναντίον δεκαέξι συναγωνιστών και θα ζητήσει την αθώωση για όσες κατηγορίες πάνε αυτεπάγγελτα στο δικαστήριο. Δεν έχει καμία απαίτηση (λόγω ασφαλιστικών μέτρων κ.λπ.) έναντι των εργαζομένων, της Επιτροπής Αλληλεγγύης και συμπαραστεκόμενων σωματείων. Τα αντίστοιχα (ανακλήσεις μηνύσεων) ισχύουν και για την πλευρά των εργαζομένων. Η εργοδοσία θα καταβάλει όλα τα δικαστικά έξοδα που θα προκύψουν για τις παραπάνω διαδικασίες. 7) Ως απόρροια της συμφωνίας, οι εργαζόμενοι θα αποσύρουν τις καταγγελίες/αγωγές ενάντια στην εργοδοσία.

Ανακοίνωση σχετικά με την επερχόμενη δίκη των Στρατηγόπουλου – Μπονάννο

Ευχαριστούμε θερμά όλες τις συντρόφισσες και όλους τους συντρόφους για την αλληλεγγύη που μας έδωσαν με κάθε δυνατό τρόπο. Όμως τις-τους παρακαλούμε να ΜΗΝ συμμετάσχουν στη δίκη μας που θα γίνει στη Λάρισα στις 22 Νοεμβρίου 2010.

Χρήστος και Αλφρέντο

20/10/10, Α’ Πτέρυγα φυλακών Κορυδαλλού